Θα ψάλλω τη χρυσοστέφανη, την όμορφη Αφροδίτη
τη σεβαστή, π' ορίζει της Κύπρου αυτή τα μέρη όλα,
του νησιού όπου την έφεραν του Ζέφυρου οι αύρες,
στης πολύφλοισβης της θάλασσας το κύμα τ' απαλό
και στον αφρό απάνω. Εκεί οι χρυσοφορούσες Ώρες
χαρούμενα τη δέχτηκαν και με λαμπρά την ντύσαν
ρούχα, χρυσό στ' αθάνατο απόθεσαν κεφάλι της
μαστορεμένο στέμμα και άνθινα στ' αυτιά της βάλαν
σκουλαρίκια από ορείχαλκο κι από χρυσό φτιαγμένα.
Τον απαλό της το λαιμό και τ' ασημένια στήθια
με περιδέραια χρυσό στολίσαν, παρόμοια που κι αυτές
οι χρυσοστέφανες οι δυο τους Ώρες στολίζονταν
κάθε που ήτανε λαμπρός χορός στο πατρικό παλάτι.
Κι αφού καλά τη στόλισαν με όλα τα στολίδια,
στους αθανάτους την οδήγησαν, κι ευθύς εκείνοι
θερμά πολύ την καλωσόρισαν κι ευχόταν ο καθένας
ταίρι του να την έπαιρνε μεσ' στο δικό του σπίτι
κι όλοι της ιοστέφανης θεάς καμάρωναν τα κάλλη...
6ος Ομηρικός Ύμνος (1-18)
Μετάφρ: Α. Π.