Γκάουτενς φον Κίρκμπεργκ

Image

Ευγενής από το Τυρόλο, του 15ου αιώνα, που το 1470 επεσκέφθη την Κύπρο και έγραψε τις εντυπώσεις του από το νησί. Ο Γκάουτενς φον Κίρκμπεργκ (Gaudenz von Kirchberg) ήταν αξιωματούχος του Τυρόλου, κύριος (άρχοντας) του Matsch, στην περιοχή του Thurgovie. Υπήρξε προστατευόμενος του Sigismond, δούκα του Τυρόλου, όμως το 1487 έπεσε σε δυσμένεια και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το δουκάτο. Πέθανε το 1504.

 

Το 1470 ο φον Κίρκμπεργκ έκανε ένα προσκυνηματικό ταξίδι στους Αγίους Τόπους, κατά δε τη διάρκεια αυτού του ταξιδιού (που κράτησε έξι μήνες), πέρασε και από την Κύπρο, όπως και τόσοι άλλοι προσκυνητές, αφού η Κύπρος ήταν ο (αναγκαστικός) ενδιάμεσος σταθμός για όλους όσοι ταξίδευαν διά θαλάσσης.

 

Ο φον Κίρκμπεργκ ξεκίνησε το θαλάσσιο ταξίδι του από τη Βενετία με τη γαλέρα του Ανδρέα Κονταρίνι στις 7 Ιουνίου 1470, και το τερμάτισε πάλι στη Βενετία στις 8 Νοεμβρίου του ιδίου χρόνου. Από την Κύπρο πέρασε δύο φορές: στις 3 Αυγούστου όπου έμεινε μια μέρα, καθ' οδόν προς τους Αγίους Τόπους, και στις 5  Σεπτεμβρίου όπου έμεινε μέχρι τις 8 του ίδιου μήνα, επιστρέφοντας στην Ευρώπη. Σε ένα χειρόγραφο (το οποίο στην πραγματικότητα εγράφη από έναν βοηθό του, τον Friedrich Steigerwalder), αδημοσίευτο έως το 1904, ο φον Κίρκμπεργκ κατέλιπε τις εντυπώσεις του από το προσκυνηματικό του ταξίδι. Μεταξύ αυτών, υπάρχουν και δύο σύντομες αναφορές του για την Κύπρο. Γράφει ότι η γαλέρα στην οποία επέβαινε (του Βενετού Ανδρέα Κονταρίνι) είχε προσεγγίσει στον Βασιλοπόταμο από όπου προμηθεύθηκε νερό και ξύλα. Σημαντική μαρτυρία την οποία αναφέρει, είναι ότι εκεί στις εκβολές του Βασιλοπόταμου (στο σημερινό Βασιλικόν της επαρχίας Λάρνακας), υπήρχε ένα φρούριο.

 

Δεν σώζονται ίχνη κανενός φρουρίου σήμερα στην περιοχή. Μάλλον θα επρόκειτο για μικρό πύργο - παρατηρητήριο, διότι τέτοιοι υφίσταντο πολλοί στις παράκτιες περιοχές της Κύπρου. Σε ένα απότομο ύψωμα, που δεσπόζει της ακτής και του κόλπου Γκάβερνορς, ύψους 70 και πλέον μέτρων από την επιφάνεια της θάλασσας, ο συγγραφέας του παρόντος λήμματος διαπίστωσε λαξεύσεις του φυσικού βράχου σε διάφορα σημεία, και ίσως εκεί εδραζόταν το αναφερόμενο «φρούριο» - παρατηρητήριο.

 

Ο επισκέπτης αναφέρεται επίσης στις Αλυκές (Λάρνακα) που δεν είχε παρά ένα πανδοχείο και μια ερειπωμένη εκκλησία (του Αγίου Λαζάρου) όπου «τρώνε και πίνουν οι Έλληνες», στην πλησίον αλυκή.  Για το αρχαίο Κίτιον (στην τοποθεσία των Αλυκών Λάρνακας), ο επισκέπτης αυτός αναφέρει έναν θρύλο που ασφαλώς θα πρέπει να τον είχε ακούσει επί τόπου: ότι η «μεγάλη πόλη» που υπήρχε εκεί κάποτε, είχε καταστραφεί από «όντα της θάλασσας που είχαν ανθρώπινο κορμί από τη μέση και πάνω, και από τη μέση και κάτω ήσαν ψάρια». Ο θρύλος αυτός, που φαίνεται ότι είχε δημιουργηθεί και υφίστατο σε μια εποχή χαρακτηριζόμενη από πλήθος δεισιδαιμονίες, εξέφραζε — συμβολικά — μία πραγματικότητα, ότι η Κύπρος πάντοτε δεχόταν καταστροφικές επιδρομές από ανθρώπους που έρχονταν από τη θάλασσα.

 

Στη Λεμεσό από την οποία επίσης πέρασε και κάνει επίσης λόγο για τον θρύλο των γάτων που κυνηγούσαν φίδια στο Ακρωτήρι — θρύλο που ασφαλώς θα είχε ακούσει εκεί.   Αξιόλογη είναι, μεταξύ άλλων, και η μαρτυρία του για κατάληψη, από το βασιλιά της Κύπρου Ιάκωβο Β', της Αμμοχώστου το 1464 (ύστερα από έναν αιώνα παραμονής της πόλης υπό την κατοχή των Γενουατών).

 

Μεταφρασμένο στην ελληνική, το κείμενο του επισκέπτη αυτού παρέθεσε ο συγγραφέας του παρόντος λήμματος (Α. Παυλίδης), «Η Κύπρος Ανά τους Αιώνες...», τόμος 1ος, Λευκωσία, 1993, σσ. 175-176).

 

Πηγή

Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια