Η Βενετία, η φημισμένη αυτή πόλη της Ιταλίας, είχε σημαντικές σχέσεις με την Κύπρο κατά τα μεσαιωνικά χρόνια, σχέσεις που αρχίζουν κατά τη Βυζαντινή εποχή, γίνονται πολύ στενές κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας και καταλήγουν στην κατάληψη του νησιού από τους Βενετούς που το κράτησαν για 80 περίπου χρόνια, μέχρι την Οθωμανική εισβολή του 1570/71.
Βλέπε λήμμα: Οθωμανοκρατία
Ο αστικός οικισμός στα νησιά της ενετικής λιμνοθάλασσας άρχισε να δημιουργείται το δεύτερο μισό του 6ου αιώνα. Αρχικά, το κέντρο του οικισμού βρισκόταν στα νησιά Malamocco και Torcello, αλλά από τον 8ο αιώνα άρχισε να κινείται στη σημερινή του θέση. Τον 7ο αιώνα, τα νησιά, με πρωτοβουλία του Βυζαντίου, στο οποίο ανήκαν επίσημα, ενώθηκαν υπό την κυριαρχία ενός μόνο ηγεμόνα - των Δόγηδων.
Οι Δόγηδες ως άλλοι βυζαντινοί αυτοκράτορες
Η σχέση της Βενετίας με τη βυζαντινή αυτοκρατορία θύμιζε εκείνη της αποικίας με την μητρόπολη. Δεν ήταν ασυνήθιστο να ακολουθούν οι Βενετσιάνοι τις επιταγές του εκάστοτε αυτοκράτορα ή να θεωρούν εαυτούς δούλους του Βυζαντίου. Αυτό γινόταν φανερό και στο θρησκευτικό τομέα καθώς, σε αντίθεση με τον υπόλοιπο λατινικό κόσμο, είχαν ως θρησκευτικό ηγέτη πατριάρχη.
Όταν ένας Δόγης ανέρχονταν στο αξίωμα του, για πρώτη φορά, το ανήγγειλε στο βυζαντινό αυτοκράτορα που επικύρωνε, με επίσημο έγγραφο, την εξουσία του δίνοντας την απαραίτητη αίγλη που είχε ανάγκη για να ασκήσει τα καθήκοντά του. Οι αυτοκράτορες του Βυζαντίου, για να διατηρούν υπό την επιρροή και την εξουσία τους στη Βενετία, συνήθιζαν να παρέχουν αξιώματα και τίτλους στους δόγηδες που λειτουργούσαν σαν αυτοκράτορες. Συνήθιζαν, μάλιστα, να στέλνουν τα αγόρια τους στην Κωνσταντινούπολη όπου μαθήτευαν στην βυζαντινή διοίκηση και εθιμοτυπία σε μια προσπάθεια να ακολουθήσουν την κληρονομική μεταφορά της εξουσίας.
Η κληρονομική διαδοχή είχε και το τίμημα της. Όπως οι βυζαντινοί αυτοκράτορες, έτσι και οι Δόγηδες, μπορεί να έχαναν ξαφνικά, εκτός από την εξουσία, την ίδια τους τη ζωή ή στην καλύτερη περίπτωση την όραση τους. Πολλές φορές για να διασωθούν μπορεί ν’ ακολουθούσαν το μοναχικό βίο ή να μετοικούσαν σε άλλο τόπο όπως ο ελλαδικός όπου ζούσαν μέχρι το τέλος του βίου τους. Επίσης, συγγενικοί δεσμοί αναπτύχθηκαν κατά καιρούς μεταξύ Βενετών και Βυζαντινών, αφού είναι γνωστό πως τουλάχιστον τρεις Δόγηδες νυμφεύτηκαν βυζαντινές πριγκίπισσες.
Αν ανοίγαμε τα δημόσια έγγραφά που διατηρούσε η Βενετία έως τον 10ο αι, θα διαπιστώναμε ότι έφεραν το όνομα του εκάστοτε αυτοκράτορα του Βυζαντίου. Αιώνες μετά την πτώση του βυζαντινού κόσμου και μέχρι τα τέλη περίπου του 18ου αι, η αυλή των Δόγηδων ακολουθούσε τα βυζαντινά τελετουργικά.
Οι Βενετσιάνοι ευγενείς ταξίδευαν συχνά και διέμεναν στην Κωνσταντινούπολη, όπου έρχονταν σε επαφή με τον κόσμο του Βυζαντίου, την ελληνική γλώσσα, τα ήθη και τις παραδόσεις τους. Η καθημερινή τριβή με τους βυζαντινούς και ό,τι αποκόμιζαν μεταφερόταν στην πατρίδα τους. Η αλληλεπίδραση των δυο αυτών κόσμων και η ανάμειξη των πολιτισμικών τους στοιχείων έδωσε μεγάλη ώθηση στην άνοδο του πνευματικού και πολιτισμικού επιπέδου της Βενετίας. Οι Βενετσιάνοι, επιστρέφοντας, έφερναν μαζί τους και πολύτιμα υλικά, απόδειξη του πλούτου τους όπως πολύτιμα χαλιά, μεταξωτά υφάσματα, βαρύτιμα κοσμήματα ακόμη και χρυσοποίκιλτα ενδύματα.
Στο Βυζάντιο η ενδυμασία αποτελούσε ένα σημάδι μέσω του οποίου μπορούσε κάποιος να αντιληφθεί ποια ήταν η καταγωγή, η κοινωνική τάξη ενός υπηκόου ή ποιο ήταν το επάγγελμα ή το αξίωμα που κατείχε. Στη Βενετία η διατήρηση της παραδοσιακής βενετσιάνικης ενδυμασίας ήταν τόσο σημαντική ώστε είχαν θεσπιστεί νόμοι προκειμένου να διασφαλίσουν τη διατήρησή της. Στη Βενετία κυριαρχούσε το κυανό χρώμα στα ρούχα. Εάν πραγματοποιούσαμε μια φανταστική επίσκεψή στο μέγαρο κάποιου βενετσιάνου θα διαπιστώναμε πως οι κόκκινες, πράσινες και βιολετιές αποχρώσεις έντυναν τους υψηλά ιστάμενους της Βενετίας, οι οποίοι είχαν καταφέρει, τεχνηέντως, να παρακάμψουν ακόμη και τους αυστηρούς τους νόμους.
Ακόμη και οι Δόγηδες, εκτός από το αυτοκρατορικό στέμμα και τα πέδιλα του βυζαντινού αυτοκράτορα, που ήταν σύμβολα της εξουσίας του, αντέγραφαν τα ρούχα που φορούσαν οι βυζαντινοί αυτοκράτορες. Άνδρες και γυναίκες φορούσαν κοσμήματα, ρούχα που ακολουθούσαν τη μόδα της βυζαντινής αυλής. Θα μπορούσαν να συναντήσουμε ακόμη και ευνούχους. Η αυλή/συνοδεία του Δόγη δεν αποτελούνταν από στρατιωτικούς, όπως συνηθιζόταν στη Δύση, αλλά ακολουθούσε τα βυζαντινά πρότυπα, ενώ θρησκευτικό ηγέτη είχαν πατριάρχη.
Η Βενετσιάνικη αρχιτεκτονική πήρε βυζαντινά διακοσμητικά στοιχεία και τα ενσωμάτωσε σε δημόσια κτήρια, εκκλησίες και ιδιωτικές οικίες. Η επαφή με τα έργα τέχνης που εισάγονταν απ’ το Βυζάντιο και ο συγκερασμός διαφορετικών ρυθμών της Τέχνης συνέβαλε στην εξέλιξη της αναγεννησιακής Βενετίας. Η Αγία Σοφία αποτέλεσε το πρότυπο για τα ψηφιδωτά και τη διακόσμηση. Οι αυτοκράτορες του Βυζαντίου ενθάρρυναν έμπρακτα τις πολιτισμικές ανταλλαγές είτε κτίζοντας εκκλησιαστικά κτήρια είτε συμβάλλοντας στη διακόσμηση τους. Δεν ήταν λίγες οι φορές, που δωρίθηκαν ή πωλήθηκαν λείψανα αγίων για την θεμελίωση ναών που υπάρχουν μέχρι σήμερα.
Βλέπε λήμμα: Αρχιτεκτονική
Η Βενετία δεν ήταν μια τυχαία πόλη. Αποτελούσε σημαντική θαλασσινή δύναμη, χρήσιμη στη βυζαντινή αυτοκρατορία η οποία, αποκομίζοντας προνόμια και ανταλλάγματα, συνέβαλε στην καταπολέμηση της πειρατείας από τις βυζαντινές θάλασσες και είχε διαθέσιμο τον στόλο της για τους βυζαντινούς. Οι σχέσεις που ανέπτυξαν με το Βυζάντιο έδωσαν στους Βενετούς την ώθηση που χρειαζόταν, ώστε, λίγους αιώνες αργότερα, ν’ αποτελέσουν το σημαντικότερο εμπορικό ευρωπαϊκό κέντρο.
Με αφορμή την ανακατάληψη των Αγίων Τόπων από τους Μουσουλμάνους, οι Βενετσιάνοι, με τις ευλογίες, την υποκίνηση και την υποστήριξη των εκάστοτε παπών της Δυτικής εκκλησίας, ξεκίνησαν θρησκευτικές εκστρατείες που ονομάστηκαν Σταυροφορίες. Καταλυτικό έτος για το Βυζάντιο, που έλαβε εισιτήριο χωρίς επιστροφή, αποτέλεσε το 1204 όταν πραγματοποιήθηκε η Δ΄ Σταυροφορία. Η Βενετία, αντί για το Ισλάμ, στράφηκε εναντίον της ορθόδοξης, χριστιανικής Κωνσταντινούπολης, την οποία λεηλάτησε, κατέστρεψε και μετέτρεψε σε επαρχία της. Σχεδόν όλη η Ελλάδα έπεσε τότε στα χέρια της και μετατράπηκε σε Ενετική επαρχία. Οι αγαστές σχέσεις και οι, έως τότε, ισορροπίες ανατρέπονται. Το χτύπημα αυτό έστρωσε το χαλί για τους Οθωμανούς και δύο αιώνες, αργότερα, οδήγησε στην Άλωση της Πόλης.
Οι βυζαντινοί πρόσφυγες στη Βενετία
Η Βενετία αποτέλεσε καταφύγιο για τους κατοίκους του Βυζαντίου που αναγκάστηκαν να καταφύγουν εκεί μετά την πτώση του. Επρόκειτο για λόγιους, ανθρώπους των τεχνών, επιφανείς οικογένειες που μετέφεραν μαζί με τις ζωές, την περιουσία και την κουλτούρα τους. Τον 14ο αιώνα μια δημιουργική παροικία δημιουργήθηκε στη Βενετία. Αριθμούσε γύρω στους 4.000 κατοίκους. Ο καρδινάλιος Βησσαρίωνας ο Τραπεζούντιος ονόμασε την κοινότητα αυτή Δεύτερο Βυζάντιο. Μάλιστα, επέλεξε τη Βενετία για να δωρίσει την πλούσια προσωπική του βιβλιοθήκη του. Τα βιβλία του περιλάμβαναν λατινικά και ελληνικά χειρόγραφα. Τα χειρόγραφα αυτά αποτέλεσαν την αφορμή για τη δημιουργία της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης που είναι η δεύτερη σημαντικότερη και πλουσιότερα βιβλιοθήκη μετά από εκείνη του Βατικανού.
Στην Βενετία οι Έλληνες άρχισαν την πώληση αρχαίων, βυζαντινών, μοναστηριακών χειρογράφων τα οποία είχαν μεγάλη ζήτηση από ευγενείς και ιερωμένους μέχρι αυτοκράτορες. Παράλληλα υπήρχε ενδιαφέρον που εκδηλώθηκε από την πλευρά των Βενετών για την ελληνική γλώσσα και διευκόλυνε τις εμπορικές συναλλαγές. Αργότερα δημιουργήθηκαν ελληνικά τυπογραφεία που συνέβαλαν στην έκδοση θρησκευτικών βιβλίων και τη διάδοση του ελληνικού πολιτισμού.
Πηγή:
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια