Μέτρο βάρους φορτίων που εχρησιμοποιείτο σε παλαιότερες εποχές στην Κύπρο, χωρίς όμως συγκεκριμένο και σταθερό βάρος, εκτός στην περίπτωση του κρασιού, οπότε ένα γομάριν κρασί αντιστοιχούσε προς 128 οκάδες. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, το γομάριν αντιστοιχούσε προς τόσο φορτίο όσο μπορούσε να μεταφέρει στην πλάτη του ένας άνθρωπος, ή ένα ζώο. Ένα γομάριν σταφύλια, για παράδειγμα, ήταν τόσο όσο μπορούσε να μεταφέρει ένα γαϊδούρι στα δυο κοφίνια του. Ένα γομάριν ξύλα, ήταν τόσο όσο μπορούσε να μεταφέρει στην πλάτη του ένας άνθρωπος, ή και όσο μπορούσε να φορτωθεί σ' ένα γαϊδούρι, κλπ. Ωστόσο η λέξη γομάριν εχρησιμοποιείτο για να υποδηλώσει και το φορτίο ενός καραβιού, ενός φορτηγού αυτοκινήτου κλπ. Ακόμη, η λέξη χρησιμοποιήθηκε για να υποδηλώσει απλά και το βάρος, όπως λόγου χάριν το βάρος της στέγης που σηκώνουν οι στύλοι ή οι τοίχοι ενός σπιτιού.
Η λέξη γομάριν προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη γόμος που σημαίνει το φορτίο ενός ζώου.
Η λέξη δίνει και το ρήμα γομαρκάζω (= σχηματίζω φορτίο), καθώς και το ουσιαστικό γομαρκά (η) (= φορτίον).
Μεταφορικά η λέξη χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει τον βλάκα. Επίσης, άνθρωπος που περπατά σκυφτά, λέγεται ότι περπατά γομαρκές - γομαρκές, υπονοώντας την κλίση του σώματος υπό το βάρος ενός φορτίου, ενός γομαρκού.