Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Βρακοζώνιν (το) »

Ουσιαστικό

Σημασία:

βλ. βρακοζώνα (η ζώνη της βράκας για το στερέωμά της).

Ετυμολογία:

βράκα+ζώνη