Ονωνίς, κοινώς αλωνίδα. Ononis antiquorum. Οικογένεια: Ελλοβοκάρπων. Αγγλική ονομασία: Ononis. Πολυετές βαθύρριζο ζιζάνιο των αγρών. Αυτοφύεται στην Κύπρο σε 25 περίπου είδη.
Πρόκειται για πολυετή αγκαθωτό θάμνο , που φύεται σε ακαλιέργητα χωράφια, σε χαμηλό συνήθως υψόμετρο, τον συναντάμε ακόμη και στις άκρες των δρόμων. Αποτελείται από ξυλώδης αγκαθωτούς βλαστούς, που μπορεί να φθάσει σε ύψος έως και το ένα μέτρο, ενδιάμεσα προεξέχουν δυνατά αγκάθια, και εναλλάξ βγαίνουν ανα τρία συνήθως λογχοειδή πράσινα πριονωτά φύλλα.
Συγγενικά είδη επίσης υπάρχουν με την ονομασία Ononis spinosa, Ononis arvensis, και Ononis repens.
Τα άνθη του συνήθως είναι ρόζ με ελαφρώς αποχρώσεις , τα οποία βγαίνουν από τον μίσχο των φύλλων. Η άνθηση πραγματοποιείται από τον μήνα Ιούλιο έως αρχές Σεπτεμβρίου.
Γνωστό από την αρχαιότητα
Το φυτό αυτό ήταν γνωστό από την αρχαιότητα, για τις θεραπευτικές του ιδιότητες.
Βλέπε λήμμα: Βότανον ή βοτάνι
Ειχαν μιλήσει γι' αυτό ο Διοσκουρίδης, ο Θεόφραστος και ο Γαληνός. Για όλες τις φαρμακευτικές του αξίες ειδικά τα συστατικά από τη ρίζα του, όταν γίνονταν σκόνη και αναμειγνύονταν με κρασί. Επίσης τα φύλλα του και τα άνθη όταν γίνονταν αφέψημα ήταν ωφέλιμο για τις παθήσεις του λαιμού.
Ο Θεόφραστος ο Ερέσιος αναφέρεται στο φυτό αυτό και γράφει σχετικώς μεταξύ άλλων και τα ακόλουθα:
1) «Των … ακανθικών δη τα μεν απλώς εισιν άκανθαι, … τα δε παρά την άκανθαν έτερον έχει φύλλον, ώσπερ η ονωνίς και ο τρίβολος και ο φέως, ον δή τινες καλούσι στοιβήν».
(Θεόφραστος, Περί φυτών ιστορίας 6, 1, 3).
2.« Τα δε και παρά την άκανθαν έχοντα φύλλον, οίον τα τοιαύτα φέως, όνωνις, παντάδουσα, τρίβολος, ιππόφεως, μυάκανθος… και το φύλλον έχει σαρκώδες».
(Θεόφραστος, Περί φυτών ιστορίας 6, 5, 1).
3.« Η δε ονωνίς εστι πτορθάκανθον. Επέτειον δε το φύλλον έχει πηγανώδες παραπεφυκός παρ΄ όλον τον καυλόν, ώστε καθάπερ στεφάνου την όλην είναι μορφήν, διαλαμβανομένων επαλλήλων. Κολοβοανθής δε και ελλοβόκαρπος αδιαφράκτως. Φύεται δ΄ εν τη γλίσχρα και γανώδες και μάλιστα εν τη σπορίμω και γεωργουμένη (γη), δι΄ ο και πολέμιον τοις γεωργοίς. Καί εστι δυσώλεθρος. ΄Όταν γαρ λάβη χώρας βάθος, ωθείται κάτω ευθύς και καθ΄ έκαστον έτος αποφύσεις αφεμένη εις τα πλάγια πάλιν εις το έτερον ωθείται κάτω. Σπαστέα μεν ουν όλη. Τούτο δε βραχείσης γίνεται της γης και απόλλυται ράον. Εάν δε και μικρόν απολειφθή, από τούτου πάλιν βλαστάνει. ΄Αρχεται δε της βλαστήσεως θέρους, τελειούται δε μετοπώρου. Τα μεν ουν άγρια των φρυγανικών εκ τούτων θεωρείσθω».
(Θεόφραστος, Περί φυτών ιστορίας 6, 5, 3-4).
Ο Διοσκουρίδης ονομάζει το φυτόν αυτό «ανωνίδα», ονομασία η οποία επιχωριάζει ως επί το πλείστον σε πολλές περιοχές της Ελλάδος μέχρι και σήμερα (πρβλ. Κρήτη). Ειδικώτερα αναφέρει τα εξής:
« Ανωνίς: Οι δε ονωνίδα καλούσιν. Κλώνες σπιθαμιαίοι και μείζονες, θαμνοειδείς, πολυγόνατοι, μασχάλας έχοντες πολλάς, κεφάλια περιφερή, φυλλάρια λεπτά, μικρά, προς τα του πηγάνου ή λωτού του εν χορτοκοπίας, υποδασέα, ευώδη. Αλμεύεται δε προ του ανθοφορήσαι και έστιν ηδίστη. ΄Εχουσι δε οι κλάδοι ακάνθας οξείας, σκολοποειδείς, στερεάς, ρίζαν δε θερμαντικήν, λευκήν, ης ο φλοιός πινόμενος συν οίνω ούρα άγει και λίθους θρύπτει, εσχάρας περιρρήσει. Αφεψηθείσα δε εν οξυκράτω και διακλυζομένη, πόνον οδόντων πραύνει».
(Διοσκουρίδης, Περί ύλης ιατρικής 3, 18).
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια