Βουστρώνιοι -Οικογένεια

Η Οικογένεια των Βουστρώνιων στην Κύπρο

Image

Μεγάλη μεσαιωνική οικογένεια της Κύπρου, που άκμασε και μετά την περίοδο της Φραγκοκρατίας. Μέλη της οικογένειας εμφανίζονται στο προσκήνιο της κυπριακής ιστορίας από το δεύτερο μισό του 15ου αιώνα (οπότε φαίνεται ότι η οικογένεια είχε ανέλθει κοινωνικά) και απαντώνται έως και καθ’ όλη την περίοδο της Βενετοκρατίας (1489 – 1570), αρκετά δε πολεμούν κατά των Τούρκων υπερασπιζόμενα τη Λευκωσία το 1570 και πεθαίνουν κατά την άλωσή της στις 9 Σεπτεμβρίου. Στη συνέχεια, μέλη της οικογένειας που σώθηκαν και διέφυγαν, δημιούργησαν κλάδο της στην Ιταλία.           

 

Κατά τη θέση που πρώτος διατύπωσε ο Κωνσταντίνος Σάθας («Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη», τόμος Β΄, 1873, σελ. ρμβ΄) επρόκειτο για γαλλική οικογένεια που βρέθηκε στην Κύπρο κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας, άγνωστο όμως από πότε ακριβώς. Η οικογένεια αυτή, των de Bustron, σταδιακά εξελληνίστηκε, διατηρώντας όμως το αρχικό οικογενειακό επίθετο, κάποτε αλλοιωμένο, όπως στην περίπτωση του χρονικογράφου Γεωργίου Βουστρωνίου, ο οποίος αυτοαποκαλείται Τζωρτζής ο Πουστρούς. Όμως ο λόγιος Φλώριος Βουστρώνιος το κρατεί, ονομαζόμενος Florio Bustron.

 

Πάντως κατά τον 15o αιώνα η οικογένεια φαίνεται να ήταν ήδη εξελληνισμένη, εφόσον ένα από τα πιο διακεκριμένα μέλη της, ο Γεώργιος Βουστρώνιος, έγραψε το γνωστό «Χρονικόν» του στην τότε καθομιλουμένη ελληνική γλώσσα της Κύπρου. Υπήρξαν και άλλα μέλη της οικογένειας που διακρίθηκαν ως λόγιοι και άνθρωποι των γραμμάτων, με σημαντικότερο τον ιστορικό Φλώριο Βουστρώνιο, που όμως γράφοντας την «Ιστορία της Κύπρου» κατά την περίοδο της Βενετοκρατίας, προτίμησε τη χρήση της ιταλικής γλώσσας.

 

Σχεδόν όλα τα γνωστά μέλη της οικογένειας, έως και το 1570, φαίνεται ότι είχαν την ευκαιρία αλλά και τη δυνατότητα μόρφωσης και υπήρξαν είτε κάτοχοι αξιωμάτων είτε τοπικοί παράγοντες είτε και τα δύο. Ωστόσο μεταξύ των διαφόρων Βουστρωνίων που μας είναι γνωστοί, δεν περιλαμβάνεται καμιά γυναίκα.

 

Οικογένεια

Πολλά είναι τα σημαίνοντα μέλη της μεγάλης κυπριακής οικογένειας των Βουστρωνίων, αλλά και περισσότερα ακόμη είναι αυτά που μας αποκαλύπτονται στα ανέκδοτα βενετικά έγγραφα, κατά τις έρευνές μας. Πολύ σημαντικός είναι ο Φλώριος Βουστρώνιος ο οποίος μας κληροδότησε σημαντικότατο έργο με την ιστορία του, η οποία περιέχει πολύτιμης αξίας στοιχεία για την Κύπρο τόσο της Φραγκοκρατίας όσο και της Βενετοκρατίας.

 

Εξίσου σημαντικά είναι και όσα δικά του χειρόγραφα έτυχε να διασωθούν και απόκεινται σήμερα στα βενετικά αρχεία. Πολυτιμότατο είναι το έργο του Γεωργίου Βουστρωνίου, ενός άλλου μέλους της ίδιας οικογένειας κατά τα τέλη της Φραγκοκρατίας, που ήταν διοικητής περί το 1460  των Αλυκών και υπηρέτησε στην αυλή του Ιακώβου Lusignan και της Αικατερίνης Κορνάρο. Το χρονικό του Γεωργίου Βουστρωνίου δεν έχει μόνο ιστορική αξία, γιατί καλύπτει τα έργα και τις ημέρες του τελευταίου Φράγκου βασιλιά της Κύπρου, αλλά και γλωσσική αφού μαζί με το χρονικό του Λεοντίου Μαχαιρά αποτελούν τα σημαντικότερα γραπτά μνημεία της κυπριακής διαλέκτου.

 

Η παλαιότερη μνεία για την οικογένεια των Βουστρωνίων ανάγεται στα 1425, όταν για πρώτη φορά απαντά σε πηγή ένας κυρ-Δημήτριος Βουστρώνιος (Βustron). Τουλάχιστον τέσσερα με πέντε μέλη της οικογένειας κατείχαν δημόσιες θέσεις στο βασίλειο της Κύπρου. Κατά τη Βενετοκρατία, οι Βουστρώνιοι υπήρξαν φεουδάρχες, υπηρέτησαν ως υπάλληλοι του Δημοσίου, στρατιωτικοί αλλά ακόμη και ως μέλη του κλήρου. Το 1567, μεταξύ των υποψηφίων για την πλήρωση της κενής επισκοπικής έδρας Λευκάρων-Αμαθούντος-Λεμεσού, ήταν υποψήφιος και ο Λαυρέντιος Βουστρώνιος, καλόγηρος στη μονή του Αγίου Γεωργίου των Μαγγάνων. Επίσης, το 1568 μεταξύ των υποψηφίων για εκλογή επισκόπου Σολέας (αρχιεπισκόπου Κύπρου) ήταν υποψήφιος και ο Νεόφυτος Βουστρώνιος, οικονόμος της μονής του Αγίου Νικολάου, στο Ακρωτήρι. Η οικογένεια των Βουστρωνίων συνδέθηκε μ’ επιγαμίες με τις πιο σπουδαίες οικογένειες της Κύπρου, όπως τον φραγκικό βασιλικό οίκο των Lusignan, των Flatro, των Denores, των Ποδοκάθαρων και άλλων. Κατά τον πόλεμο της Κύπρου 1570 – 1571, κάποια μέλη της οικογένειας αιχμαλωτίστηκαν και άλλα αργότερα εγκαταστάθηκαν στη Βενετία όπου και διέπρεψαν.

 

Ιάκωβος Βουστρώνιος

Από ανέκδοτη πηγή με ημερομηνία 31η Ιουλίου του 1567 πληροφορούμαστε για τον στρατιωτικό Ιάκωβο Βουστρώνιο. Στις 16 Σεπτεμβρίου 1566 ο Ιάκωβος Βουστρώνιος είχε διοριστεί διοικητής (capo) σαράντα εφίππων αρκεβουζιοφόρων στο διαμέρισμα της Χρυσοχούς. Λίγο μετά, όμως, όπως αναφέρεται στο έγγραφό μας, είχε καταργηθεί το σώμα των εφίππων αρκεβουζιοφόρων και έτσι ο Ιάκωβος είχε μείνει χωρίς εργασία. Τότε, αποτάθηκε στις βενετικές αρχές και εξέθεσε τις υπηρεσίες που είχε προσφέρει η οικογένειά του και οι πρόγονοί του. Επίσης, απαρίθμησε τις μεγάλες δαπάνες που είχε κάνει ο ίδιος για αγορά αλόγων και οπλισμού, για να προετοιμάσει και εκγυμνάσει τους έφιππους αρκεβουζιοφόρους και υπέβαλε αίτημα όπως διοριστεί σε κάποιο λόχο ιππέων. Μετά από εισήγηση των βενετικών αρχών προτάθηκε όπως εγγραφεί σε κάποιο λόχο των ελαφρών ιππέων μαζί με δύο ιππείς και με καταβολή μισθού και παραχώρηση κριθαριού, όπως συνηθιζόταν σε τέτοιες περιπτώσεις. Τέλος, τονιζόταν στην επιστολή των βενετικών αρχών ότι ο Ιάκωβος Βουστρώνιος ήταν ένα έμπιστο και έντιμο πρόσωπο και θα προσέφερε σημαντική υπηρεσία. Ο Ιάκωβος Βουστρώνιος πρέπει μάλλον να ταυτιστεί με τον ομώνυμό του, που είχε αιχμαλωτιστεί κατά την πτώση της Λευκωσίας το 1570 από τον Μουσταφά πασά, όπως αναφέρεται το 1571 σε έκθεση του Βενετού βαΐλου στην Κωνσταντινούπολη.

 

Bernardin Βουστρώνιος

Αρκετά ανέκδοτα έγγραφα απαντούν σχετικά με τον Bernardin Βουστρώνιο, ο οποίος φαίνεται να κατείχε τη θέση του γραμματέα στην καγκελλαρία της βενετικής διοίκησης της Κύπρου. Άλλοτε πάλι απαντά ως εκμισθωτής χωριών. Το 1545 είχε εκμισθώσει το εμπαλείο των Κουκλιών αλλά είχε επίσης αγοράσει και τη γραμματεία (scrivania) του ίδιου διαμερίσματος.

 

Σε πηγή με ημερομηνία 30 Ιουνίου 1547, ο φεουδάρχης Ιάκωβος Costanzo είχε εκμισθώσει για τρεις χιλιάδες δουκάτα το εύφορο χωριό Κούκλια του διαμερίσματος της Πάφου επ’ ονόματι του Μάρκου Culle και με εκπρόσωπο τον άρχοντα Bernardin Βουστρώνιο, με τη συμφωνία ότι ως κύριος εκμισθωτής θα θεωρείται ο Μάρκος Culle. H αποπληρωμή θα γινόταν ανά χίλια δουκάτα κάθε τριμηνία. Επίσης, την ίδια εποχή ο Bernardin υπηρετούσε και ως γραμματέας του διαμερίσματος Κουκλιών, θέση την οποία έχασε το 1545 για ένα χρέος 90 δουκάτων προς το Δημόσιο.

 

Πέτρος Βουστρώνιος

O Giotin Βουστρώνιος ήταν ο εκμισθωτής του Δικώμου το 1529 και εκμισθωτής των μεγάλων διαπυλίων της Αμμοχώστου (grande gabella de Famagusta). Όταν το 1529 είχε πεθάνει οι απόγονοί του είχαν μείνει χρεώστες στο Δημόσιο από την εκμίσθωση του Δικώμου. Σύμφωνα με τη διήγηση της άλωσης της Λευκωσίας του Ιωάννη Σωζόμενου, ο Πέτρος Βουστρώνιος, γιος του Giotin, είχε φονευθεί κατά τη διάρκεια της πολιορκίας τον Σεπτέμβριο του 1570, από τους Οθωμανούς. Φαίνεται όμως ότι ο συντάκτης της διήγησης δεν θα ήταν καλά πληροφορημένος γιατί, δέκα χρόνια μετά, το 1580, συναντούμε τον Πέτρο Βουστρώνιο, γιο του Giotin, φεουδάρχη του Δικώμου, στη Βενετία.

 

Ο Πέτρος Βουστρώνιος το 1580 βρισκόταν στη Βενετία και συνέταξε με έναν Βενετό νοτάριο ένα έγγραφο, στο οποίο κατέγραφε τη δράση του κατά τον πόλεμο της Κύπρου και τις υπηρεσίες που προσέφερε στην υπεράσπιση της Αμμοχώστου. Το έγγραφο αυτό υπέγραφαν ως μάρτυρες διακεκριμένοι Κύπριοι και αυτόπτες μάρτυρες πιστοποιώντας όσα είχε καταγράψει ο ευγενής Κύπριος. Οι Κύπριοι αυτοί ήταν ο Ιώσηπος Piazza του Σίμωνος, τέως καγκελλάριος στην Αμμόχωστο, ο ιππότης και στρατιωτικός διοικητής Ανδρέας Rondachi, o άρχοντας Αλέξανδρος Ποδοκάθαρος γιος του Φιλίππου και ο ιατρός Ιωάννης Βαπτιστής Bertucci. Η δράση στην Αμμόχωστο των Ανδρέα Rondachi και Αλέξανδρου Ποδοκάθαρου μαρτυρείται στις πηγές της εποχής, ενώ σχετικά με τον ιατρό Bertucci γίνεται για πρώτη φορά μνεία στη διήγηση της πολιορκίας και παράδοσης της Αμμοχώστου, από τον Πέτρο Valderio.

 

Όπως διαβεβαίωναν οι πιο πάνω, ο Πέτρος Βουστρώνιος στην αρχή του πολέμου βρισκόταν στην πρωτεύουσα Λευκωσία και όταν οι ρέκτορες είχαν καλέσει όσους ήθελαν και επιθυμούσαν να μεταβούν στην υπεράσπιση της Αμμοχώστου, αυτός έσπευσε από τους πρώτους. Μαζί με προμήθειες και με την οικογένειά του εγκατέλειψε την κατοικία του στη Λευκωσία και μετέβη στην Αμμόχωστο. Ακολούθως, έλαβε μέρος σε όλες τις πολεμικές επιχειρήσεις και πολλές φορές κινδύνεψε να χάσει τη ζωή του υπερασπιζόμενος την πόλη. Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της Αμμοχώστου ο Πέτρος Βουστρώνιος διέμενε στην οικία του Rossi. Στην ίδια κατοικία, όπως μας πληροφορεί ο ίδιος, διέμενε και ο Βενετός καπιτάνος της Πάφου Lorenzo Tiepolo.

 

Ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο, όπως  αναφέρεται στο έγγραφό μας, όταν παραδόθηκε η πόλη στους Οθωμανούς επειδή διέμενε εκεί και ο Βενετός αξιωματούχος, λεηλατήθηκε η κατοικία και ό,τι περιουσιακό στοιχείο ανήκε στον Πέτρο Βουστρώνιο, χάθηκε. Στην ίδια κατοικία, επίσης, είχαν κρυφτεί για να γλυτώσουν από την αιχμαλωσία ή τον θάνατο και κάποιοι στρατιώτες και υπερασπιστές της πόλης και, μεταξύ αυτών, ήταν και ο Νέστορας Martinengo.

 

Μάρτυρας των πιο πάνω εμφανίστηκε και ο ευγενής Ιάκωβος Στράμπαλης, γιος του αοίδιμου Διομήδη. Παρεμπιπτόντως σημειώνουμε ότι πρόκειται για τον Διομήδη Στράμπαλη, κάτοχο του χρονικού, που μας είναι γνωστό ως χρονικό Strambaldi. To 1570 είχε μεταβεί και ο Ιάκωβος Στράμπαλης στην άμυνα της Αμμοχώστου όπου είχε συναντήσει τον Πέτρο Βουστρώνιο και υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας των υπηρεσιών, που προσέφερε στην υπεράσπιση της πόλης. Και όταν ακόμη, σημειώνει ο Ιάκωβος Στράμπαλης, είχε λεηλατηθεί η κατοικία στην οποία διέμενε ο Πέτρος Βουστρώνιος, αυτός με υψηλό φρόνημα παρέμεινε πιστός στη Γαληνοτάτη και συνέχισε να προσφέρει τις υπηρεσίες του.

 

Ο Πέτρος Βουστρώνιος φαίνεται να είχε εγκατασταθεί τελικά στη Βενετία αν και τα ίχνη του δεν τα έχουμε συναντήσει πουθενά εκτός από τις πηγές που παρουσιάζουμε στην παρούσα μελέτη. Αναφορά σε άλλη πηγή γίνεται για έναν Πέτρο Βουστρώνιο, όμως γιο του Ιωάννη και όχι του Giotin. Το 1580, ο Πέτρος Βουστρώνιος, γιος του Giotin, απαντά και σε μία άλλη πηγή, στην οποία υπογράφει ως μάρτυρας για τον Κύπριο Ιωάννη Βαπτιστή Tenturi και την αδελφή του Κατερίνα. Ο Πέτρος Βουστρώνιος μαζί με τον Αντώνιο Πετρίτη, ιερέα από την Κερύνεια, και τον Φραγκίσκο Σοδερίνη του αείμνηστου Αγγέλου, πιστοποιούσαν ότι ο Ιωάννης Βαπτιστής και η Κατερίνα ήταν παιδιά του μακαριστού Λούτσιου Tenturi, από τη Λευκωσία και ότι ο πατέρας τους ήταν οικονομικά εύρωστος κατά το έτος 1570, που είχε καταληφθεί η πόλη από τους Οθωμανούς.

 

Το όνομα του υπερασπιστή της Αμμοχώστου από την οικογένεια των Βουστρωνίων υπάρχει και σ’ ένα άλλο έγγραφο της ίδιας εποχής, στο οποίο υπογράφει και πάλι ως μάρτυρας για μια Κύπρια με το όνομα Φιορέντζα, θυγατέρα του Bernardo. H Φιορέντζα μετά την απελευθέρωσή της από τα χέρια των Οθωμανών κατέφυγε στη Βενετία και ζούσε σε πολύ μεγάλη φτώχια και δυστυχία. Μαζί με τον Πέτρο Βουστρώνιο υπέγραφαν ως μάρτυρες για τη Φιορέντζα με ένορκη δήλωση και οι Κύπριοι Αννίβας Cadit, Mάρκος Vernin και Ballian Σωζόμενος, του αείμνηστου Ιωάννη. Ο Ballian ήταν σύζυγος της Λάουρας Δενόρες και πατέρας του Ιωάννη Σωζομένου, του γνωστού ως «νομομαθούς» και πρώτου βιβλιοφύλακα της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης.

 

Οι πιο πάνω πηγές δεν μας έδωσαν μόνο νέα στοιχεία για μέλη της οικογένειας των Βουστρωνίων, όπως τους Λαυρέντιο, Νεόφυτο, Ιάκωβο, Bernardin και Πέτρο αλλά, ταυτόχρονα, εμπλούτισαν τις γνώσεις μας και για άλλα μέλη της κυπριακής παροικίας, κατά την ίδια εποχή, στην πόλη των τεναγών…

 

ΝΑΣΑ ΠΑΤΑΠΙΟΥ