Ιστορικό πρόσωπο, βασιλιάς της κυπριακής πόλης Σαλαμίνος από το 500 μέχρι το 480 π.Χ. περίπου, με διακοπή της βασιλείας του για ένα σύντομο χρονικό διάστημα (499/8 π.Χ.), οπότε την εξουσία είχε καταλάβει με πραξικοπηματική ενέργεια ο νεότερος αδελφός, αλλά και αντίπαλός του, Ονήσιλος*.
Ο Γόργος, που πιθανότατα διαδέχθηκε στον θρόνο της Σαλαμίνος τον πατέρα του Χέρσι περί το 500 π.Χ., τήρησε καθ' όλη τη διάρκεια της βασιλείας του φιλοπερσική στάση, γεγονός που τον έφερε σε οξεία αντιδικία αλλά και σε σύγκρουση με τον Ονήσιλο. Η περσική κυριαρχία επί της Κύπρου διήρκεσε από το 546 π.Χ. μέχρι το 332 π.Χ., οπότε τερματίστηκε με την θυελλώδη προέλαση του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην Ασία. Κατά το διάστημα αυτό έγιναν στην Κύπρο δυο μεγάλοι αγώνες προς αποτίναξη του περσικού ζυγού, πέρα από τις επιχειρήσεις του Κίμωνος: πρώτα με την επανάσταση του Ονήσιλου το 499/8 π.Χ., και ύστερα με την προσπάθεια του επίσης βασιλιά της Σαλαμίνος Ευαγόρα Α', περί τα 120 χρόνια αργότερα. Ο Γόργος συνδέεται με τον πρώτο μεγάλο αγώνα.
Βασική πηγή γι' αυτόν είναι ο Ηρόδοτος, ο οποίος αφηγείται στο πέμπτο βιβλίο των Ιστοριών του τα γεγονότα της επανάστασης των Κυπρίων κατά των Περσών το 499/8 π.Χ. Σύμφωνα προς τον Ηρόδοτο, ο Γόργος ήταν ο μεγαλύτερος γιος του Χέρσιος, που κι αυτός ήταν γιος του Σιρώμου, γιου του Ευέλθοντος. Είχε δυο νεότερους αδελφούς, τον Ονήσιλο και τον Φιλάονα. Δεν ξέρουμε ποια ήταν η όλη στάση του Φιλάονος έναντι του αντιπερσικού και φιλοϊωνικού κινήματος του Ονήσιλου. Ο Ηρόδοτος δίνει την πληροφορία ότι ο Φιλάων συμμετείχε μαζί με το στράτευμα των Περσών στην εκστρατεία τους στην Ελλάδα, και το 480 π.Χ. αιχμαλωτίστηκε από τους Έλληνες στο Αρτεμίσιον, λίγο πριν από τη μεγάλη ναυμαχία της Σαλαμίνος. Στην εκστρατεία εκείνη των Περσών κατά της Ελλάδος συμμετείχε και ο ίδιος ο Γόργος, καθώς και άλλοι Κύπριοι όπως ο Τιμώναξ και ο Πενθύλος ο Πάφιος.
Το κίνημα του Ονήσιλου φαίνεται ότι είχε συνδεθεί με την επανάσταση των Ιώνων, με τους οποίους ο Ονήσιλος βρισκόταν σε στενή επαφή. Σημειώνει όμως ο Ηρόδοτος ότι ο Ονήσιλος πίεζε τον αδελφό του Γόργο να αποστατήσει από τον βασιλιά των Περσών και πριν από την ιωνική επανάσταση. Όταν δε πληροφορήθηκε ότι οι Ίωνες επαναστάτησαν (έστω και χωρίς τη συμμαχία των Αθηναίων), οι πιέσεις που άσκησε προς τον Γόργο για να επαναστατήσει κι αυτός, ακολουθώντας τους Ίωνες, εντάθηκαν. Όταν τελικά είδε ότι ο Γόργος δεν είχε σκοπό να ξεκινήσει αντιπερσικό αγώνα στην Κύπρο, αποφάσισε να καταλάβει ο ίδιος την εξουσία και να εφαρμόσει τα δικά του επαναστατικά σχέδια. Παραφύλαξε, σημειώνει ο Ηρόδοτος, τον βασιλιά αδελφό του, και όταν ο Γόργος βγήκε κάποια μέρα έξω από την πόλη, ο Ονήσιλος κινήθηκε μαζί με άλλους συνεργάτες του στασιαστές, έκλεισε τον βασιλιά έξω από τα τείχη και κατέλαβε τη Σαλαμίνα. Ο Γόργος κατέφυγε τότε στους Πέρσες, κι ο Ονήσιλος προσπάθησε να πείσει τις άλλες κυπριακές πόλεις να εξεγερθούν κι αυτές σε κοινό κατά των Περσών αγώνα. Πραγματικά, την επανάσταση του Ονήσιλου υποστήριξαν κι ακολούθησαν και οι λοιποί βασιλιάδες των άλλων κυπριακών πόλεων, πλην της Αμαθούντος. Ο Ονήσιλος πολιόρκησε τότε την Αμαθούντα.
Παράλληλα ο Ονήσιλος βρισκόταν και σε στενή επαφή και συνεργασία με τους επαναστατημένους επίσης Έλληνες της Ιωνίας. Κι ενώ πολιορκούσε την Αμαθούντα, σε μια προσπάθεια συνένωσης ολόκληρης της Κύπρου στον αγώνα του, ήλθε σ' αυτόν η είδηση ότι ισχυρές περσικές δυνάμεις υπό τον Αρτύβιο* αποστέλλονταν στην Κύπρο, ενώ παράλληλα φοινικικός στόλος παρέπλεε τα νησιά Κλείδες καθ' οδόν προς τη Σαλαμίνα. Ζήτησε τότε ο Ονήσιλος τη βοήθεια των συμμάχων του Ιώνων, οι οποίοι και απέστειλαν δικό τους στόλο στην Κύπρο.
Στις συγκρούσεις που ακολούθησαν, οι Ίωνες αντιμετώπισαν τους Φοίνικες στη θάλασσα και τους κατανίκησαν σε ναυμαχία ανοικτά της Σαλαμίνος, στην οποία από τις δυνάμεις των Ιώνων διακρίθηκαν ιδιαίτερα οι Σάμιοι. Στη ξηρά, η μάχη δόθηκε και πάλι κοντά στη Σαλαμίνα, κι είναι γνωστό το επεισόδιο με το γυμνασμένο άλογο του Αρτύβιου που του έκοψε τα πόδια ο υπασπιστής του Ονήσιλου. Στη μάχη αυτή οι κυπριακές δυνάμεις ηττήθηκαν. Την ήττα τους την αποδίδει ο Ηρόδοτος κυρίως στη λιποταξία του Στασάνορος, βασιλιά του Κουρίου, ο οποίος στην κρίσιμη στιγμή της μάχης εγκατέλειψε τους άλλους Κυπρίους και συνενώθηκε με τις δυνάμεις των Περσών. Το παράδειγμά του ακολούθησε και μέρος των στρατευμάτων της Σαλαμίνος, της ίδιας της πόλης του Ονήσιλου, της οποίας τα πολεμικά άρματα ενώθηκαν με τις δυνάμεις των Περσών.
Στη μάχη αγωνίστηκαν μέχρι το τέλος κι έπεσαν ο ίδιος ο Ονήσιλος και ο Αριστόκυπρος* ο γιος του Φιλοκύπρου, βασιλιάς των Σόλων. Τότε ο Γόργος επέστρεψε ξανά στη Σαλαμίνα, όπου του απεδόθη ο θρόνος του. Οι Ίωνες αποχώρησαν με τα καράβια τους όταν έμαθαν τον χαμό του Ονήσιλου και την επιστροφή του Γόργου, και η Κύπρος επανήλθε κάτω από την περσική κυριαρχία. Η πόλη των Σόλων μονάχα συνέχισε πια την αντίσταση, αντέχοντας για 5 μήνες στην πολιορκία των Περσών και των συμμάχων τους στο νησί. Και καταλήγει ο Ηρόδοτος, γράφοντας: Έτσι οι Κύπριοι αφού παρέμειναν ελεύθεροι για ένα χρόνο, υποδουλώθηκαν και πάλι.
Τόσο ο Γόργος όσο και οι λοιποί φιλοπέρσες βασιλιάδες της Κύπρου διατήρησαν και τους θρόνους και την εξουσία στις πόλεις τους, σε καθεστώς υποτέλειας στους Πέρσες. Σκληρά τιμωρήθηκαν οι Σόλιοι.
Λίγα χρόνια αργότερα, το 480 π.Χ., ο Γόργος συμμετέχει, μαζί με τον αδελφό του Φιλάονα και άλλους Κυπρίους, στη ναυτική δύναμη του Ξέρξη ο οποίος εισέβαλε στην Ελλάδα και από τη ξηρά και από τη θάλασσα. Ο Ηρόδοτος δίνει την πληροφορία ότι οι Κύπριοι ενίσχυσαν τον στόλο του Ξέρξη με 150 πολεμικά καράβια, περιγράφει δε και τις στολές τους, ως εξής: Οι βασιλιάδες τους (Γόργος, Τιμώναξ) φορούσαν στα κεφάλια τους μίτρες (τουρμπάνια ή σαρίκια) ενώ οι λοιποί φορούσαν μακριούς χιτώνες και ντύνονταν, κατά τα υπόλοιπα, όπως και οι Έλληνες.
Λίγο πριν από την τελειωτική καταστροφή του περσικού και φιλοπερσικού στόλου στα στενά του ελληνικού νησιού της Σαλαμίνας, σε μια περιορισμένης έκτασης ναυμαχία που έγινε στο Αρτεμίσιον της Εύβοιας οι Έλληνες συνέλαβαν αιχμάλωτο τον αδελφό του Γόργου Φιλάονα. Συνέλαβαν επίσης τον Πενθύλο, στρατηγό από την Πάφο. Οι λοιποί Κύπριοι που μετείχαν στην εκστρατεία, πήραν μέρος στη μεγάλη ναυμαχία της Σαλαμίνος όπου όμως κάθε άλλο παρά διακρίθηκαν, με αποτέλεσμα να χαρακτηριστούν, από την σύμμαχο του Ξέρξη Αρτεμισία, όχι σύμμαχοι αλλά «κακοί δούλοι».