Διοικητής του τάγματος των Ναϊτών στην Κύπρο που αμύνθηκε στις τελευταίες μέρες και ώρες στο οχυρωμένο οίκημα του τάγματος στην πολιορκούμενη από τους Μαμελούκους πόλη Άκρα (1291). Όταν οι Μαμελούκοι παρέβησαν τη συμφωνία τους να αφήσουν τους Ναΐτες να φύγουν με ασφάλεια στην Κύπρο, βιάζοντας τις γυναίκες που επιβιβάζονταν στα πλοία υπό τη δική τους επιστασία και εγγύηση, οι Ναΐτες τους έσφαξαν και έκλεισαν τις πύλες του φρουρίου τους για να αμυνθούν μέχρι τέλους. Παρ' όλα αυτά, ο Θεοβάλδος Γκωντέν απέπλευσε σε λίγο για τη Σιδώνα και την Κύπρο με τον θησαυρό και τα λείψανα του τάγματος. Η νέα εκεχειρία μετά τη φυγή του Γκωντέν κατέληξε σε σφαγή όσων συνθηκολόγησαν. Όταν και η Σιδών, την οποία ο Γκωντέν και οι άλλοι Ναΐτες κι ιππότες σκόπευαν να υπερασπίσουν, έπεσε στα χέρια των Μαμελούκων αφού εγκαταλείφθηκε από τους κατοίκους της λίγο μετά την Τύρο, ο Γκωντέν που τώρα είχε εκλεγεί μέγας μάγιστρος του τάγματος (σε διαδοχή του Γουλιέλμου ντε Μπωζιέ που είχε σκοτωθεί στην τελική επίθεση κατά της Άκρας), εγκατέλειψε κι αυτός την πόλη με την υπόσχεση, που ποτέ δεν εκπληρώθηκε, να επιστρέψει να βοηθήσει τους κατοίκους της που είχαν καταφύγει στο φρούριο της πόλης. Κι αυτοί όμως τελικά έφυγαν από τη Σιδώνα στην Κύπρο, αφού μάλιστα ο Θεοβάλδος, ασφαλής πια στην Κύπρο, τους έστειλε μήνυμα συνιστώντας τους να εκκενώσουν το φρούριο. Η φρουρά διέφυγε κατά τη διάρκεια της νύκτας στην Τορτόζα και έπειτα στην Κύπρο, και το φρούριο καταλήφθηκε στις 14.7.1291.
Η πολιτική του Γκωντέν ήταν γενικά πολιτική υποχωρήσεων.