Η Αττάλεια (τουρκ: Antalya) είναι σημαντική πόλη της νοτιοδυτικής Τουρκίας, πρωτεύουσα ομώνυμης επαρχίας. Είναι κτισμένη στο βάθος του ομώνυμου κόλπου, βορειοδυτικά της Κύπρου. Η πόλη, σημαντικό κατά την αρχαιότητα και τον Μεσαίωνα λιμάνι, ιδρύθηκε τον 2ο π.Χ. αιώνα από τον βασιλιά της Περγάμου Άτταλο Β', και κληροδοτήθηκε στους Ρωμαίους από τον διάδοχό του Άτταλο Γ’. Αξιόλογη πόλη ήταν η Αττάλεια κατά τη Βυζαντινή εποχή, οπότε διοικητικά ανήκε στην επαρχία της Παμφυλίας και αποτελούσε επισκοπική έδρα. Αργότερα η πόλη κατελήφθη από τον βασιλιά της Κύπρου Πέτρο Α' (1361). Το 1373 κατελήφθη από τον σουλτάνο Μουράτ Α' και περιήλθε οριστικά στα χέρια των Τούρκων. Μέχρι και τη Μικρασιατική καταστροφή ζούσαν στην Αττάλεια αρκετοί Έλληνες (13.000 περίπου το 1922, όταν εκδιώχθηκαν).
Οι γενικότερες σχέσεις της Αττάλειας με την Κύπρο μπορούν να ενταχθούν στις ευρύτερες σχέσεις Μικράς Ασίας (Παμφυλίας) και Κύπρου με την οποία το νησί είχε πυκνές και συνεχείς επαφές κατά την αρχαιότητα, που περιλάμβαναν και ανταλλαγές πληθυσμών. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι κι αυτόν τον μυθικό βασιλιά Κινύρα τον ονόμαζαν και Κίλικα, ως καταγόμενο από την χώρα του Κίλικος, αδελφού του Κάδμου, δηλαδή την Κιλικία. Συνεπώς στο λήμμα αυτό θ' αναφερθούν μόνο οι ειδικές σχέσεις της ίδιας της πόλης Αττάλειας με την Κύπρο.
Κατά την αρχαιότητα οι σχέσεις μεταξύ Αττάλειας και Κύπρου ήταν κυρίως εμπορικές. Η θαλάσσια μεταξύ τους επικοινωνία μαρτυρείται και στις αποστολικές περιοδείες του Παύλου και του Βαρνάβα (Πράξεις των Αποστόλων).
Στη Ρωμαϊκή εποχή διοικητικά η Αττάλεια ανήκε στην επαρχία της Παμφυλίας, της οποίας ήταν η πρωτεύουσα, ενώ η Κύπρος ήταν ενταγμένη στη γειτονική επαρχία της Κιλικίας. Συσχέτιση της Αττάλειας με την Κύπρο απαντάται στα μέσα του 12ου αιώνα, όταν ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Ιωάννης Β' Κομνηνός δοκίμασε να επεξεργαστεί ένα σχέδιό του για δημιουργία ενός κληρονομικού πριγκιπάτου που θα περιλάμβανε την Αττάλεια, την Κύπρο και την Αντιόχεια. Το σχέδιο όμως αυτό εγκαταλείφθηκε χωρίς να γίνει καμιά προσπάθεια εφαρμογής του.
Κατά τον Μεσαίωνα η Αττάλεια ήταν σημαντικό εμπορικό λιμάνι, όπου γίνονταν και επιδιορθώσεις καραβιών, και διαδραμάτιζε σημαντικό ρόλο στο εμπόριο μεταξύ Ανατολής και Δύσης, όπως βέβαια και η Κύπρος. Γι’ αυτό και οι εμπορικές κυρίως σχέσεις μεταξύ τους ήταν πολύ στενές. Μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους (1204), η Κύπρος, οργανωμένη σε φραγκικό βασίλειο κατά τα δυτικοευρωπαϊκά πρότυπα, απέβλεπε στην υποστήριξη των Ευρωπαίων ηγεμόνων για την προαγωγή του εμπορίου με την Ανατολή, πράγμα που σήμαινε σημαντικά οικονομικά οφέλη. Επί βασιλείας στην Κύπρο του Ούγου Α' (1205 - 1218), επιχειρήθηκε απ' αυτόν η κατάληψη της Αττάλειας και της Κωρύκου, οχυρωμένων λιμανιών στις απέναντι ακτές. Από τις αρχές του 12ου αι., οπότε οι εμπορικές πόλεις της Δύσης με τα προνόμια που πήραν από το Βυζάντιον απέκτησαν πρόσβαση στη Μικρά Ασία και από εκεί στην Εγγύς και τη Μέση Ανατολή, αφαιρώντας μεγάλο μέρος του ανατολικού εμπορίου από τους Βυζαντινούς, μια από τις σπουδαιότερες γραμμές του εμπορίου αυτού ήταν η γραμμή Αττάλειας - Κύπρου - Αλεξάνδρειας. Αυτή κράτησε ως το 1291, οπότε ύστερα από την πτώση της Acre (Πτολεμαΐδος) στα χέρια των Μουσουλμάνων ο πάπας απαγόρευσε το εμπόριο με την Αίγυπτο. Από τότε η Αττάλεια συνέχισε την εμπορική σύνδεσή της με την Κύπρο, αλλά στα πλαίσια διαφορετικών εμπορικών γραμμών: Αττάλεια -Κύπρος - Συρία, Κύπρος - Αττάλεια -Μαύρη Θάλασσα κλπ. Λόγω της απαγόρευσης αυτής οι Λουζινιανοί βασιλιάδες της Κύπρου ανέπτυξαν το δικό τους εμπόριο και εξαπέλυσαν τις δικές τους σταυροφορίες για εξυπηρέτησή του, είτε μετείχαν σε άλλες. Η Αττάλεια ήταν ένας από τους στόχους των Λουζινιανών.
Εκείνος που κατέλαβε την Αττάλεια για λογαριασμό της Κύπρου ήταν ο βασιλιάς της τελευταίας Πέτρος Α' (1359 -1369), που είχε επίσης και άλλες σημαντικές επιτυχίες όπως η κατάληψη και της Κωρύκου και αυτής ακόμη της Αλεξάνδρειας το 1365, της τελευταίας έστω και πολύ προσωρινά. Για την κατάληψη της Αττάλειας από τον Πέτρο Α', αναφέρει χαρακτηριστικά ο Λεόντιος Μαχαιράς (Χρονικόν, παρ. 121):
Καί τῇ γ' [Τρίτη], τῇ κγ' αὐγούστου ,ατξά Χριστοῦ [23.8.1361] ἐπεσώθην τό φουσάτον τοῦ ρηγός εἰς τήν Τουρκίαν εἰς τά μέρη τῆς Άττάλειας ὃπου κράζουν Τετραμίλιν, κ' ἐκεῖ ἐπεζεῦσαν τ' ἂλογα˙ καί μοναῦτα ὁ ρήγας ἒπεψεν τόν ἀδελφον του τόν πρίντζην μέ πολλούς λᾶς τῶν ἁρμάτων ἀπεζούς καί καβαλλάριδες νά παρακάτζουν πολιορκήσουν τῆς Ἀταλείας [...] Καί τῇ κδ' [24] αὐτοῦ μηνός ἦρτεν ὁ ρήγας καί τό δελοιπόν φουσάτον καί ἐπαρακάτζαν τοῦ κάστρου ἀπού παντόθεν, καί τό σπερνόν ἐπῆραν το, καί ἐνέβην εἰς τήν χώραν (ο βασιλιάς) μέ μεγάλην χαράν καί τιμήν, καί ἐποῖκαν μεγάλην εὐχαριστίαν εἰς τόν θεόν διά τήν πρώτην νίκην.
Μέχρι τότε την Αττάλεια κατείχε ο Τεκκέ (ή Τακᾶς στον Μαχαιρά) μπέης (Τεκκέ είναι τίτλος και όχι όνομα), που όμως δεν βρισκόταν σ' αυτήν όταν ο Πέτρος επετέθη. Ο τελευταίος διόρισε διοικητή της πόλης τον ευγενή Ιάκωβο ντε Νόρες, τουρκοπουλιέρην* τζιβιτάνον, άφησε ισχυρή φρουρά και έφυγε στις 8 Σεπτεμβρίου 1361. Στην Κύπρο επέστρεψε στις 22 του ίδιου μήνα. Ο Τεκκέ μπέης της Αττάλειας έκαμε επανειλημμένες επιθέσεις και άλλες προσπάθειες για την ανακατάληψη της πόλης του, όμως ο ντε Νόρες και η φρουρά τον αντιμετώπισαν με επιτυχία. Το 1367 η πόλη κινδύνευσε να πέσει στα χέρια των Τούρκων, εξαιτίας εξέγερσης των ανδρών της φρουράς της, που δυσανασχέτησαν επειδή οι μισθοί και οι προμήθειές τους από την Κύπρο είχαν καθυστερήσει. Ο διοικητής της πόλης Λέων ντ' Αντιγιώμ κατόρθωσε να κερδίσει καιρό, μέχρι τις 26 Μαϊου 1367, οπότε έφθασε ξανά στην Αττάλεια από την Κύπρο ο βασιλιάς Πέτρος, αποκατέστησε την τάξη και εκτέλεσε τον αρχηγό των στασιαστών, κάποιο Πέτρο Κανέλ.
Η Αττάλεια απέκρουσε με επιτυχία και άλλες προσπάθειες των Τούρκων να την ανακαταλάβουν, μέχρι το 1373, οπότε ο διάδοχος του Πέτρου Α' που δολοφονήθηκε το 1369, ο γιος του Πέτρος Β' (1369 -1382), την έδωσε πίσω στον Τεκκέ μπέη στις 14 Μαϊου του 1373επειδή εκρίθη πως δεν μπορούσε να την κρατήσει περισσότερο, γιατί ήδη στην ίδια την Κύπρο συνέβαιναν σημαντικά γεγονότα μετά την επίθεση των Γενουατών που, μεταξύ άλλων, κατέλαβαν την Αμμόχωστο τον επόμενο χρόνο, το 1374. Ωστόσο ο Λεόντιος Μαχαιράς αποδίδει την απώλεια της Αττάλειας στην ανικανότητα του νέου βασιλιά Πέτρου Β'. Αλλού πάλι ο Μαχαιράς αναφέρεται στην επιστροφή της Αττάλειας στον Τεκκέ μπέη και λέει πως ἦτον μεγάλη ἀντροπή τῆς χριστιανοσύνης, νά στρέψουν τοιοῦτον ὂμορφον κάστρον τούς ἀλλόπιστους, τό πγοιόν ἐπῆρεν καί ἒκτησεν ὁ ρέ Πιέρ ὁ ἀντρειωμένος ὁ πατέρας του [του Πέτρου Β] μέ μεγάλον πόλεμον καί μέ σκοτωμόν πολλύν ὡς πού νά τό πάρῃ ἀπό τούς Τούρκους· καί τοῦτον [η εγκατάλειψη της Αττάλειας] ἐγένετον διά τήν ἀφορμήν τῶν Γενουβίσων. Ὁ λαός ἐκουβαλήθην εἰς τά ξύλα [καράβια] μέ ὃλες τους τές βιτουαλίες καί τήν εἰκόναν τῆς Κύπρου Θεοτόκου, τήν ἐζωγράφισεν ὁ ἀπόστολος Λουκᾶς, καί οὗλον τό ἀσημοχρούσαφον τοῦ ναοῦ καί τῶν εἰκόνων τοῦ τέπλου, καί πολλά ἂλλα λείψανα ἁγίων, καί ἦρταν εἰς τήν Κερυνίαν.
Η εικόνα της Κύπρου Θεοτόκου που αναφέρει ο Μαχαιράς ότι μεταφέρθηκε από την Αττάλεια στην Κύπρο, και που υποτίθεται πως ήταν μια από εκείνες που ζωγράφισε ο απόστολος Λουκάς, είναι άγνωστη. Πιστεύεται πως δεν υπήρξε εικόνα Παναγίας Κυπριώτισσας, κι ότι από λάθος του αντιγραφέα η λέξη Υπεραγία, που αποδίδεται με τα γράμματα υπρ, μετετράπη σε Κύπρου.
Οι στενές αυτές σχέσεις Αττάλειας και Κύπρου επέζησαν στα νεότερα χρόνια στη μνήμη του λαού της Κύπρου με τη μορφή του θρύλου, που ίσως εκφράζεται με τη λαϊκή πίστη, ότι τα δυο αυτά μέρη ενώνονται με ένα ποτάμι, του οποίου τα νερά ξεκινούν από την Αττάλεια, περνούν κάτω από τη θάλασσα και έρχονται στην Κύπρο, όπου αναβλύζουν από τον
περίφημο Κεφαλόβρυσο της Κυθρέας, ή κατ' άλλες εκδοχές, εκείνο της Λαπήθου ή εκείνο του Καραβά. Είναι γνωστή η παράδοση ότι αντικείμενα που χάθηκαν στη Μικρά Ασία (όπως ο νάππος ενός ζητιάνου από την Αττάλεια), εμφανίστηκαν στην Κύπρο, μεταφερμένα από τα νερά του Κεφαλόβρυσου της Κυθρέας. Οι επιστήμονες δεν φαίνεται βέβαια ν' αποδέχονται υπόγεια και υποθαλάσσια σύνδεση του Κεφαλόβρυσου με την Αττάλεια ή άλλο μέρος της Μικράς Ασίας. Ωστόσο υπάρχουν και άλλες, πολύ αρχαιότερες, αναφορές σε τέτοιες συνδέσεις, όπως ένας χρησμός της Σίβυλλας, ότι ο ποταμός Πύραμος της Μικράς Ασίας θα φθάσει στην Κύπρο. Ο Στράβων ερμήνευσε τον χρησμό αυτό με τον απλό τρόπο ότι ο ποταμός θα δημιουργήσει προσχώσεις που κάποτε θα ενώσουν το νησί με τη Μικρά Ασία. Ο ίδιος ο Στράβων αναφέρει πάλι ότι ο ποταμός Πύραμος χύνεται σε μια καταβόθρα και ταξιδεύει υπόγεια για κάποια απόσταση. Ωστόσο ο ποταμός αυτός δεν βρίσκεται κοντά στην Αττάλεια, της οποίας ποταμός είναι ο Κέστρος (Ακσού στα τούρκικα).
Θυμίζουμε επίσης το παιδικό λαϊκό τραγούδι της Κύπρου:
Σαντάλια, μαντάλια
να πάμεν στην Αττάλεια
να φέρουμεν κουτάλια
να φάμεν τα ππελάφκια.