Υποπρόξενος της Αγγλίας στην Κύπρο. Γεννήθηκε το 1755 και πέθανε στις 17 Δεκεμβρίου 1838 στη Λάρνακα. Καταγόταν, όπως και όλοι οι Βοντιτζιάνοι, από την Κεφαλληνία, απ' όπου μετανάστευσαν στην Κύπρο κατά τα τέλη του 18ου αι. Κατά τον Κ. Μυριανθόπουλο η οικογένεια ήταν ευγενής και εγγεγραμμένη στο Libro d’ Oro που κάηκε κατά την είσοδο των Γάλλων στα Επτάνησα μετά την Γαλλική Επανάσταση.
Νυμφεύτηκε την εκ Λάρνακος Θέκλαν Καρύδη και απέκτησε τέσσερεις κόρες (Κατίνα, Αννέτα, Ιουλιανή και Αυγούστα)
Βλέπε λήμμα: Τα Προξενεία της Λάρνακας
Ήταν γιος του Παύλου Βοντιτζιάνου και σπούδασε ξένες γλώσσες στο Παρίσι και νομικά στο Λονδίνο. Υπηρέτησε αρχικά ως ακόλουθος της αγγλικής πρεσβείας στην Κωνσταντινούπολη, και ως το 1799 (ή 1801;) ως γραμματεύς = καγκελλάριος (cancellieri) του αγγλικού (υπο)προξενείου στη Λάρνακα, ασκώντας, όπως και μετέπειτα, και το εμπόριο —όπως και όλοι οι (υπο)πρόξενοι και προξενικοί, παρά τις αντιρρήσεις των κυβερνήσεών τους. Η προαγωγή του σε πρόξενο της Αγγλίας στην Κύπρο με βαθμό υποπροξένου (διότι ως ξένος δεν μπορούσε να φέρει τον τίτλο του προξένου, αν και ασκούσε στην πραγματικότητα καθήκοντα προξένου), φαίνεται ότι συνδέεται προς τους Ναπολεόντειους πολέμους, όπως προκύπτει από πρόσφατα εκδομένο έγγραφο του ιδίου προς τον έκτακτο πρέσβη της Μεγάλης Βρεττανίας στην Κωνσταντινούπολη, γραμμένο στα γαλλικά λίγο μετά (ή κατά;) το 1801 ή το 1802. Με αυτό ο Αντώνιος Βοντιτζιάνος, του οποίου η υπογραφή δεν φαίνεται στο έγγραφο (αντίγραφο του πρωτοτύπου) αλλά συμπεραίνεται από τα συμφραζόμενα, ζητεί προαγωγή του σε γενικό πρόξενο της Μεγάλης Βρετανίας στην Κύπρο, σε αμοιβή υπηρεσιών του προς «το ένδοξο και σεβαστό βρεττανικό έθνος» κατά το 1799 κ.ε., στη διάρκεια της εκστρατείας του Μεγάλου Ναπολέοντος στην Αίγυπτο. Ο Αντώνιος Βοντιτζιάνος στα 1799 είχε διοριστεί πράκτωρ για την Κύπρο της Levant Company, όπως πληροφορεί ο ίδιος στο έγγραφό του, κι αυτό μπορεί να ήταν η αρχή της ανόδου του σε υποπρόξενο τότε ή λίγο μετέπειτα. Το αξίωμα του γενικού προξένου δεν μπόρεσε, ωστόσο, να λάβει, και μέχρι του θανάτου του στις 17 Δεκεμβρίου 1838 διετέλεσε υποπρόξενος της Μεγάλης Βρεττανίας στην Κύπρο, και για δυο χρόνια προσωρινός καγκελάριος του ρωσικού (υπο)προξενείου στη Λάρνακα.
Κατά το 1804/1805 αναφέρεται στο αρχιεπισκοπικό κατάστιχο XXVI, σ. 29, ως δανειστής 21.000 γροσιών στον οικονόμο Κυπριανό (τον μετέπειτα εθνομάρτυρα αρχιεπίσκοπο), και 6.000 γροσιών προς τον Άγιον Κιτίου. Κατά την 8 Ιανουαρίου 1807 ο αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος του ζητεί αναβολή καταβολής 7.000 γροσιών «ἐμανέττιν», λόγω οικονομικών δυσκολιών της Εκκλησίας τότε, και αντ' αυτών παράδοση νέας ομολογίας του αρχιεπισκόπου προς αυτόν. Πιθανώς ως το 1807 το χρέος του Κυπριανού από 21.000 είχε μειωθεί σε 7.000 γρόσια. Προφανώς 11 άλλα χρεωστικά γραμμάτια είχε λάβει ο Βοντιτζιάνος για 30.000 γρόσια από τους αρχιερείς στα 1804 στη διάρκεια της στάσεως των Τούρκων (και Λινοβαμβάκων) χωρικών κατά του αρχιεπισκόπου, του δραγομάνου και των τουρκικών και χριστιανικών αρχών· αυτά αναφέρονταν σε δάνειο που η Εκκλησία πήρε από αυτόν (όπως και από άλλους) για να πληρώσει τον στρατό από τη Μικρά Ασία προς καταστολή της στάσεως.
Στα 1809 ο Αντώνιος Βοντιτζιάνος διεκδικεί με τεκρίρ του Άγγλου πρεσβευτή στην Κωνσταντινούπολη, την καταβολή των προς αυτόν χρεών της Εκκλησίας. Στα 1812 το χρέος ακόμη υπήρχε, και ο Βοντιτζιάνος το διεκδικεί με αυτοκρατορικό φιρμάνι. Ωστόσο σε έγγραφά του φαίνεται να συμπαθεί τους επισκόπους και τις προσπάθειές τους να εξεύρουν χρήματα για να λύσουν τα προβλήματα του τόπου, αντιμετωπίζοντας την εκμετάλλευση των Τούρκων και ειδικά του Αλή εφέντη, κεχαγιά του κυβερνήτη, που μονοπώλησε στα 1808 το εμπόριο των τροφίμων ληστεύοντας τα προϊόντα των χωρικών σε εξευτελιστικές τιμές. Ο Βοντιτζιάνος ζητεί μυστικά την καθαίρεση του Αλή εφέντη, με τη βοήθεια του Άγγλου πρεσβευτή στην Κωνσταντινούπολη. Κατά το 1821 μαζί με άλλους προξένους βοήθησε πολύ τους διωκόμενους Έλληνες Κυπρίους. Κατά τον Οκτώβριο του 1821, ωστόσο, αναφέρεται ότι, όπως ακόμη ένας πρόξενος, έδωσε πιστοποιητικό καλής διαγωγής στον αιμοδιψή κυβερνήτη των σφαγών του 1821 Κουτσούκ Μεχμέτ, κι αυτό πρέπει να συνδεθεί προς το ότι μόνος από τους προξένους δεν υπέστη κακομεταχείριση τότε από τους Οθωμανούς. Οι εκθέσεις του για το 1832-1833 περιέχουν σημαντικές, άνκαι σύντομες, πληροφορίες για το κίνημα του Ιωαννίκιου, τα αίτια και τον χαρακτήρα του.
Ο Αντώνιος Βοντιτζιάνος απολάμβανε μεγάλης εκτιμήσεως και σεβασμού στην κυπριακή κοινωνία και διέθετε μεγάλη δύναμη ως εκπρόσωπος μεγάλης δυνάμεως. Πέθανε στις 17 Δεκεμβρίου 1838 και κηδεύθηκε με «τό τρίκωχον καί τάς περικνημίδας».
Πηγή:
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια