Παλαιότερα ήταν συνήθεια στην Κύπρο να βαφτίζει το πρώτο παιδί κουμπάρος του ζεύγους (που ήταν ένας μόνο στο γάμο και όχι πολλοί όπως σήμερα) και το δεύτερο παιδί η κουμέρα (που επίσης ήταν μόνο μία). Ήταν επίσης συνήθεια να βαφτίζουν εναλλάξ ο κουμπάρος και η κουμέρα όλα τα παιδιά μιας οικογένειας. Ο κουμπάρος που βάφτιζε λεγόταν μυρωδικός (από τα μύρα) και η κουμέρα μυρωδιτζ’ή. Ο ανάδοχος στην Κύπρο λέγεται τατάς και η ανάδοχος νούννα. Το παιδί που θα βαφτιστεί θεωρείται καλαδέρφιν με τα παιδιά του τατά του. Αλλά και όλα τ' αδέλφια του βαφτιστικού θεωρούνται καλαδέρφια με όλα τα παιδιά του τατά, και προσφωνούν με το τατά και νούννα τους αναδόχους του αδελφού τους. Επειδή ορισμένα καλαδέρφια (τα παιδιά που βαφτίζει ο ίδιος ανάδοχος) δεν μπορούν να συζευχθούν μεταξύ τους, ο άντρας σ' ένα αντρόγυνο προσπαθεί να βαφτίζει μόνο αγόρια ή μόνο κορίτσια, κι η σύζυγός του μόνο παιδιά του αντίθετου φύλου. Κάποτε οι ανάδοχοι ενός παιδιού είναι περισσότεροι του ενός. Επίσης είναι δυνατό, αν ο ανάδοχος δεν μπορεί να παρευρεθεί στην τελετή, να βαφτίσει με αντιπρόσωπό του.
Ο ανάδοχος είναι υποχρεωμένος να ετοιμάσει τα βαφτιστικά του μωρού, που είναι: το αττερούδιν (πουκαμισάκι), εσώρουχα, φουστανάκι, σκούφια, σαλιαρίστρα, παπουτσάκια (συνήθως πλεκτά μάλλινα). Επίσης ένα χρυσό ή επίχρυσο σταυρό. Πρέπει επίσης ν' αγοράσει το μυροπάννιν (ἐμφώτιος ἐσθής), δηλαδή λευκό ύφασμα στο οποίο θα περιτυλιχθεί το βρέφος όταν ο ανάδοχος θα το δεχθεί από την κολυμπήθρα, και σ' αυτό θα δεχθεί το μωρό το μύρον. Ακόμη ο ανάδοχος δωρίζει στη μητέρα του παιδιού ένα φόρεμα και συνεισφέρει για το συμπόσιο που θ' ακολουθήσει την βάπτιση. Θα πάρει ακόμη σαπούνι και προσόψιο για την τελετή, και θα φιλοδωρήσει το παιδί που θα πει τον Απόστολο ή το Πιστεύω, ή και τα παιδιά που κρατούν το σταυρό, τη λαμπάδα κτλ.
Η επιλογή του ονόματος στην Κύπρο κανονίζεται συνήθως από τους γονείς, που δίνουν στα παιδιά τα ονόματα των δικών τους γονιών με προτεραιότητα στους νεκρούς γονείς ή άλλους νεκρούς συγγενείς. Κάποτε δίνεται στα παιδιά το όνομα ενός αγίου στον οποίο τα «έταξαν». Υπάρχουν και περιπτώσεις όπου το όνομα επιλέγει ο ανάδοχος.
Παλαιότερα η βάπτιση γινόταν στα σπίτια. Σήμερα τούτο επιτρέπεται μόνο σε περίπτωση σοβαρής ασθένειας του παιδιού. Μετά την βάπτιση στην εκκλησία, σχηματίζεται πομπή για την επιστροφή στο σπίτι, με τα εξαπτέρυγα μπροστά. Ακολουθεί ο παπάς ψάλλοντας, και δίπλα του ο ανάδοχος κρατώντας το παιδί. Ακολουθούν οι συγγενείς και οι φίλοι. Η μητέρα του νεοφώτιστου (έτσι λέγεται στην Κύπρο το παιδί που βαφτίζεται) δεν παρευρίσκεται στην τελετή αλλά περιμένει στην είσοδο του σπιτιού της. Αφού κάμει το σημείο του σταυρού και προσκυνήσει τον σταυρό που προηγείται της πομπής, παραλαμβάνει από τα χέρια του παπά το παιδί της. Δίνοντας το βρέφος ο παπάς λέγει σ' αυτήν: «Λάβε μήτερ το παιδίον, βαπτισμένον, μυρωμένον, να το προσέχεις ως εφτά χρόνους από φωτιάν, από νερόν, από λάκκον τζαι κρεμμόν». Ακολουθεί από όλους η ευχή να της ζήσει.
Ακολουθεί γλέντι. Η μητέρα κοιμίζει το βρέφος και τοποθετεί κοντά του μια λαμπάδα ή το αναμμένο φανάρι της εκκλησίας. Αν κατά τη διάρκεια του συμποσίου το παιδί κλάψει, τούτο είναι σημείο ότι οι ξένοι πρέπει να πιουν εις υγεία του νεοφώτιστου και να φύγουν.
Αφού περάσουν 3 μέρες από τη βάπτιση, τότε πλένονται τα μύρα, δηλαδή τα ρουχαλάκια που φόρεσε το παιδί αμέσως μετά την βάπτιση. Τα μύρα πρέπει να πλυθούν από τον/ την ανάδοχο ή να πληρώσει κάποιον άλλο να τα πλύνει. Το πλύσιμο των μύρων θεωρείται καλή ενέργεια, γι’ αυτό προτιμότερο είναι να πλύνει τα μύρα ο ίδιος ο ανάδοχος, όπως εκφράζεται και στην παροιμία: «ο πελλός εβάφτιζεν τζι' ο νούσιμος επλύννισκεν τα μύρα».
Σε μερικές περιοχές, στο νερό που πλένουν τα μύρα ρίχνουν 7 αμύγδαλα. Αυτά φυλάγονται από τη μητέρα του παιδιού κι όταν αυτό πρωτοπάει στο δημοτικό σχολείο (παλαιότερα πήγαιναν σε ηλικία 7 χρόνων), τα έδινε στο παιδί να τα φάει. Το νερό των μύρων ρίχνεται σε μέρος απάτητο.
Όταν το παιδί κάμει τα πρώτα του βήματα, ο ανάδοχος θα του αγοράσει τα πρώτα παπούτσια. Κάνει επίσης στο παιδί διάφορα δώρα από καιρού εις καιρόν και ιδίως κατά τις μεγάλες γιορτές. Το κυρίως δώρο της πρωτοχρονιάς και ιδίως των Φώτων (6 Ιανουαρίου) που λέγεται πλουμιστήρα από το πλουμίζω ή πουλουστρένα από το γαλλικό pour estrene (= καλή τύχη) ήταν χρήματα.
Η μετάληψη της θείας κοινωνίας του παιδιού, ειδικά η πρώτη, είναι επίσης καθήκον του αναδόχου.
Σε περίπτωση που το βρέφος κινδυνεύει να πεθάνει, τότε μπορεί οποιοσδήποτε να το βαφτίσει «στον αέρα», δηλαδή να το σταυρώσει τρεις φορές στον αέρα. Αν το βαφτίσει ένας από τους γονείς, τότε το ζεύγος πρέπει να ζήσει χωρισμένο. Αν το παιδί πεθάνει αβάπτιστο, πιστεύεται ότι μετατρέπεται σε καλικάντζ'αρο που, κατά τη νύχτα της πρωτοχρονιάς φωνάζει από την καπνοδόχο και λέει:
Η μάνα μου 'λυπήθηκεν το μύρος τζ'α'ι το λάιν
τζ'άφηκεμ' με τζ'εγίνηκα εναν καλικαντζ'άριν
τζ'αι γυρίζω στο φεγγάριν με το παλιοματσουκάριν.
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια