Ονομασία περιοχής της Κύπρου, της περιοχής στην οποία εκβάλλει ο ομώνυμος ποταμός, Βασιλοπόταμος ή και Βασιλικός. Την περιοχή αναφέρει ο χρονικογράφος Λεόντιος Μαχαιράς ως τον χώρο στον οποίο είχε φθάσει η αγία Ελένη μετά την επίσκεψή της στους Αγίους Τόπους, όπου είχε βρει και τον Τίμιο Σταυρό. Μάλιστα εκεί, αναφέρει, η αγία είχε διανυκτερεύσει. Ο κάπως μεταγενέστερος του Μαχαιρά ιστορικός Φλώριος Βουστρώνιος, γράφοντας για το ίδιο γεγονός, αναφέρει ότι η αγία Ελένη «έφθασε στο νησί, στην περιοχή που είναι γνωστή ως Βασιλοπόταμος, η οποία περιοχή βρίσκεται εκεί που ονομάζεται τώρα Μαζωτός».
Το χωριό Μαζωτός βρίσκεται αρκετά μακριά από τις εκβολές του ποταμού Βασιλικού, όμως κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας η ευρύτερη περιοχή γύρω από το χωριό αποτελούσε επαρχία, την επαρχία Μαζωτού, για την οποία ο Φλώριος Βουστρώνιος κάνει και άλλες δύο αναφορές. Στην προκειμένη περίπτωση, θα εννοούσε ότι η περιοχή του Βασιλοπόταμου ανήκε στην επαρχία του Μαζωτού.
Στην περιοχή των εκβολών του Βασιλοπόταμου υπήρχε κτισμένη αρχαία πόλη με λιμάνι, πιθανότατα η πόλη Παλαιά*, την οποία αναφέρει στα «Γεωγραφικά» του ο Στράβων ως ευρισκόμενη μεταξύ Κιτίου και Αμαθούντος.
Φυσικά η αγία Ελένη, μητέρα του τότε κοσμοκράτορα Μεγάλου Κωνσταντίνου, θα πρέπει να είχε ταξιδεύσει μαζί με μεγάλη συνοδεία και με στρατιωτική και ναυτική φρουρά, να είχε προσορμισθεί σε κανονικό κυπριακό λιμάνι και να είχε τύχει της ανάλογης υποδοχής από τις τότε αρχές της Κύπρου (που κάθε άλλο παρά έρημη ήταν, όπως έγραψε ο Λεόντιος Μαχαιράς και διαιώνισε η εκκλησιαστική παράδοση – αντιθέτως, η Κύπρος ευημερούσε τότε ακόμη).
Πράγματι, στην περιοχή του Βασιλικού υπάρχουν αρχαιότητες, αρκετές ορατές, τμήματα των οποίων καταστράφηκαν από τη θάλασσα. Κατάσπαρτα θραύσματα αγγείων μαρτυρούν ότι η εκεί πόλη, ή πολίχνη, θα πρέπει να είχε ακμάσει τουλάχιστον από την Κλασσική εποχή (5ος π.Χ. αι.). Στον θαλάσσιο βυθό της περιοχής υπάρχουν αρχαία αντικείμενα, όπως πέτρινες άγκυρες, πράγμα που δείχνει ότι εκεί υπήρχε και λιμάνι. Επίσης υπάρχουν ίχνη καταστροφής από πυρκαγιά, που δείχνουν ότι ο οικισμός θα πρέπει να είχε οριστικά καταστραφεί κατά τα μέσα του 7ου μ.Χ. αι., από τις πρώτες αραβικές επιδρομές. Κάπως προς τα ενδότερα υπάρχουν επί υψωμάτων αρχαίοι τάφοι. Τους χώρους εντόπισε ο ερευνητής Άντρος Παυλίδης, εξέτασε δε το Τμήμα Αρχαιοτήτων. Ωστόσο δεν έχουν γίνει ακόμη ανασκαφές και δεν υπάρχουν τελεσίδικα συμπεράσματα.