Το θεωνύμιο Βες ή Βησάς στα ελληνικά, δίνεται σε μια σειρά από παραστάσεις ενός θεού που έχει συνήθως τη μορφή νάνου με κοντόχοντρες διαστάσεις και τα πόδια συχνά λυγισμένα στα γόνατα. Η φυσιογνωμία του είναι γενικά αγριωπή, το πρόσωπό του μπορεί να εκφράζει διάφορους μορφασμούς, ή ο θεός φέρει προσωπίδα ή ακόμη και δέρμα λιονταριού (λεοντή) ή πάνθηρα που καλύπτει την κεφαλή και το σώμα του όπως συμβαίνει και με παραστάσεις του Ηρακλέους.
Ο Βες θεωρείται γενικά αιγυπτιακός θεός, παρόλο που η πραγματική καταγωγή και προσωπικότητά του δεν έχουν διερευνηθεί πλήρως. Ο θεός φαίνεται να είχε εισαχθεί στην Αίγυπτο από αλλού, και στην αιγυπτιακή τέχνη εμφανίζεται κατά τη μέση Αυτοκρατορία, γύρω στον 20ό με 19ο αι. π.Χ., λίγους δε αιώνες αργότερα, προς το τέλος της 2ης χιλιετηρίδας, τον βλέπουμε και στην Ανατολή και στη συνέχεια διαδίδεται σ' όλη σχεδόν τη Μεσόγειο.
Ο Βες ήταν θεός με προστατευτικές-αποτρεπτικές ιδιότητες έναντι των κακών πνευμάτων, των ερπετών και οποιασδήποτε κακοήθους ή πονηρής επίδρασης. Ήταν μεγάλος προστάτης των γυναικών και βοηθός τους στις γέννες, συνδεόταν με την αγάπη, τη μουσική, το χορό και γενικά ήταν θεός με ευεργετικές ιδιότητες που γνώρισε μεγάλη δημοτικότητα κυρίως στη λαϊκή θρησκεία κατά την 1η χιλιετηρίδα.
Στην Κύπρο, όπως και στην Ανατολή, οι απεικονίσεις του Βες παρουσιάζονται στο τέλος της Χαλκοκρατίας, όπως πάνω σε μια φιάλη από φαγεντιανή, σε αμφιπρόσωπο ειδώλιο από ελεφαντόδοντο που βρέθηκε στο Κίτιον και σε άλλα αντικείμενα. Στο ειδώλιο από το Κίτιον, ο θεός κρατά στο υψωμένο χέρι ένα φτερό που στην αιγυπτιακή εικονογραφία μπορεί να αφομοιωθεί με το μαχαίρι όταν κρατιέται υπό μορφή όπλου. Φέρει στην κεφαλή τη λεοντή, από την οποία φαίνονται τα αυτιά και η χαίτη που πέφτει μπροστά και πίσω από τους ώμους του, και από πάνω κορόνα από φτερά.
Κατά την 1η χιλιετηρίδα ο Βες γίνεται πολύ δημοφιλής στο νησί, ιδίως στην Αρχαϊκή και Κλασσική εποχή (τέλος 8ου - τέλος 4ου αι. π.Χ.), όπου συναντούμε τις περισσότερες κυπριακής κατασκευής παραστάσεις του, αλλά και πληθώρα αιγυπτιακών και αιγυπτιαζόντων αντικειμένων (κυρίως φυλαχτά) πάνω στα οποία ο θεός εμφανίζεται συχνά. Οι κυπριακές απεικονίσεις του επηρεάζονται απ’ ευθείας από την Αίγυπτο, αλλά και μέσω της Φοινίκης. Επίσης αυτή την περίοδο η εικονογραφία του θεού επηρεάζεται από διάφορες άλλες θεότητες, ήρωες και δαίμονες τόσο από την Ανατολή όσο και από τον ελληνικό χώρο, όπως οι Χουμπάπα, Παζούζου, Σακκάν -Σουμουκάν, οι Γοργόνες, οι Σάτυροι κ.ά. Γι' αυτό η παραστασιολογία του Βες παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον με την πλούσια τυπολογία αλλά και θεματογραφία της. Βλέπουμε το θεό να παρουσιάζεται σαν δαμαστής άγριων ζώων ή να παλεύει μαζί τους, να στέκεται με λυγισμένα τα γόνατα και τα χέρια στο στήθος ή στους μηρούς, αλλά να παίρνει και στάση πολεμιστή. Ακόμη η κεφαλή του, που ονομάζεται και μάσκα του Βες, αποτελεί από μόνη της αντικείμενο επιφάνειας του θεού πάνω σε διάφορα αντικείμενα καθημερινής χρήσης, όπως πάνω στην κλίνη που βρέθηκε στον 79ο τάφο της Σαλαμίνος και χρονολογείται γύρω στο 700 π.Χ. Εδώ ο θεός μορφάζει με ανοιχτό στόμα και δείχνοντας τα δόντια του θυμίζει τον Χουμπάπα. Επίσης μάσκες του Βες στολίζουν τα ενδύματα ορισμένων ανδρικών αγαλμάτων κυπροαιγυπτιακού ρυθμού.
Ολόγλυφες ή ανάγλυφες παραστάσεις του θεού από ασβεστόλιθο, ψημένο πηλό, ελεφαντόδοντο ή αποτυπωμένες και εγχάρακτες πάνω σε μεταλλικά αντικείμενα, βρέθηκαν σε διάφορα σημεία του νησιού, υπάρχουν όμως και άλλες που αγνοούμε τον τόπο προέλευσής τους. Σε αργυρές πλακέτες ζώνης από το Μάριον (Πόλη της Χρυσοχούς), ο Βες παρουσιάζεται να κρατά με τα χέρια πάνω στο στήθος δυο λιοντάρια και δυο τράγους όπως τον βλέπουμε και πάνω σ' ένα κυπροφοινικικό σκαραβαίο όπου φέρει και κορόνα με φτερά. Αυτή η απεικόνιση του θεού είναι επηρεασμένη από τις ανατολικές παραστάσεις του. Μια από τις κύριες διαφορές μεταξύ της αιγυπτιακής και της κυπροανατολικής εικονογραφίας του Βες είναι ότι στην τελευταία η ηράκλεια όψη του και η σύνδεσή του με το λιοντάρι και άλλα άγρια θηρία είναι πιο συχνή, με τρόπο που ορισμένες φορές δύσκολα ξεχωρίζει από τον Ηρακλή. Έτσι, πάνω σε επίχρυση αργυρή φιάλη από το Δάλι που χρονολογείται γύρω στον 7ο αι., η μορφή του Βες μπορεί εύκολα να ταυτιστεί και με τον Ηρακλή. Ο θεός παρουσιάζεται γενειοφόρος, με κοντόχοντρες διαστάσεις, φέρει λεοντή και παλεύει με ένα λιοντάρι όπως και ο Ηρακλής. Σε άλλο σημείο της φιάλης ο θεός μεταφέρει στους ώμους του το θηρίο που νίκησε.
Άλλη τυπική κατηγορία παραστάσεων του Βες είναι η παρουσίασή του σε μετωπική στάση με τα πόδια λυγισμένα στα γόνατα, τα χέρια πάνω στους μηρούς και με αγριωπή ή μορφάζουσα φυσιογνωμία. Όταν φέρει τη λεοντή σ' αυτού του είδους τις παραστάσεις, ξεχωρίζουμε τα αυτιά της πάνω στην κεφαλή του θεού, τα μπροστινά πόδια της δεμένα συνήθως πάνω στο στήθος του και κάποτε την ουρά της που κρέμεται πίσω από τα πόδια του θεού. Ένα τέτοιο ειδώλιο από ψημένο πηλό βρέθηκε στην Αμαθούντα και βρίσκεται τώρα στο Βρεττανικό Μουσείο. Άλλο ανάλογο ειδώλιο, βρίσκεται σήμερα στο Pitt Rivers Museum στην Οξφόρδη. Επίσης της ίδιας περίπου τυπολογίας είναι και η μορφή του Βες πάνω σε σαρκοφάγο από την Αμαθούντα, όπου επαναλαμβάνεται τέσσερις φορές.
Άλλος συνήθης τύπος παραστάσεων του θεού είναι ο δαμαστής άγριων θηρίων που φανερώνει, όπως και οι παραστάσεις του όπου παλεύει με αυτά, την αποτελεσματικότητα αλλά και τη νίκη του έναντι των δυνάμεων του κακού και τις αποτρεπτικές του ιδιότητες. Σαν δαμαστής παρουσιάζεται σε μετωπική στάση, συχνά με λυγισμένα πόδια και τα χέρια στο στήθος, όπου μπορεί να σφίγγει στις χούφτες του δυο φίδια, όπως σε ένα ανάγλυφο από την Αμαθούντα και άλλο αγαλματίδιο, τώρα στο Λούβρο. Πιο συχνά όμως ο θεός δαμάζει ένα ή και περισσότερα λιοντάρια που παριστάνονται σε μικρογραφία. Τέτοιου είδους αγάλματα βρέθηκαν κυρίως στην Αμαθούντα και στη γύρω περιοχή (Μαρώνι). Ένα άλλο, χωρίς προέλευση, βρίσκεται στις αποθήκες του Κυπριακού Μουσείου. Αυτό το τελευταίο έχει μείνει ατέλειωτο από την αρχαιότητα. Όπως σημειώθηκε, τα περισσότερα αγάλματα αυτού του τύπου όπου ο θεός εμφανίζεται σαν λεοντοδαμαστής βρέθηκαν στην Αμαθούντα που είναι και η μόνη περιοχή της Κύπρου όπου μέχρι σήμερα βρέθηκε η πλειοψηφία των παραστάσεων του Βες, κυρίως γλυπτά από ασβεστόλιθο που χρονολογούνται από την Αρχαϊκή μέχρι και τη Ρωμαϊκή περίοδο. Τα πιο εντυπωσιακά από αυτά είναι δυο κολοσσιαίων διαστάσεων του τύπου του θηριοδαμαστή, όπως αυτό που βρίσκεται σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Κωνσταντινούπολης και που ορισμένοι ερευνητές το χρονολογούν στην Αρχαϊκή περίοδο, άλλοι δε στη Ρωμαϊκή γύρω στις αρχές του 2ου αι. μ.Χ. Έχει 4,20 μέτρα ύψος και 2 μέτρα πλάτος. Ανάλογο κολοσσιαίο άγαλμα από το οποίο λείπει μεγάλο μέρος των ποδιών, βρέθηκε επίσης στην Αμαθούντα και βρίσκεται τώρα στο Μουσείο Λεμεσού, όπου και άλλα μέλη αγαλμάτων του Βες. Αυτό το τελευταίο φέρει τα χέρια στο στήθος, παρόλο δε που η εκεί επιφάνεια του γλυπτού είναι κάπως διαβρωμένη και κάτω από το αριστερό χέρι κατεστραμμένη, διακρίνεται λιοντάρι σε μικρογραφία που ο θεός κρατά με το δεξί του χέρι από τα πίσω πόδια ή και την ουρά κατά τον ίδιο τρόπο όπως και ο Μελκάρτ του Κιτίου, ο Ηρακλής, άλλοι θεοί και ήρωες θηριοδαμαστές, μα και ο ίδιος ο Βες πάνω σε φοινικικούς σκαραβαίους και άλλα αντικείμενα. Αυτό το άγαλμα του θεού χρονολογήθηκε κατ' αναλογία με εκείνο στην Κωνσταντινούπολη, στη Ρωμαϊκή περίοδο, όμως η τυπολογία του λιονταριού το οποίο δαμάζει, όπως και εκείνη του κολοσσού στην Κωνσταντινούπολη μπορούν να πείσουν για την πιθανότητα κατασκευής των δυο αγαλμάτων κατά την Αρχαϊκή ή και Κλασσική περίοδο. Σε μια τέτοια περίπτωση, ίσως ο κολοσσός να είχε τύχει επεξεργασίας εκ νέου κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο εν όψει μιας οποιασδήποτε αλλαγής στη χρήση του, μάλλον για να χρησιμοποιηθεί σαν βρύση, με διατρυπημένη μάλιστα την κεφαλή του λιονταριού για να τρέχει από εκεί το νερό. Αυτή η υπόθεση μπορεί να εξηγήσει την αρχαϊκή τυπολογία του αγάλματος αλλά συνάμα και την παρουσία πάνω του τεχνικών και αισθητικών στοιχείων χαμηλότερης εποχής από την Αρχαϊκή. Όμως το ανάλογό του άγαλμα στο Μουσείο Λεμεσού δεν δείχνει με κανένα τρόπο να είναι έργο της Ρωμαϊκής περιόδου αλλά μάλλον της όψιμης αρχαϊκής ή πρώιμης κλασσικής τέχνης.
Τέλος αναφέρουμε άλλο άγαλμα του Βες από την Αμαθούντα που χρησίμευε ίσως ως στήριγμα τραπεζιού, αν κρίνουμε από τον τρόπο που τελειώνει η κορόνα του από φτερά. Ο Βες φέρει εδώ τα χέρια στους μηρούς και έχει μεγάλα λεοντόσχημα αυτιά και αγριωπή φυσιογνωμία με τεράστια φρύδια, πλατιά μύτη, ανοιχτό στόμα και μεγάλη γενειάδα.