Γάλλος (υπο)πρόξενος στην Κύπρο στα 1834 - 1835, διάδοχος του φιλέλληνα Μποττύ (Bottu), αλλά ανθέλληνας. Συχνά ο Σαιντ - Ουέν αποκαλεί τους Έλληνες εγκληματίες και ζητεί όπως το γαλλικό (υπο)προξενείο Λάρνακας παύσει να τους παρέχει προστασία. Πράγματι πέτυχε να λάβει από τον πρεσβευτή της Γαλλίας στην Κωνσταντινούπολη επιστολή που κατά τη δική του ερμηνεία σήμαινε ότι είχε πια το δικαίωμα να αρνείται παροχή προστασίας στους Έλληνες. Μετά απ' αυτό εξέδωσε εγκύκλιο προς τους (υπο)προξένους της Ολλανδίας, της Ρωσίας και της Αυστρίας, στην οποία γνωστοποιούσε την «απόφαση» αυτή, που ωστόσο ανετράπη από τον διάδοχό του Ρεϋμπώ (Reybaud).
Στην υπόθεση του Γ. Λαπιέρ*, δραγομάνου του γαλλικού (υπο)προξενείου που είχε διαδραματίσει σκοτεινό ρόλο στα 1821 και έπειτα εις βάρος των Χριστιανών, ο Σαιντ - Ουέν πήρε θέση φιλική έναντί του και αντίθετη προς εκείνη των άλλων Γάλλων της Κύπρου τότε, που τον θεωρούσαν φίλο και συνεργάτη των εχθρών των Γάλλων και εκμεταλλευτή τους, καθώς και συνεργό των υπαιτίων του θανάτου του (υπο)προξένου Μποττύ στα 1833. Αρχικά ο Σαιντ -Ουέν σε σύσκεψη στη Λάρνακα, τον Νοέμβριο του 1834, Ελλήνων προκρίτων και του κυβερνήτη Χατζή Σαϊντ Μεχμέτ, είχε συμφωνήσει στη λήψη μέτρων κατά της απειλούμενης επιστροφής του Λαπιέρ στην Κύπρο, από όπου είχε εκδιωχθεί με γενική απαίτηση. Ωστόσο, τον Μάρτιο του 1835 ο Σαιντ - Ουέν σε έγγραφό του συμπεραίνει ότι ο Λαπιέρ αν και όχι αθώος, ήταν θύμα υπερβολικών κατηγοριών από ανθρώπους που αποσκοπούσαν να διαιωνισθεί η εξορία του από την Κύπρο για να αποκτήσουν την περιουσία του και να αποφύγουν την πληρωμή των χρεών τους προς αυτόν. Η στάση του Σαιντ - Ουέν μπορεί να ερμηνευθεί ως αποτέλεσμα των ανθελληνικών αισθημάτων του που τον οδήγησαν στην εύνοια προς τον μισητό στους Έλληνες Λαπιέρ.