Αναμείχθηκε στα κυπριακά θέματα, στα πλαίσια της φιλοδοξίας του να ηγηθεί σταυροφορίας στη Συρία. Όταν η Μαρία της Αντιοχείας τον επεσκέφθη στη Ρώμη (άνοιξη του 1272) για να ζητήσει την υποστήριξή του ώστε να λάβει τον θρόνο της Ιερουσαλήμ αντί του βασιλιά της Κύπρου Ούγου Γ', ο Γρηγόριος την είδε με συμπάθεια, λόγω της σχετικής προετοιμασίας του από τον φίλο της Κάρολο τον Ανδηγαυικό. Ο πάπας βεβαίωσε τη Μαρία ότι αν και ονόμαζε τον Ούγο βασιλιά της Ιερουσαλήμ, αυτό δεν επηρέαζε τις διεκδικήσεις της, και ότι ανέθεσε την εξέταση του θέματος σε επιτροπή τριών ιεραρχών της Αγίας Γης. Οι διεκδικήσεις της Μαρίας είχαν ήδη απορριφθεί από τον πατριάρχη της Ιερουσαλήμ Γουλιέλμο της Αγκέν*, που είχε διατάξει τον επίσκοπο της Λύδδας να προχωρήσει στη στέψη του Ούγου. Τον τελευταίο ο Γρηγόριος Γ΄ τον είχε καλέσει να παρουσιαστεί μπροστά του σε 9 μήνες για να υπερασπίσει την υπόθεσή του, πράγμα που ο Ούγος δεν έπραξε, αλλά έστειλε αντιπροσώπους στη Λυών να απαντήσουν στη Μαρία. Επειδή δεν ελήφθη εκεί απόφαση, η Μαρία προσέφυγε πάλι στον πάπα, που όρισε τον επίσκοπο του Αλμπανύ ως δικαστή. Ο αντιπρόσωπος του Ούγου ενέστη, λέγοντας ότι η Ρώμη δεν είχε δικαιοδοσία στο θέμα, που ανήκε στην Υψηλή Αυλή της Ιερουσαλήμ. Κατόπιν αυτού δεν υπήρξε έφεση στη Ρώμη της Μαρίας, η οποία στα 1277 μεταβίβασε τα αμφίβολα δικαιώματά της επί της Ιερουσαλήμ στον Κάρολο τον Ανδηγαυικό, λίγο μετά τον θάνατο του Γρηγορίου (10.1.1276).