Οι βασικές καλλιέργειες κατά την Αρχαιότητα ήσαν τα δημητριακά, αφού αυτά αποτελούσαν το βασικό είδος για την καθημερινή διατροφή. Καλλιεργούσαν σιτάρι αλλά πιο πολύ κριθάρι που ευδοκιμούσε καλύτερα σε ξηρά και πετρώδη εδάφη. Όπως αναφέρουν οι αρχαίες πηγές, η Κύπρος ήταν αυτάρκης σε δημητριακά. Όμως οι περισσότερες ελληνικές πόλεις ποτέ δεν κατάφεραν να καλύψουν από μόνες τις ανάγκες τους σε δημητριακά, γι' αυτό και ήσαν υποχρεωμένες να εισάγουν από αλλού. Η Αθήνα για παράδειγμα εισήγε μεγάλες ποσότητες δημητριακών από τις περιοχές του Εύξεινου Πόντου, την Ιταλία, τη Σικελία, την Αίγυπτο, ακόμα και από την Κύπρο κάποτε.
» Βλέπε λήμμα: Δημητριακά
Άλλη βασική καλλιέργεια ήσαν τ' αμπέλια που, όπως ξέρουμε, καλλιεργούνταν σ' όλη τη Μεσόγειο. Σύμφωνα με τον Στράβωνα (XIV, 684, 6, 5) η Κύπρος παρήγε πολύ κρασί που ο Συνέσιος (Epist. Graeci, Paris, 1871, p. 732) το χαρακτηρίζει πολύ ελαφρό. Ένα επίγραμμα της Παλατινής Ανθολογίας (IX, 487) το συγκρίνει με το νάμα της Θείας Ευχαριστίας. Από αναλύσεις που έγιναν σε κουκούτσια σταφυλιών που βρέθηκαν σε τάφους, φαίνεται ότι αμπέλια στην Κύπρο υπήρχαν σε άγρια κατάσταση (vitis vinifera, subsp. sylvestris) αλλά και σε ήμερη (vitis vinifera, subsp. sativa).
» Βλέπε λήμμα: Κρασί
Η καλλιέργεια της ελιάς ήταν επίσης διαδεδομένη στην Κύπρο, αφού ο Στράβων (αυτόθι) αναφέρει πως το νησί ήταν πλούσιο σε ελαιόλαδο κι επομένως και σε ελιές. Πυρήνες ελιών βρέθηκαν σε ανασκαφές από τον 13ο αι. π.Χ.
» Βλέπε λήμμα: Ελιά- ελαιόλαδο
Στην Κύπρο υπήρχε επίσης ειδική ποικιλία αμυγδαλιών, αν πιστέψουμε τον Αθήναιο. Ο Δίφιλος ο Σίφνιος αναφέρει, εξάλλου, πως τα κυπριακά αμύγδαλα ήσαν ευκολοχώνευτα. Απανθρακωμένα αμύγδαλα βρέθηκαν σε ανασκαφές στο Απλίκι (13ος αι. π.Χ.), στη Σαλαμίνα (6ος/5ος αι. π.Χ.), στα Κελλάρκα, νεκρόπολη της ίδιας πόλης (4οςαι. π.Χ.), καθώς και μεγάλες ποσότητες στο αρχαίο ναυάγιο της Κερύνειας.
» Βλέπε λήμμα: Αθασιά ή αχασιά
Μεγάλη ήταν επίσης η παραγωγή σύκων και φοινικιών. Με τα φοινίκια μάλιστα παρασκεύαζαν ένα είδος κρασιού (φοινικίτης οίνος) όπως μας πληροφορεί μια συλλαβική επιγραφή της Κυπρο-Αρχαϊκής II εποχής.
Πολύ γνωστά ήσαν επίσης και τα κυπριακά κρεμμύδια (Λουκ., «Εταιρ. Διάλογ». XIV, 322), τα σκόρδα (Θεόφραστος, «Ιστορ. Φυτ». VII, 4, ΛΛ), το σινάπι (Κύπριον νάπυ) (Αθήναιος, Ι, 28 δ), κλπ. Αλλά και το κυπριακό μέλι ήταν εξαιρετικής ποιότητας, όπως αναφέρει σε πολλές περιπτώσεις ο Πλίνιος στο έργο του «Φυσική Ιστορία» (π.χ. XI 14, 33, XII, 54, 121, 87, 24 κλπ).
Τέλος η αφθονία της κυπριακής χλωρίδας θα ευνοούσε την ανάπτυξη της κτηνοτροφίας. Ο τομέας αυτός πρόσφερε κρέατα, τυριά, δέρματα, μαλλί κ.ά. πολύ βασικά είδη για τις ανάγκες του πληθυσμού.
Πηγή