Με την ονομασία αυτή είναι γνωστοί 7 υπόγειοι λαξευτοί τάφοι στην περιοχή της Κάτω Πάφου. Οι τάφοι αποτελούν σήμερα ένα ενιαίο αρχαιολογικό σύνολο που βρίσκεται στη βόρεια άκρη της μεγάλης βόρειας νεκρόπολης της Κάτω Πάφου. Αν και ονομάστηκαν τάφοι των βασιλέων, εξαιτίας του μεγέθους και της εντυπωσιακής τους κατασκευής, οι λαξευτοί αυτοί τάφοι δεν απεδείχθη ότι έχουν σχέση με οποιουσδήποτε βασιλιάδες. Χρονολογούνται στην Ελληνιστική εποχή (325 - 50 π.Χ.), όμως χρησιμοποιήθηκαν και αργότερα, μερικοί δε και ως υπόγειοι χώροι λατρείας των πρώτων Χριστιανών. Εξάλλου ένας από τους τάφους, ο βορειότερος, είναι γνωστός και με την ονομασία Παλιοεκκλησιά. Παρόμοιου τύπου λαξευτοί τάφοι, της ίδιας περίπου εποχής, υπάρχουν και στην Αλεξάνδρεια.
Οι τάφοι είναι λαξευμένοι στον βράχο, σε βάθη που φθάνουν μέχρι τα 5 μέτρα, κι ο καθένας αποτελείται από μεγάλη υπαίθρια και περίστυλη αυλή ορθογώνιου σχήματος, στην οποία οδηγεί στενή βαθμιδωτή κλίμακα. Οι τέσσερις πλευρές της κάθε μιας υπαίθριας αυλής έχουν ισάριθμες στοές που υποστηρίζονται από ασβεστολιθικούς κίονες δωρικού ρυθμού. Οι νεκρικοί θάλαμοι είναι λαξευμένοι στους κάθετους τοίχους των στοών. Πολλοί από τους νεκρικούς θαλάμους έχουν επιπρόσθετες ταφικές θήκες στις πλευρές τους. Στους περισσότερους τάφους το διάζωμα του περιστυλίου είναι διακοσμημένο με συνεχή λαξευτή ταινία από τρίγλυφα και μετόπες δωρικού ρυθμού.
Ο πρώτος από τους τάφους έχει 5 ταφικές θήκες για ενήλικες και 2 μικρές για παιδιά. Το εσωτερικό του ταφικού θαλάμου είχε ζωγραφική διακόσμηση. Ο δεύτερος από τους τάφους έχει κλίμακα με 12 σκαλοπάτια που οδηγεί στην αυλή. Έχει τρεις ταφικούς θαλάμους και 4 ταφικές θήκες. Σύμφωνα προς τις ενδείξεις ο τάφος αυτός είχε χρησιμοποιηθεί κατά την Ελληνιστική και τη Ρωμαϊκή εποχή. Ο τρίτος τάφος, με κλίμακα από 12 σκαλοπάτια, περίστυλη αυλή, τρίγλυφα και μετόπες, έχει μεγάλο αριθμό από ταφικές θήκες λαξευμένες στο βράχο, και δυο νεκρικούς θαλάμους. Ίχνη από ζωγραφική εσωτερική διακόσμηση σώζονται πάνω από μια ταφική θήκη. Ο τέταρτος τάφος, πολύ κοντά στον προηγούμενο, επίσης με περίστυλη αυλή, κίονες δωρικού ρυθμού και ανάλογη διακόσμηση, έχει κλίμακα (ή κλιμακωτό δρόμο) με 13 σκαλοπάτια και έναν νεκρικό θάλαμο. Ο πέμπτος τάφος, ένας από τους μεγαλύτερους που έχουν ανασκαφεί, έχει μεγάλο κλιμακωτό δρόμο μήκους 7,40 μ. και πλάτους 2,80 μ. που οδηγεί σε αψιδωτή είσοδο και σε μεγάλη αυλή. Έχει ένα μεγάλο νεκρικό θάλαμο στη νότια πλευρά, και πολλές ταφικές θήκες στις άλλες πλευρές. Το βάθος του, από την επιφάνεια του εδάφους, είναι 5 μέτρα. Ολόκληρο το σύμπλεγμα του τάφου αυτού καλύπτει έκταση 390 τετραγ. μέτρων. Ο τάφος αυτός είχε χρησιμοποιηθεί και κατά τον Μεσαίωνα και αργότερα για διάφορους σκοπούς, ακόμη και ως μάντρα για κοπάδια. Ο έκτος τάφος, που έχει ανασκαφεί πρόσφατα, βρίσκεται νοτιοανατολικά του προηγουμένου. Ο τάφος αυτός είναι διαφορετικός από τους άλλους γιατί αντί περίστυλης αυλής έχει μεγάλη υπαίθρια αυλή στο μέσο της οποίας υπάρχει λαξευτός θάλαμος. Στον τάφο οδηγεί κλιμακωτός δρόμος με 13 σκαλοπάτια που καταλήγει σε αψιδωτή είσοδο. Στον μεγάλο νεκρικό θάλαμο του τάφου υπάρχουν και 5 ταφικές θήκες καθώς και οστεοθήκη. Συνολικά έχουν ανευρεθεί στον τάφο αυτό 18 ταφικές θήκες. Φαίνεται ότι ο τάφος έφερε χρωματικές διακοσμήσεις. Ένας δευτερεύων κλιμακωτός δρόμος του τάφου έχει 16 σκαλοπάτια. Στον τάφο αυτό βρέθηκαν κεραμικά και άλλα αντικείμενα της Ελληνιστικής και της Ρωμαϊκής εποχής. Ο έβδομος από τους τάφους, γνωστός και σαν Παλιοεκκλησιά, βρίσκεται στο βόρειο άκρο του αρχαιολογικού χώρου. Έχει κλίμακα με 7 σκαλοπάτια που οδηγεί στην υπαίθρια και περίστυλη αυλή. Οι τέσσερις στοές υποστηρίζονται από κίονες δωρικού ρυθμού. Ανάλογη είναι και η διακόσμηση. Υπάρχουν δυο νεκρικοί θάλαμοι, με 5 και 9 ταφικές θήκες.
Στην περιοχή των 7 αυτών τάφων υπάρχουν και αρκετοί άλλοι μικρότεροι, καθώς και άλλοι που δεν έχουν ακόμη ανασκαφεί.
Οι τάφοι αποτελούν εντυπωσιακά παραδείγματα μνημειακής λαξευτής ταφικής αρχιτεκτονικής, πράγμα που οδήγησε και στην ονομασία τους ως βασιλικών, και στην ανεπιβεβαίωτη υπόθεση ότι πιθανό να είχαν χρησιμοποιηθεί ως τάφοι Πτολεμαϊκών βασιλικών οικογενειών που είχαν έδρα τους την Πάφο. Η περιοχή τους ερευνήθηκε από τον περιβόητο Τσεσνόλα. Ανασκαφές είχαν γίνει το 1915-6. Το 1937 και αργότερα έγιναν εργασίες καθαρισμού και συντήρησής τους από τον Λοΐζο Φιλίππου.
«Τάφοι των Βασιλέων» ονομάστηκαν λόγω του μεγέθους και της επιβλητικότητάς τους, αλλά βασιλιάδες δεν είχαν ταφεί σ' αυτούς αφού στην Ελληνιστική Εποχή στην οποία χρονολογούνται, δεν υπήρχαν πλέον βασίλεια στην Κύπρο και συνεπώς ούτε και βασιλιάδες. Εξαίρεση ίσως να αποτελεί ο τάφος υπ' αριθμόν 6, που διαφέρει εντελώς από τους υπολοίπους ως προς την αρχιτεκτονική του: Αντί να έχει περίστυλη αυλή με θαλάμους γύρω της, έχει μεγάλη υπαίθρια αυλή στο μέσο της οποίας παρέμεινε ο φυσικός βράχος ο οποίος και λαξεύθηκε σε σχήμα τετράπλευρου κτιρίου ˙ στη δυτική πλευρά αυτού του «κτιρίου» υπάρχει ο κύριος νεκρικός θάλαμος. Μεταξύ των ευρημάτων στον τάφο αυτό κατά τις ανασκαφές των τελευταίων χρόνων, βρέθηκε και ένα ομοίωμα αετού, ο δε αετός ήταν το σύμβολο των Πτολεμαίων βασιλιάδων.
Με βάση αυτή κυρίως την ένδειξη, τον αετό που έχει βρεθεί, θεωρείται πιθανό στον τάφο αυτό να είχε ταφεί ο βασιλιάς της Κύπρου Πτολεμαίος που είχε αυτοκτονήσει το 58 π.Χ., όταν η ισχυρότατη Ρώμη κατέλαβε την Κύπρο και δήμευσε την περιουσία του. Επρόκειτο για το γιο του Πτολεμαίου Θ' Λαθύρου και αδελφό του Πτολεμαίου IB' Αυλητή, ο οποίος το 80 π.Χ. έγινε βασιλιάς της Κύπρου και παρέμεινε μέχρι την αυτοκτονία του το 58 π.Χ.
Οι ανασκαφικές εργασίες στον αρχαιολογικό χώρο των «τάφων των Βασιλέων» έγιναν για σειρά ετών (1977 και εξής) συστηματικά από το Τμήμα Αρχαιοτήτων της Κύπρου, υπό τη διεύθυνση του αρχαιολόγου Σοφοκλή Χατζησάββα. Ερευνήθηκαν και άλλοι τάφοι στον ίδιο χώρο, ενώ έγιναν και εργασίες συντήρησης και — ως ένα επιτρεπτό βαθμό— αποκατάστασης των υπαρχόντων. Βρέθηκαν επίσης τα ίχνη της οδού που έφερε στους τάφους αυτούς, ξεκινώντας από τη βορειοδυτική πύλη της (Νέας) Πάφου. Η οδός ακολουθούσε περίπου παράλληλη πορεία με τη βραχώδη ακτή.