Πατριάρχης Αντιοχείας (468-471, 475-478, 484-488), που αντιτάχθηκε στο αυτοκέφαλον της Κυπριακής Εκκλησίας, υποστηρίζοντας ότι η ίδρυσή της είχε προέλθει από την Αντιόχεια.
Στην Δ' Οικουμενική Σύνοδο της Χαλκηδόνος (451), ο Πέτρος Γναφεύς, λόγω των μονοφυσιτικών του απόψεων ήρθε σε οξεία ρήξη με τους Ορθόδοξους αντιπροσώπους, ανάμεσα στους οποίους ήταν και Κύπριοι επίσκοποι, που είχαν ήδη πικρή πείρα των βλέψεων της Αντιοχείας στο αυτοκέφαλον της Εκκλησίας τους. Η δογματική αντίθεση των Κυπρίων αντιπροσώπων προς τον Πέτρο Γναφέα θα πρέπει να συνέβαλε στην μετέπειτα όχι φιλική για την Εκκλησία της Κύπρου στάση του στο θέμα του αυτοκέφαλου.
Η πρώτη εκλογή του Πέτρου Γναφέως, στο θρόνο της Αντιοχείας (468) έγινε με τη βοήθεια και του τότε στρατηγού της Ανατολής, μονοφυσιτίζοντος Ισαύρου Ζήνωνος, του μετέπειτα αυτοκράτορα Κωνσταντινουπόλεως, ο οποίος αργότερα προσπάθησε να συμβιβάσει τον Μονοφυσιτισμό με την Ορθοδοξία, με το Ενωτικόν. Ο Πέτρος Γναφεύς, αν και τυπικά αποδέχτηκε το Ενωτικόν, εκδήλωνε σαφώς μονοφυσιτικές ιδέες, κι αυτό φαίνεται ότι συνέβαλε στην ελάττωση της εμπιστοσύνης του Ζήνωνος σ’ αυτόν, και συνεπώς ευνόησε την φιλοκυπριακή στάση του αυτοκράτορα στο θέμα του αυτοκέφαλου της Κυπριακής Εκκλησίας, το οποίο ο Ζήνων επικύρωσε στα 488, λίγο προ του θανάτου του Πέτρου Γναφέως. Το επιχείρημα του Γναφέως ότι η Εκκλησία της Κύπρου, επειδή είχε ιδρυθεί από την αποστολική Εκκλησία Αντιοχείας έπρεπε να εξαρτάται διοικητικά από εκείνη, εξουδετερώθηκε με την απόδειξη της αποστολικότητος της Κυπριακής Εκκλησίας με το «θαυμαστό εύρημα της κερατέας» (τάφος του αποστόλου Βαρνάβα, ευαγγέλιο στο στήθος του κλπ.). Το «θαύμα» επηρέασε τον Ζήνωνα να δεχθεί τις κυπριακές απόψεις και να παραχωρήσει πλήρη αυτονομία στην Εκκλησία της Κύπρου.