Το μοναστήρι της Αγίας Νάπας είναι της περιόδου των Βενετών με κύριο χαρακτηριστικό το οκτάγωνο συντριβάνι στο κέντρο της αυλής. Η εκκλησία είναι μερικώς σκαμμένη στο βράχο και στο παρελθόν στέγαζε και λατινικό παρεκκλήσι. Διάφοροι επισκέπτες αναφέρθηκαν στην Αγία Νάπα και το μοναστήρι στα χρόνια της Οθωμανοκρατίας. Ο Πιέτρο ντελλα Βάλλε, αριστοκράτης από τη Ρώμη, που είδε την περιοχή κατά τις αρχές του 17ου αιώνα, γράφει:
«Το χωριό αυτό, όπως όλα όσα είδα στην Κύπρο, είναι σχεδόν κατεστραμμένο εξ αιτίας της γνωστής τυραννίας των Τούρκων και της φοβερής αρρώστιας που μάστιζε το νησί πριν από λίγα χρόνια κι αποδεκάτισε το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού. Η εκκλησία, η οποία χτίστηκε ίσως από σεβασμό προς τους πειρατές, στέκει μέσα σ' ένα τετράγωνο φρούριο. Για να μπει ένας σ' αυτή ανεβαίνει μερικά σκαλιά και για να μπει στο σπήλαιο όπου βρέθηκε η εικόνα, κατεβαίνει άλλα τόσα. Στην εκκλησία υπάρχει ένας παπάς, ο οποίος κάνει τη Θεία Λειτουργία. Στο μοναστήρι υπάρχουν επίσης μερικές καλογριές, οι οποίες εγκατέλειψαν τον κόσμο κι αφοσιώθηκαν στο Θεό. Είναι σεμνά ντυμένες στα μαύρα, αλλά δεν είναι κλεισμένες σε μοναστήρι. Στο μέσο της αυλής υπάρχει μια βρύση χτισμένη από μάρμαρο. Από πάνω ένας θόλος με καθίσματα ολόγυρα κατά τον ανατολίτικο τρόπο, δημιουργεί ένα πολύ σκιερό, δροσερό καταφύγιο. Εδώ καθόμαστε, εδώ τρώγαμε την ημέρα, κοιμόμαστε τη νύχτα, ενώ μας νανούριζε το νερό της βρύσης. Κι ακόμα αν θέλαμε, δεν θα μπορούσαμε να ενοχλήσουμε κανένα, γιατί τα δωμάτια του μοναστηριού είναι γεμάτα κόσμο, άνδρες και γυναίκες, Έλληνες και Τούρκους, οι οποίοι πήγαν εκεί πριν από μας. Έπαιζαν, τραγουδούσαν, χόρευαν και διασκέδαζαν. Αλλά εμείς δεν διασκεδάζαμε...
Εδώ βρήκαμε και φάγαμε πολλά αμπελοπούλια, συκαλίδια όπως τα λέγουν οι Έλληνες, τα οποία αυτή την εποχή πιάνονται σε τέτοιο αριθμό, ώστε εκτός εκείνων που καταναλίσκονται στη νήσο, πάρα πολλά συσκευάζονται σε ξίδι και εξάγονται στη Βενετία και αλλού».
Στον Ντράμμοντ, ένα άλλο επισκέπτη, ο οποίος πέρασε από την Αγία Νάπα το 1750, έκανε εντύπωση το όμορφο λιμανάκι της Αγίας Νάπας, το οποίο κατά τη γνώμη του ήταν εκείνο της αρχαίας Λεύκολλας. Εκεί είδε τους χωρικούς ν’ ασχολούνται με το ψάρεμα «χρησιμοποιώντας βάρκες από λίγα ξύλα δεμένα μαζί».
Πηγή:
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια