Μουφτής που έπεισε, λίγο προ του 1570, τον Τούρκο σουλτάνο Σελίμ Β' ότι τα ποσά που χρειαζόταν για το κτίσιμο του τζαμιού και των δωματίων για προσκυνητές στην Αδριανούπολη έπρεπε να μαζευτούν από τους άπιστους και όχι τους πιστούς, με μια νέα κατάκτηση. Ο φετβάς που εξέδωσε ο Αμπού διακήρυσσε ότι όταν σε μια χώρα που προηγουμένως κατεχόταν από το Ισλάμ οι άπιστοι μετατρέψουν τα τζαμιά σε εκκλησίες και καταπιέσουν τους Μουσουλμάνους, ο Μουσουλμάνος άρχοντας δεν δεσμεύεται από συνθήκες ειρήνης αν θελήσει να την ανακτήσει ˙ τέτοια συνθήκη, εφόσον δεν συνάδει προς τα συμφέροντα του Ισλάμ, δεν είναι νόμιμη ούτε υπόκειται σε επικύρωση και μπορεί να παραβιαστεί ή/και ακυρωθεί αν χρειαστεί. Με βάση αυτή τη λογική ο Σελίμ Β' απαίτησε από τη Βενετία την Κύπρο διότι κατεχόταν προηγουμένως από τους Άραβες και τους σουλτάνους της Αιγύπτου που είχαν αφιερώσει τα εισοδήματά της στη Μέκκα και στη Μεδίνα, ιερούς τόπους για τους οποίους ο Σελίμ Β' είχε τώρα καθήκον να ανακτήσει τα εισοδήματα αυτά. Με βάση τη συλλογιστική αυτή του Αμπού ο σουλτάνος αγνόησε και καταπάτησε τη νέα συνθήκη ειρήνης που είχε υπογράψει κατά την τουρκική συνήθεια στις 3 Οκτωβρίου 1569 με τους Βενετούς μόλις ανήλθε στο θρόνο του. Έτσι ο Αμπού δημιούργησε πολεμική ατμόσφαιρα με τον φετβά του, που οδήγησε σε ανοιχτές προετοιμασίες για εκστρατεία κατάληψης της Κύπρου και μάταιες βενετικές διπλωματικές ενέργειες αποτροπής της. Για κάποιο διάστημα τον Ιανουάριο του 1570 ο μουφτής συνεργάστηκε με το μεγάλο βεζίρη Μεχμέτ Σοκόλλη* (σερβικής καταγωγής, ενώ ο ίδιος φαίνεται ιταλικής) για ειρηνική διευθέτηση του θέματος, μάλιστα επενέβη να εμποδίσει την κακομεταχείριση των Βενετών εμπόρων που είχαν συλληφθεί στην Κωνσταντινούπολη, πράγμα που πέτυχε. Λίγο πιο ύστερα ο μουφτής αφού προσεγγίστηκε από τον Βενετό βαΐλο στην Κωνσταντινούπολη δέχθηκε να προσπαθήσει να πείσει τον σουλτάνο να αποδεχθεί ειρηνική λύση. Πράγματι πήγε στον Σελίμ και του μίλησε για την ανάγκη παροχής βοήθειας στους Μαύρους της Ισπανίας που καταπιέζονταν από τον βασιλιά Φίλιππο Β' και είχαν στείλει και αντιπροσωπεία στην Κωνσταντινούπολη ένα χρόνο πριν (άνοιξη 1569) που είχε γίνει δεκτή με μεγάλη συμπάθεια από τον αφοσιωμένο μουσουλμανικό πληθυσμό και τους ουλεμάδες που όλοι ζητούσαν να τους σταλεί βοήθεια. Ο Σελίμ ούτε να ακούσει ήθελε τις ειρηνόφιλες αυτές ιδέες του μουφτή, με τις οποίες συμφωνούσε και ο Μεχμέτ Σοκόλλη. Η κατάσταση χειροτέρεψε όταν έφθασε από τη Βενετία ο Τούρκος απεσταλμένος Τσαούσης Κουμπάντ, που έφερε ανυποχώρητη απάντηση της Βενετίας στις 5 Μαΐου 1570.