Καταλανός ιππότης του βασιλιά της Αραγονίας, που υπηρέτησε στην Κύπρο υπό τον Πέτρο Α' Λουζινιανό, μαζί με τον αδελφό του Πέτρο ντε Γκριμάντε. Διορίστηκε με πολλούς άλλους καπετάνιος όταν ο στόλος του Πέτρου είχε ετοιμαστεί, στις 11.11.1366. Μετά τη σύναψη ειρήνης με τους εμίρηδες της περιοχής Ατταλείας, ο Ιωάννης ντε Γκριμάντε έφθασε με το πλοίο του στις 22.9.1367 στο Κίτι, όπου ο Πέτρος Α' είχε πάει για κυνήγι ˙ στο πλοίο ήταν ο επίσκοπος Αμμοχώστου Εράτ και ο ναύαρχος Ιωάννης ντε Σουρ, τους οποίους ο Πέτρος υποδέχθηκε με τιμές.
Λίγο πιο ύστερα βρίσκουμε τους αδελφούς Γκριμάντε να κάμνουν με τα πλοία τους επιδρομές στη Σιδώνα, όπου άρπαξαν τρία έμφορτα εμπορικά πλοία κι ένα στο γυρισμό τους και τα μετέφεραν στην Αμμόχωστο (Οκτ. 1367). Τις επιδρομές αυτές ενεθάρρυνε ο βασιλιάς Πέτρος ως μέρος του προγράμματός του να παρενοχλεί τις κτήσεις του σουλτάνου της Αιγύπτου, με τον οποίο είχε διακόψει τις διαπραγματεύσεις, πρόσφερε μάλιστα την Αμμόχωστο ως βάση τέτοιων επιθέσεων. Κατά την άνοιξη του 1368 οι αδελφοί Γκριμάντε συνέχισαν τις καταδρομικές τους επιχειρήσεις στη Δαμιέττη και στην Αλεξάνδρεια, και σε αντίποινο ο σουλτάνος απέστειλε στην Κύπρο μαροκινά πλοία να κάμουν επιδρομές, αλλ' είχαν μικρή επιτυχία.