Μακριά ράβδος την οποία χρησιμοποιεί ο γεωργός για να κατευθύνει τα βόδια που σέρνουν το αλέτρι, το βούκεντρον. Στη μια της άκρη βρίσκεται το κατσούνιν ή κάτσουνας και στην άλλη της άκρη είναι μυτερή για να κεντρίζει τα ζώα. Λέγεται και καματόβερκα.
Η λέξη είναι σύνθετη από τις λέξεις βους και κεντρίζω.
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια