Βαλδουίνος ντ Ιμπελέν

Image

Σινεσκάρδος  (σενεσάλης-  αξιωματούχος αρμόδιος για την τελετή της στέψης, προήδρευε στο συμβούλιο των βαρόνων) της Κύπρου, ο δευτερότοκος από τους 5 γιους του Ιωάννη ντ' Ιμπελέν της Βηρυτού. Μαζί με τον αδελφό του Βάλιαν εχρίσθη ιππότης από τον πατέρα του, πιθανώς το 1224, μέσα σε πρωτοφανείς γιορταστικές εκδηλώσεις. Ο Βαλδουίνος ντ' Ιμπελέν πήρε ενεργό μέρος στη σύγκρουση μεταξύ του αυτοκρατορικού κόμματος του Φρειδερίκου Β , αυτοκράτορα της Γερμανίας και ηγέτη της πέμπτης Σταυροφορίας, και του κόμματος των Ιμπελέν (Ιβελίνων), προμάχου των δικαιωμάτων των φεουδαρχών στην Κύπρο, στη Συρία και στην Παλαιστίνη.

 

Στο Καζάλ Ιμπέρτ, 16 περίπου χμ. βόρεια της Άκρας, διεξήχθη μάχη μεταξύ αυτοκρατορικών δυνάμεων και δυνάμεων του Ιωάννη Ιμπελέν το 1232, στην οποία πήραν μέρος και Κύπριοι ιππότες στο πλευρό του Ιμπελέν, καθώς και τρεις από τους γιους του τελευταίου, ο Βαλδουίνος, ο Ούγος και ο Γουίδος. Η ήττα των δυνάμεων του Ιωάννη Ιμπελέν, τον οποίο υποστήριζε ο βασιλιάς της Κύπρου Ερρίκος Α' (1218-1253), έδωσε την ευκαιρία σε υποστηρικτές του Γερμανού αυτοκράτορα να έλθουν στην Κύπρο και να καταλάβουν όλα τα φρούρια του νησιού, πλην εκείνων του Αγίου Ιλαρίωνος και του Βουφαβέντο, ενισχύοντας σημαντικά τους αυτοκρατορικούς της Κύπρου, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονταν και αρκετοί βαρόνοι. Λίγο αργότερα όμως ο βασιλιάς της Κύπρου Ερρίκος, ο Ιωάννης Ιμπελέν και 232 ιππότες, ενισχυμένοι από το λαό της Άκρας, από τους Γενουάτες και από Φραγκοσύρους, επέστρεψαν στην Κύπρο, κατέλαβαν την Αμμόχωστο και βάδισαν προς τη Λευκωσία. Η τελική σύγκρουση με τις δυνάμεις του Γερμανού αυτοκράτορα έγινε στο χωριό Αγρίδι (σημερινή Αγίρτα) στη νότια πλαγιά της οροσειράς του Πενταδάκτυλου, στις 15 Ιουνίου του 1232. Στην αποφασιστική αυτή μάχη (βλ. Αγριδίου μάχη), η οποία έθεσε τέρμα στις φιλοδοξίες του Γερμανού αυτοκράτορα να κυριαρχήσει επί της Κύπρου, αφού οι δυνάμεις του ηττήθηκαν ολοκληρωτικά, ο Βαλδουίνος ντ' Ιμπελέν είχε πολεμήσει γενναία, επικεφαλής του ενός από τα 4 τμήματα του στρατού των Ιβελίνων.

 

Το 1247 ο Βαλδουίνος ντ' Ιμπελέν, σινεσκάρδος πια της Κύπρου, στην υπηρεσία του βασιλιά Ερρίκου, εστάλη από τον τελευταίο επικεφαλής στόλου από 8 πλοία και δύναμης 100 ιπποτών, προς ενίσχυση της απειλούμενης από τους Μουσουλμάνους πόλης της Ασκαλώνος, στην Παλαιστίνη. Η δύναμη του Βαλδουίνου ενισχύθηκε και με άλλα 57 σκάφη από την Άκρα, ωστόσο δεν μπόρεσε να βοηθήσει αποτελεσματικά την πόλη, που έπεσε στα χέρια των Μουσουλμάνων στις 7.10.1247.

 

Δυο χρόνια αργότερα, υπό την ιδιότητά του ως σινεσκάρδος της Κύπρου, ο Βαλδουίνος συμμετείχε στην εκστρατεία του βασιλιά της Γαλλίας Αγίου Λουδοβίκου στην Αίγυπτο, στην οποία πήραν μέρος κι ο βασιλιάς της Κύπρου Ερρίκος και πολλοί Κύπριοι ευγενείς και ιππότες. Μετά την κατάληψη της Δαμιέττης από τους Χριστιανούς, ο βασιλιάς Ερρίκος επέστρεψε στην Κύπρο αφού συμφώνησε με τον Άγιο Λουδοβίκο ν' αφήσει στην υπηρεσία του για ένα χρόνο, 120 ιππότες. Οι ιππότες αυτοί παρέμειναν στην Αίγυπτο, υπό τις διαταγές του Βαλδουίνου ντ' Ιμπελέν και του αδελφού του Γουίδου, κοντοστάβλη της Κύπρου. Οι δυο αδελφοί διοικούσαν ταυτόχρονα ολόκληρο το σώμα των ιπποτών της Συρίας, και της Κύπρου που ακολουθούσε τον Άγιο Λουδοβίκο στην περιπέτειά του στην Αίγυπτο. Στη μάχη της Bahr al - Saghir (11. 2.1250), το σώμα αυτό, μαζί με άλλο σώμα που διοικούσε ο Βάλτερ ντε Σατιγιώ, διακρίθηκε ιδιαίτερα κι αντιστάθηκε με επιτυχία στις σκληρές επιθέσεις των Μαμελούκων.

 

Μετά την τελική καταστροφή, όταν ολόκληρος ο στρατός του Αγίου Λουδοβίκου παραδόθηκε (6.4.1250), ο Βαλδουίνος και ο Γουίδος μόλις κατόρθωσαν να σώσουν τη ζωή τους, όταν οι Μαμελούκοι δολοφόνησαν τον ίδιό τους το σουλτάνο με τον οποίο είχε διαπραγματευθεί και συμφωνήσει την παράδοσή του ο Λουδοβίκος, και σχεδίαζαν τη γενική σφαγή όλων των αιχμαλώτων. Ο Βαλδουίνος, που γνώριζε την αραβική γλώσσα, αντελήφθη τις προθέσεις των Μαμελούκων, ειδοποίησε κι άλλους ηγέτες των Χριστιανών αιχμαλώτων, και πήρε μέρος σε νέες διαπραγματεύσεις.

 

Ο Βαλδουίνος κι ο αδελφός του μπόρεσαν να επιστρέψουν στην Κύπρο, μαζί με άλλους Κυπρίους αιχμαλώτους, στις 6 Μαΐου του 1250.

 

-> Ιβελίνοι