Η Γιάφφα, πόλη του Ισραήλ (προάστιο σήμερα του Τελ Αβίβ) ιδρύθηκε κατά την αρχαιότητα και διετέλεσε για μακρά χρονικά διαστήματα αιγυπτιακή, φιλισταϊκή, συριακή, ελληνική, εβραϊκή και ρωμαϊκή. Το 639 μ.Χ κατελήφθη από τους ’ραβες, για να καταστεί και πάλι αργότερα χριστιανική. Τους 11ο, 12ο και 13ο αι. κατελήφθη ξανά από τους ’ραβες.
Οι σχέσεις Κύπρου και Γιάφφας στη διάρκεια των Σταυροφοριών, αρχίζουν από το 1191. Τότε η κομητεία της Γιάφφας και της Ασκαλώνος, που προηγουμένως ανήκε στον Γουΐδο Λουζινιανό, αποφασίστηκε σε συνέλευση ευγενών και ιεραρχών του βασιλείου της Ιερουσαλήμ να περιέλθει στον αδελφό του Τζοφφρουά. Όταν αυτός έφυγε στη Γαλλία, τα δικαιώματά του μεταβιβάστηκαν στον αδελφό του Αμάλριχο.
Στα 1197 επήλθε συμφιλίωση μεταξύ του Ερρίκου της Καμπανίας, βασιλιά της Ιερουσαλήμ, και του πρώτου βασιλιά της Κύπρου Αμάλριχου. Οι όροι της συμφιλίωσης περιλάμβαναν και αποκήρυξη όλων των διεκδικήσεων του Αμάλριχου στην κομητεία της Γιάφφας και Ασκαλώνος. Συμφωνήθηκε επίσης οι τρεις γιοι του Αμάλριχου, Γουΐδος, Ιωάννης και Ούγος, μόλις ενηλικιωθούν, να νυμφευθούν τις τρεις κόρες του Ερρίκου από την βασίλισσα Ισαβέλλα, Μαρία, Αλίκη και Φίλιππα· η κομητεία της Γιάφφας θα δινόταν ως προίκα σ' οποιανδήποτε από τις τρεις θυγατέρες παντρευόταν τον μεγαλύτερο γιό του Αμάλριχου. Στα 1208 η Αλίκη παντρεύτηκε τον Ούγο (γιατί ο Γουΐδος, ο Ιωάννης και η Μαρία είχαν πεθάνει) και απέκτησε τίτλους στην κομητεία της Γιάφφας. Βάσει της συμφωνίας του 1197 ο Αμάλριχος θα είχε το δικαίωμα να γίνει κύριος της Γιάφφας, κι αυτό πράγματι έγινε για ελάχιστο χρόνο κατά το φθινόπωρο του ίδιου χρόνου, οπότε την πόλη κατέλαβε ο αλ-Μαλίκ αλ-Αντίλ, αδελφός του Σαλαντίν.
Στην κατοχή των Φράγκων η Γιάφφα περιήλθε στα 1204 με συμφωνία μεταξύ του Αμάλριχου και του αλ-Μαλίκ αλ- Αντίλ. Η ειρήνη όμως δεν κράτησε περισσότερο από 64 χρόνια˙ στις 28.3.1268 ο σουλτάνος της Αιγύπτου Μπαϊμπάρς ανακατέλαβε τη Γιάφφα στα πλαίσια σαρωτικών επιχειρήσεων σ' όλη την Αρμενία και στη Συρία. Η πτώση της Γιάφφας ακολουθήθηκε από την πτώση του φρουρίου Μπωφόρ των Ναϊτών στο νότιο Λίβανο και την εξάλειψη του πριγκιπάτου της Αντιοχείας.
Έκτοτε υπήρχαν μόνο τιτουλάριοι κόμητες της Γιάφφας, οι εξής: Στις αρχές του 14ου αι. ο Γουΐδος ντ' Ιμπελέν που είχε κτήμα στην Επισκοπή. Στα 1336- 1341 ο περιηγητής Λούντολφ φον Σούντχαϊμ γνώρισε στην Κύπρο τον κόμητα της Γιάφφας και της Ασκαλώνος Ούγο Ιβελiνo. Ο «Κύριος της Τύρου» Αμωρύ Λουζινιανός, διεκδικητής (1306 -1310) του θρόνου της Κύπρου, είχε ανάμεσα στους οπαδούς του τον Φίλιππο Ιβελίνο, κόμητα της Γιάφφας. Επί Ιωάννη Β' τον τίτλο έφερε ο ευγενής Ιάκωβος Β' Φλορύ, που μετοίκησε από τη Λευκωσία στην Αμμόχωστο από αηδία για την επιρροή των Ελλήνων στο βασίλειο. Στα 1461 ο τίτλος του κόμητος της Γιάφφας δόθηκε στον Καταλανό Ζιουάν Περέζ Φα΅πρίκιο, ο οποίος είχε προσχωρήσει στον Ιάκωβο Β' Νόθο. Η χήρα του Ιακώβου Αικατερίνη Κορνάρο αφαίρεσε τον τίτλο του κόμητος της Γιάφφας από τους κληρονόμους του Ζιουάν και τον έδωσε στον εξάδελφό της Γεώργιο Κονταρίνι. Από το 1542 οι Κονταρίνι, μόνιμοι πια κάτοχοι του τίτλου του κόμητος της Γιάφφας, είχαν την αδιαμφισβήτητη πρώτη θέση ανάμεσα στους Κυπρίους ευγενείς. Στα 1562 ο Γεώργιος Κονταρίνι, στις κτήσεις του οποίου περιλαμβάνονταν 12 χωριά, πούλησε 4 από αυτά και τα αντικατέστησε με περιουσίες στην περιοχή της Βενετίας, που μετά την τουρκική κατάκτηση της Κύπρου στα 1571 απετέλεσαν την κομητεία της Γιάφφας. Ο τελευταίος Κονταρίνι κόμης της Γιάφφας ζούσε ως το 1870.
Νεότερα χρόνια: Στα πιο πρόσφατα χρόνια Κύπριοι μετανάστες, έμποροι, βιοτέχνες και πτωχοί εργάτες ζούσαν στη Γιάφφα, ενώ άλλοι περνούσαν από εκεί καθοδόν προς τους Αγίους Τόπους για προσκύνημα. Απόδειξη της πληθώρας των Κυπρίων μεταναστών και της χαμηλής κοινωνικοοικονομικής τους θέσης είναι η ίδρυση Φιλοπτώχου Κυπριακής Αδελφότητος στην Γιάφφα (Ιόππη) στα 1900, όπως μαρτυρεί σχετική σφραγίδα από την πρώτη σελίδα του βιβλίου του Κλήμεντος Καρναπά Ἀνέκδοτα Κυπριακά Ἔγγραφα του ΙΗ' αιώνος (εν Α΅μοχούστω, 1904). Το αντίτυπο του βιβλίου ανήκε στον Αμμοχωστιανό πρόκριτο Πολύβιο Γεωργίου, πατέρα του μεγάλου ζωγράφου Γεωργίου Πολ Γεωργίου*. Η ύπαρξή του στα χέρια του Πολ Γεωργίου οφειλόταν στις στενές σχέσεις του ιδίου και πολλών Αμμοχωστιανών και άλλων Κυπρίων, ιδίως των παραλίων πόλεων, με την Γιάφφα και τη Συροπαλαιστινιακή γενικά ακτή και ενδοχώρα ως πρόσφατα. Η παρακμή των Κυπρίων της Γιάφφας, που ήταν διαστρωματωμένοι σε τάξεις, όπως και της όλης πιο πάνω περιοχής που προσφερόταν για περιορισμένο αλλά οικονομικά σημαντικό για την Κύπρο εποικισμό σε καιρούς πενίας στο νησί, οφειλόταν κυρίως στις ένοπλες συγκρούσεις των λαών, Εβραίων και Αράβων, με τους ’γγλους (και στη Συρία και το Λίβανο με τους Γάλλους) αποικιστές, που με τις βιαιότητές τους προκαλούσαν καταστροφές περιουσιών. Μέχρι το 1948-1950 κ.ε. υπήρχαν σημαντικά κυπριακά εμπορικά καταστήματα στην Ιόππη και αλλού στις γύρω πόλεις. Αλλά ο εβραϊκός εποικισμός και ο συνακόλουθος ανταγωνισμός μείωσε πολύ τον αριθμό και την οικονομική τους δύναμη, κυρίως στην Γιάφφα.