Μητροπολίτης αρχικά Θεσσαλονίκης (1788-1810) και μετέπειτα Χαλκηδόνος (1810-1820). Γεννήθηκε λίγο πριν από τα μέσα του 18ου αιώνα στην Κρήτη. Εν τούτοις υπάρχει και η άποψη, χωρίς όμως ιστορική τεκμηρίωση, ότι ήταν κυπριακής καταγωγής. Ο Γεράσιμος ήταν κάτοχος ευρείας μόρφωσης και για κάποιο διάστημα δίδαξε τόσο στην Κύπρο όσο και μακριά από αυτήν. Πληροφορίες για την παρουσία του στο νησί έχουμε από δύο επιστολές του τότε αρχιεπισκόπου Κύπρου Χρυσάνθου(1767- 1810) προς τον πρόξενο της Βενετίας στη Λάρνακα Εμμανουήλ Βασάλο. Στην πρώτη, ημερομηνίας 15.10.1780, ο Χρύσανθος γράφει στον Βασάλο ότι του στέλνει με τον διδάσκαλο Γεράσιμο κάποιο λογαριασμό, ενώ στη δεύτερη του ανακοινώνει ότι πήρε το δικό του γράμμα που του έφερε ο Γεράσιμος. Για παραμονή του στην Κύπρο γίνεται αναφορά και σε μία τρίτη επιστολή του Χρυσάνθου, ημερομηνίας 20.7.1779, προς κάποιον Νικόλαο Καντακίτη. Οι επιστολές αυτές όμως δεν μας δίνουν πολλές πληροφορίες για τη ζωή του. Στην Κύπρο ο Γεράσιμος παρέμεινε μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του 1780, οπότε εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη.
Εκεί ο Γεράσιμος εξάσκησε το επάγγελμα του διδασκάλου σε παιδιά πλουσίων οικογενειών, όπως αυτής του Γουναρά Γρηγοράσκου. Ταυτόχρονα συνδέθηκε με στενούς δεσμούς φιλίας με διάφορους επιφανείς κατοίκους της πόλης, όπως τον δραγουμάνο του στόλου και από το 1786 ηγεμόνα της Βλαχίας Νικόλαο Μαυρογένη, και απέκτησε αρκετή πολιτική επιρροή. Την περίοδο αυτή παρέσχε σημαντική βοήθεια στους Κυπρίους αρχιερείς που αγωνίζονταν για να απαλλάξουν την Κύπρο από τον Τούρκο διοικητή Χατζή Απτούλ Μπακκή αγά, πιο γνωστό ως Χατζημπακκή, ο οποίος καταδυνάστευε τον λαό. Συγκεκριμένα στις 22 Αυγούστου 1783 ο τότε αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος (1767-1810) μαζί με τους μητροπολίτες Πάφου Πανάρετο (1767-1790), Κιτίου Μελέτιο (1776-1797) και Κυρηνείας Σωφρόνιο (1773-1791), καθώς και τον ηγούμενο Κύκκου Μελέτιο (1776-1811), αναχώρησαν κρυφά για την Κωνσταντινούπολη με σκοπό να ζητήσουν από τον σουλτάνο να απαλλάξει την Κύπρο από τον Χατζημπακκή.
Στο μεταξύ ο τελευταίος πληροφορήθηκε για τις ενέργειες των αρχιερέων και μέσω των διασυνδέσε=΄ων του στην Πόλη κατάφερε να επιτύχει την έκδοση σουλτανικής απόφασης που τους κήρυσσε έκπτωτους. Τότε ο Χρύσανθος μαζί με τους υπόλοιπους ιεράρχες αναγκάστηκαν να καταφύγουν στη Σμύρνη, όπου παρέμειναν κρυμμένοι για κάποιο διάστημα. Από εκεί ήλθαν σε επαφή με τον Γεράσιμο και ζήτησαν τη βοήθειά του, ώστε να ανακληθεί η απόφαση του σουλτάνου. Ο τελευταίος μέσω των ισχυρών του φίλων, και ειδικά του Στέφανου Μαυρογένη, κατάφερε να συναντηθεί με τον μεγάλο βεζίρη Χαλίλ Πασά και να τον πείσει για τα δίκαια των Κυπρίων. Στη συνέχεια εξεδόθη νέα σουλτανική διαταγή που αποκαθιστούσε τους αρχιερείς στους θρόνους των και υποχρέωνε τον Χατζημπακκή να παραδώσει την εξουσία στον νέο κυβερνήτη. Ο Χατζημπακκής επιχείρησε να αποκτήσει εκ νέου την προηγούμενή του δύναμη αλλά δεν τα κατάφερε εξαιτίας της εναντίον του γενικής κατακραυγής. Τελικά εξορίστηκε στην Χάιφα, όπου και πέθανε από πανώλη.
Οι Κύπριοι αρχιερείς επέστρεψαν στην Κύπρο το 1784 φέρνοντας μαζί τους ένα τεράστιο χρέος που υπολογίστηκε σε 484. 836 γρόσια, μέρος του οποίου είχε απαιτηθεί ώστε να «διευκολυνθεί» η επίλυση του αιτήματός τους για απομάκρυνση του Χατζημπακκή. Εκφράστηκαν τότε αρκετές επικρίσεις για την πολιτική που είχε ακολουθηθεί και διατυπώθηκαν αρκετές κατηγορίες εναντίον του Γερασίμου για κακή διαχείριση των χρημάτων που του είχαν εμπιστευθεί οι Κύπριοι αρχιερείς. Το χρέος αυτό όμως δεν οφειλόταν μόνο στον Γεράσιμο, ο οποίος είναι βέβαιο ότι ξόδεψε κάποιο ποσό χρημάτων, διαδικασία άλλωστε απαραίτητη κατά την περίοδο της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, ώστε να γίνεται «ευκολότερα» αποδεκτό κάποιο αίτημα, αλλά και σε πολλούς άλλους παράγοντες σχετικούς με την κακοδιοίκηση του Χατζημπακκή.
Στην Κωνσταντινούπολη ο Γεράσιμος υπηρέτησε για κάποιο διάστημα και ως ιερομόναχος. Τελικά τον Αύγουστο του 1788 η Ιερά Σύνοδος του πατριαρχείου τον εξέλεξε μητροπολίτη Θεσσαλονίκης στη θέση του θανόντος μητροπολίτη Ιακώβου (1780- 1788). Στη Μητρόπολη αυτή υπηρέτησε για 23 συνεχή χρόνια και πρόσφερε πολύτιμες υπηρεσίες με αποτέλεσμα η αρχιερατεία του να θεωρείται ως μία από τις διαπρεπέστερες στην ιστορία της. Σε σύντομο σχετικά χρόνο απόσβεσε πολλά από τα χρέη της και δημιούργησε ένα τεράστιο φιλανθρωπικό έργο. Ταυτόχρονα στήριξε την παιδεία της πόλης και έλαβε σειρά μέτρων που έδωσαν και πάλι στις σχολές της την παλαιά τους λαμπρότητα. Την περίοδο αυτή ο Γεράσιμος, εκτός από τον μητροπολιτικό θρόνο Θεσσαλονίκης, υπηρετούσε και στο πατριαρχείο ως μέλος της Ενδημούσης Συνόδου. Το όνομά του αναγράφεται σε πλήθος εγγράφων της εποχής, όπως και σε μεγάλο αριθμό πατριαρχικών σιγιλλίων. Η παρουσία του κρινόταν πάντοτε απαραίτητη για την ομαλή διεκπεραίωση των πολλών δραστηριοτήτων του πατριαρχείου και ειδικά για την επίλυση των πολλαπλών προβλημάτων που αντιμετώπιζαν οι πιστοί από την τουρκική διοίκηση. Διακρινόταν ακόμη για την ευρυμάθεια και την εκκλησιαστική του παιδεία και πολλές φορές γνωμάτευε εκ μέρους του πατριαρχείου για κάποια ιδιάζοντα θέματα που προέκυπταν κατά καιρούς.
Τελικά, τον Νοέμβριο του 1810, ο Γεράσιμος εξελέγη μητροπολίτης Χαλκηδόνος στην θέση του θανόντος Ιερεμία Μαυροκορδάτου. Και εδώ πρόσφερε πολύτιμες υπηρεσίες, ιδιαίτερα στον τομέα της παιδείας. Ταυτόχρονα εξακολούθησε να είναι μέλος της Ενδημούσης Συνόδου του πατριαρχείου και να βοηθά τον πατριάρχη στην ομαλή λειτουργία των διαφόρων υπηρεσιών του Οικουμενικού Θρόνου. Πέθανε δέκα χρόνια αργότερα, τον Φεβρουάριο του 1821, αφήνοντας φήμη «αξιόλογου αρχιερέως».