Μητροπολίτης Κυρηνείας από τον Μάρτιο του 1974 μέχρι και το θάνατό του. Γεννήθηκε στο χωριό Κοιλίνια της επαρχίας Πάφου στις 19 Δεκεμβρίου 1922 και πέθανε στις 28 Ιανουαρίου 1994. Διδάχθηκε τα πρώτα γράμματα στο χωριό του και σε ηλικία 14 χρόνων, εισήχθη ως δόκιμος στο μοναστήρι του Κύκκου στο οποίο παρέμεινε για 7 περίπου χρόνια. Το 1944 εστάλη από το μοναστήρι για φοίτηση στο Παγκύπριο Γυμνάσιο, από το οποίο απεφοίτησε το 1948.
Το 1948 χειροτονήθηκε διάκονος και το 1951 πρεσβύτερος. Από το 1948 μέχρι το 1952 υπηρέτησε ως δάσκαλος στη σχολή που λειτουργούσε στο μοναστήρι του Κύκκου. Το 1952 πήγε στην Αθήνα, όπου σπούδασε θεολογία στο Πανεπιστήμιο της ελληνικής πρωτεύουσας, ενώ παράλληλα εργαζόταν και ως εφημέριος στο παρεκκλήσι της Αγίας Παρασκευής του Γερουλανείου Νοσηλευτικού Ιδρύματος. Μετά τη συμπλήρωση των θεολογικών του σπουδών, παρακολούθησε και μαθήματα εκκλησιαστικού δικαίου στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Στην Κύπρο επέστρεψε το 1962 και υπηρέτησε αρχικά ως αρχιμανδρίτης της μητρόπολης Πάφου. Από το 1963 μέχρι το 1973 δίδαξε ως καθηγητής στην Ιερατική Σχολή «Απόστολος Βαρνάβας», της οποίας ανέλαβε και τη διεύθυνση κατά τη σχολική περίοδο 1973-74.
Μητροπολίτης
Το 1974 μετά την Εκκλησιαστική Κρίση εξελέγη μητροπολίτης Κυρηνείας. Συγκεκριμένα στις 30 Μαρτίου 1974 εξελέγη δια βοής κλήρου και λαού, Μητροπολίτης Κυρηνείας, Υπέρτιμος και Εξάρχος Καραβά και Λαπήθου. Την επομένη, 31 Μαρτίου, χειροτονήθηκε και ενθρονίστηκε Επίσκοπος στον Καθεθρικό ναό του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, στην Λευκωσία. Της Θείας Λειτουργίας και της Χειροτονίας προέστη ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος συμπαραστατούμενος από τα μέλη της Ι. Συνόδου Μητροπολίτες Πάφου, Κιτίου, Λεμεσού, και Μόρφου και τον Χωρεπίσκοπο Σαλαμίνος. Μεταξύ άλλων ο αείμνηστος Αρχιεπίσκοπος υπογράμμισε και τα εξής, προσφωνώντας τον νέο Επίσκοπο:
«Πεποίθαμεν, αγαπητέ Αδελφέ, ότι της τιμής ταύτης θα φανής άξιος και το Χριστεπώνυμον αυτής Πλήρωμα θα εύρουν τον οίον προσεδόκουν. … Το έργον σου θα είναι συνεχής αγών προς παντοίας κατευθύνσεις. Αλλ’ίσχυε και ανδρίζου και (προ)χώρει μετά θάρρους εις το στάδιον του αγώνος. Στηρίζων την ελπίδα εις τον ενδυμούντά σε Χριστόν, “αγωνίζου τον καλόν αγώνα της πίστεως, διώκων δικαιοσύνην, ευσέβειαν, πίστιν, αγάπην, υπομόνην, πραότητα”». [«Απόστολος Βαρνάβας» 3-4 (1974) σελίδες 106-107].
Κρίση
Ο μητροπολίτης Γρηγόριος διαδέχθηκε στον μητροπολιτικό θρόνο Κυρηνείας τον μητροπολίτη Κυπριανό, ο οποίος είχε καθαιρεθεί από Μείζονα και Υπερτελή σύνοδο που συνεκλήθη στη Λευκωσία τον Ιούλιο του 1973.
Τόσο ο Κυπριανός όσο και οι μητροπολίτες Πάφου Γεννάδιος και Κιτίου Άνθιμος καθαιρέθηκαν από τη σύνοδο της Λευκωσίας ύστερα από συνωμοσία τους κατά του αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ', με υπόδειξη της ελληνικής στρατιωτικής χούντας, και διατύπωση κατ’ αυτών σοβαρότατων κατηγοριών από τον αρχιεπίσκοπο. Τότε, στο πλαίσιο αναδιάρθρωσης της ιεραρχίας της Κυπριακής Εκκλησίας, αυξήθηκε ο αριθμός των μητροπολιτικών εδρών από τρεις σε πέντε.
Ο μητροπολίτης Γρηγόριος από τον Ιούλιο του 1974 διοικούσε τη μητροπολιτική του περιφέρεια στην προσφυγιά, αφού αυτή κατελήφθη από τους Τούρκους εισβολείς και παραμένει υπό τουρκική κατοχή.
Στο θρόνο της Κερύνειας τον διαδέχθηκε ο επίσκοπος Παύλος Μαντοβάνης.
Πηγή:
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια