Noμομαθής πάπας της Ρώμης (1204 -1303) που αναμείχθηκε πολύ στα πράγματα της Κύπρου. Στις 24 Απριλίου 1295 προήγαγε στη λατινική αρχιεπισκοπή Κύπρου τον Γεράρδο, κοσμήτορα του Λαγκρ, αφού λίγο πριν είχε μεταθέσει τον τέως αρχιεπίσκοπο Ιωάννη Τούρκο (1291 -1295) στη Σαρδηνία, λόγω της συγκρούσεώς του προς τον αρχιδιάκονό του Ερρίκο ντε Ζιμπλέτ ή Γιβλέτ, τέως ανθυποψήφιό του για την έδρα. Ο Βονιφάτιος αποκατέστησε τον Ερρίκο την 1η Σεπτεμβρίου 1296 στην αρχιδιακονία και άλλα αξιώματα και προσοδοφόρες θέσεις που του είχε στερήσει ο Ιωάννης. Η εκλογή του Γεράρδου υπήρξε ατυχής διότι ο τελευταίος ήλθε στην Κύπρο μόλις στα 1297, και όταν γύρισε στη Δύση στα 1299, ετάχθη κατά του Βονιφατίου και υπέρ του Φιλίππου του Ωραίου της Γαλλίας στη διαμάχη τους για εκκλησιαστικά και άλλα θέματα, και περιφρονητικά αγνόησε τη διαταγή του πάπα στις 15 Αυγούστου 1303 να επιστρέψει στην έδρα του, οπότε αυτός του αφαίρεσε τη διοίκησή της, χωρίς να του στερήσει τον τίτλο του αρχιεπισκόπου, αν και ουδέποτε επέστρεψε στην Κύπρο και πέθανε στις 3 Απριλίου 1312. Πριν ακόμη ο Γεράρδος έλθει στην Κύπρο, στις 27 Οκτωβρίου 1295, ο Βονιφάτιος τον διέταξε να λάβει μέτρα κατά των κατηγορουμένων για αίρεση ιερέων και άλλων κληρικών του καθεδρικού ναού των Λευκάρων [Λευκωσίας;], καθώς και άλλων προσώπων στην Κύπρο, και να τους φυλακίσει.
Στις 10 Ιουνίου 1299 ο Βονιφάτιος διαμαρτυρήθηκε στον Ερρίκο Β' Λουζινιανό της Κύπρου για πολύ αυστηρή ερμηνεία διαταγής της Αγίας Έδρας γι’ απαγόρευση στο τάγμα των Ιωαννιτών του Νοσοκομείου και στο τάγμα των Ναϊτών να αποκτήσουν στην Κύπρο περισσότερες περιουσίες χωρίς έγκριση του πάπα και του βασιλιά της Κύπρου. Η ερμηνεία που δίδει ο Βονιφάτιος στη διαταγή ήταν ότι τα δυο τάγματα μπορούσαν να αποκτήσουν μικρά σπίτια και κτήματα. Στις 13 Ιουνίου 1298 ο Βονιφάτιος επέτρεψε στον Ερρίκο Β' να εισπράττει υπό όρους από τον κλήρο και τα τάγματα τον κεφαλικό φόρο των δυο βυζαντίων (testagium) που είχαν απαγορεύσει επανειλημμένες σύνοδοι της Ρωμαϊκής Εκκλησίας να εισπράττουν λαϊκοί από κληρικούς. Η άδεια δόθηκε διότι ο Ερρίκος είχε ομολογήσει αυτοβούλως το λάθος του να εισπράττει τον φόρο, αλλά δικαιολόγησε επαρκώς τους σκοπούς του: άμυνα του βασιλείου του κατά του Ισλάμ. Επειδή, πιθανώς, ο Ερρίκος και πάλι έκαμε κατάχρηση της άδειας, στις 11 Ιουνίου 1299 ο Βονιφάτιος με αυστηρότητα του απαγόρευσε να επεκτείνει τον φόρο testagium στα μέλη των ταγμάτων που αναφέραμε και άλλους κληρικούς χωρίς την ρητή άδεια της Αγίας Έδρας, ακόμη κι αν οι κληρικοί αυτοί ήταν υπήκοοι του βασιλιά. Την εφαρμογή της διαταγής αυτής του Βονιφάτιου ανέλαβαν κατ' εντολή του οι ηγούμενοι των Δομινικανών, των Φραγκισκανών και των Αυγουστινιανών μοναχών στη Λευκωσία.
Στις 19 Δεκεμβρίου 1300 ο Βονιφάτιος απευθύνει αυστηρό έγγραφο στον Ερρίκο Β' κατηγορώντας και επιτιμώντας τον για καταπάτηση των εντολών του, που αποσκοπούσαν στη διευθέτηση των διαφορών μεταξύ του ιδίου του βασιλιά, των ιεραρχών και των άλλων εκκλησιαστικών προσωπικοτήτων του βασιλείου του. Το έγγραφο δεν φαίνεται να είχε συνέχεια και αποτελέσματα λόγω των αντεγκλήσεων Βονιφατίου - Φιλίππου της Γαλλίας, που δεν του άφηναν χρόνο να ασχοληθεί περαιτέρω με τον Ερρίκο, ο οποίος αποσκοπούσε στην αποτροπή κάθε επέμβασης στα κυριαρχικά του δικαιώματα από πρόσωπα που δεν ήταν υπήκοοί του αλλά εξαρτιόνταν άμεσα από τον πάπα. Στα πλαίσια αυτών των «αναμορφωτικών - μεταρρυθμιστικών» ενεργειών του πάπα Βονιφατίου Η' εντάσσεται και η αυστηρή επιστολή του στον μέγα μάγιστρο του τάγματος των Ιωαννιτών Γιουντ ντε Πινς στις 12 Αυγούστου 1295 στη Λεμεσό, να αποκηρύξει τα «σφάλματά» του· αυτά τα είχαν καταγγείλει στον πάπα αξιωματούχοι του τάγματος μετά από τις γενικές συνελεύσεις των αδελφών στη Λεμεσό μεταξύ 1292 και 1294, στις οποίες είχαν ληφθεί αποφάσεις για αναδιοργάνωση του τάγματος με εντολή του Βονιφατίου, αλλά δεν εκτελέσθηκαν ούτε από τον μεγάλο μάγιστρο Ιωάννη ντε Βιλλιέ, ούτε από τον Γιουντ ντε Πινς, διάδοχό του στα τέλη 1293 - αρχές 1295. Ο τελευταίος αρνήθηκε να υπακούσει στον πάπα, εκλήθη στη Ρώμη να απολογηθεί και πέθανε προτού αναχωρήσει από τη Λεμεσό στις 17 Μαρτίου 1296. Ο διάδοχός του από 26 Μαρτίου 1296 Γουλιέλμος ντε Βιλλαρέ αρχικά συνέχισε την ανυπακοή στον πάπα Βονιφάτιο, για να αποχωρήσει τελικά λόγω ισχυρών διαμαρτυριών.
Το τέλος του Βονιφατίου υπήρξε πολύ κακό, λόγω της καταδιώξεώς του από τον Φίλιππο τον Ωραίο της Γαλλίας και της συγκρούσεώς του με τη μεγάλη οικογένεια Κολόννα.