Χοιροκοιτίας μάχη

Συγκέντρωση των αντιπάλων δυνάμεων στη Χοιροκοιτία

Image

Η εκστρατεία των Αιγυπτίων κατά της Κύπρου είχε καθυστερήσει εξαιτίας μιας θύελλας που είχε προκαλέσει ζημιές στον στόλο τους, στη Ροζέττα, όπου βρισκόταν συγκεντρωμένος κατά τον μήνα Ραντζιάπ (που η αρχή του αντιστοιχούσε προς τις 9 Μαϊου 1426). Στη Ροζέττα είχαν συγκεντρωθεί συνολικά 180 καράβια, σύμφωνα προς αριθμό που δίνει ο Khalil Zahiri (History of the Empire of the Mamelukes). Ο Λεόντιος Μαχαιράς αναφέρει 150 καράβια, όπως κι ο Αμάτι κι ο Φλώριος Βουστρώνιος, ενώ ο Σανούτο λέγει «πέραν των 100». Το ιππικό των Μαμελούκων αριθμούσε 500 ή 600 άνδρες, αλλά μετείχε και αριθμός Τουρκομάνων (ο Μαχαιράς λέγει ότι αριθμούσαν 2.000 άνδρες). Οι αραβικές πηγές υπολογίζουν τον συνολικό αριθμό των ανδρών που πήραν μέρος στην επιχείρηση κατά της Κύπρου σε 5.000 περίπου (Μ.Μ. Ziada, The Mamelukes Conquest of Cyprus in the Fifteenth Century, στο Bull. Fac. Arts, Πανεπιστήμιο Αιγύπτου, Κάιρο, 1933-1934). Η στρατιωτική αυτή δύναμη είχε ως συναρχηγούς τον Τανγκριβέρ αλ-Μωχαμένταλ-Μαχμουτί) που ήταν αρχηγός των στρατευμάτων ξηράς και τον Ινάλ ελ-Κακκιμίαλ-Τζιακαμί) που ήταν ο αρχηγός του στόλου. Σύμφωνα δε προς άλλη αραβική πηγή, τον Suyuti (History of Sultan... Qaitbai), στην εκστρατεία είχε πάρει μέρος και ο μετέπειτα σουλτάνος Ινάλ.

 

Η δύναμη των Αιγυπτίων αναχώρησε τελικά από τη Ροζέττα, παρά το ότι πολλοί θεώρησαν τη θύελλα που προηγήθηκε ως κακό οιωνό, κι έφθασε στην Κύπρο την 1η Ιουλίου του 1426 οπότε τα καράβια αγκυροβόλησαν στον όρμο της Αυδήμου (κόλπος Επισκοπής) όπου κι αποβίβασαν το στράτευμα στο μέρος που ο Μαχαιράς ονομάζει Λινίδια αλλά που ο Στραμβάλδι, σωστότερα ίσως, ονομάζει Λειβάδια. Στην περιοχή υπήρχαν δυο ισχυρά οχυρωμένα φέουδα, εκείνα της Επισκοπής και του Κολοσσίου, τα οποία οι εισβολείς δεν μπόρεσαν να καταλάβουν. Ο στρατός τους προχώρησε στη Λεμεσό, ενώ ο στόλος έπλεε επίσης προς τα εκεί, κοντά στις κυπριακές ακτές. Η Λεμεσός, μιοοκατεστραμμένη ήδη από την επιδρομή του προηγούμενου χρόνου, έπεσε εύκολα στα χέρια των Μαμελούκων στις 3 Ιουλίου. Οι επιδρομείς παρέμειναν στη Λεμεσό για λίγες μέρες, καίγοντας και λεηλατώντας. Μάλιστα ο Estienne de Lusignan γράφει ότι τόσο η πόλη όσο και το κάστρο της κατεστράφησαν μέχρι τα θεμέλια. Μια κυπριακή γαλέρα προσπάθησε να επέμβει αλλά χτυπήθηκε από δυο αιγυπτιακά καράβια. Το πλήρωμά της, που αποβιβάστηκε στη στεριά, κατασφάγηκε. Η γύρω περιοχή υπέφερε επίσης από τις λεηλασίες.

 

Στο μεταξύ ο βασιλιάς της Κύπρου Ιανός είχε συγκεντρώσει τις δικές του δυνάμεις για ν' αντιμετωπίσει τους εισβολείς, κι αναχώρησε με τον στρατό του από τη Λευκωσία στις 3 Ιουλίου. Υπάρχουν στις πηγές διαφορετικοί αριθμοί ως προς τις κυπριακές δυνάμεις που συγκέντρωσε ο Ιανός κατά των 5.000 Αιγυπτίων. Οι αραβικές πηγές δίνουν υπερβολικούς αριθμούς: 23,000 άνδρες, λέγει ο Zahiri, 2.000 ιππότες και 8.000 πεζοί κατά Αl-'Aini, 5.000 ιππότες και 7.000 πεζοί κατά Sayuti. Ο Sanudo, πάλι, ομιλεί για ιππικό 2.000 ανδρών και «μεγάλο αριθμό» πεζών. Ωστόσο τον ορθό αριθμό φαίνεται ότι δίνει ο Κύπριος χρονογράφος Λεόντιος Μαχαιράς (Χρονικόν, παρ. 672), που όχι μόνο συμμετείχε στα γεγονότα αλλά θα πρέπει να γνώριζε επακριβώς και τον αριθμό της στρατιωτικής δύναμης του βασιλείου, αφού ήταν ο υπεύθυνος της προμήθειας κρασιών (κι άρα γνώριζε τι ποσότητες χρειάζονταν και πώς έπρεπε να διανέμονται). Ο Μαχαιράς λοιπόν, γράφει: καβαλλάριδες ρματωμένοι, αχ' καί πεζοί δ' χιλιάδες. Δηλαδή 1.600 ιππείς και 4.000 πεζοί, συνολικά 5.600 άνδρες.

 

Από τη Λευκωσία ο βασιλιάς πήγε στο χωριό Ποταμιά (όπου υπήρχε βασιλική έπαυλη) όπου έμεινε το βράδυ της 3ης Ιουλίου. Την επομένη μετακινήθηκε με τον στρατό του στο χωριό Πυργά όπου και πέρασε τη νύχτα της 4ης Ιουλίου. Καθ' οδόν από την Ποταμιά στα Πυργά, ένας αγγελιοφόρος έφερε την είδηση για τη πτώση της Λεμεσού. Την Παρασκευή, 5 Ιουλίου του 1426, ο Ιανός με τον στρατό του μετακινήθηκε στην περιοχή της Χοιροκοιτίας όπου και στρατοπέδευσε. Ήταν προφανές ότι επέλεξε αυτή τη θέση, απ' όπου έλεγχε τις οδούς τόσο προς την πρωτεύουσα Λευκωσία όσο και προς την περιοχή των Αλυκών (Λάρνακας), αναμένοντας να δει προς τα πού θα προχωρούσε ο εχθρός. Στη Χοιροκοιτία υπήρχε ένας πύργος που ανήκε στη Μεγάλη Κομμανταρία των Ιωαννιτών ιπποτών (η οποία είχε έδρα της το Κολόσσι) και στον πύργο αυτό εγκαταστάθηκαν ο βασιλιάς και οι ευγενείς του. Το στράτευμα στρατοπέδευσε ολόγυρα στην περιοχή.

 

Στο μεταξύ και πιο πριν, αλλά και στη Χοιροκοιτία, οι αρχηγοί των εισβολέων είχαν στείλει αγγελιοφόρους τους στον βασιλιά Ιανό, προτείνοντας όρους εκ των οποίων βασικότερος ήταν ο τερματισμός της πειρατείας ή της παροχής βοήθειας και διευκολύνσεων από τους Κυπρίους σε πειρατικά καράβια. Παραπονούνταν επίσης γιατί ο βασιλιάς δεν είχε στείλει κανένα απεσταλμένο του προς αυτούς για να ρωτήσει και να μάθει τι ήθελαν στην Κύπρο, πρότειναν δε συζήτηση και διαπραγμάτευση για σύναψη ειρήνης. Χαρακτηριστικά ανέφεραν μάλιστα ότι ο σουλτάνος ήθελε να θεωρεί τον Ιανό ως γιο του και να έχει τους αυτούς φίλους και τους αυτούς εχθρούς μαζί του, προσθέτοντας ότι ο σουλτάνος είχε στείλει το χαλί του για να το απλώσουν προκειμένου να καθίσει πάνω σ' αυτό ο Ιανός όταν θα τους συναντούσε (Λ. Μαχαιράς, Χρονικόν, παρ. 676).

 

Η προσφορά του χαλιού (πάνω στο οποίο ο σουλτάνος πατούσε) για να καθίσει ο βασιλιάς, θεωρήθηκε πολύ υποτιμητική ενέργεια για τον Ιανό αφού καταδείκνυε ότι ο σουλτάνος θεωρούσε τον εαυτό του πολύ ανώτερο από τον Κύπριο βασιλιά. Τούτο προκάλεσε την αγανάκτηση των ιπποτών, που άρχισαν να βασανίζουν τον απεσταλμένο μέχρι που τον σκότωσαν. Κατά τον Zahiri, ο απεσταλμένος αυτός κάηκε ζωντανός. Ο Μαχαιράς λέγει ότι βασανίστηκε μέχρι θανάτου, ενώ άλλοι αναφέρουν ότι το πτώμα του κάηκε μετά την εκτέλεσή του.

 

Συνολικά τις λίγες αυτές μέρες οι Μαμελούκοι είχαν στείλει τέσσερις απεσταλμένους τους στον Ιανό: ένα γέροντα Σαρακηνό στην Ποταμιά, αυτόν που θανατώθηκε, ένα χωρικό που είχαν συλλάβει, κι έναν άλλο που συνελήφθη από κυπριακό απόσπασμα υπό τον Θωμά Προβόστο και φυλακίστηκε στη Λευκωσία. Η απαράδεκτη κακομεταχείριση των απεσταλμένων και η αποφυγή του να δοθεί οποιαδήποτε απάντηση στους αρχηγούς των εισβολέων, φανερώνει ότι ο βασιλιάς της Κύπρου και οι αξιωματούχοι του δεν ήταν διατεθειμένοι ούτε καν να ανταλλάξουν μερικές λέξεις με τους εισβολείς, πολύ δε περισσότερο να διαπραγματευθούν. Φαίνεται δε ότι ήταν εντελώς βέβαιοι για τη δική τους υπεροχή έναντι του στρατού των Μαμελούκων.

 

Ωστόσο, σύμφωνα προς τις πηγές, η κατάσταση στο στρατόπεδο του Ιανού δεν ήταν καθόλου ικανοποιητική: υπήρχαν ελλείψεις προμηθειών και κρασιού, υπήρχαν προβλήματα στη φροντίδα των αλόγων, ενώ οι στρατιώτες αρνούνταν να υπακούουν στους διοικητές τους κι επέμεναν όλοι να ευρίσκονται υπό την άμεση διοίκηση του ίδιου του βασιλιά. Ο βασιλιάς προσπάθησε να βάλει κάποια τάξη στο στράτευμά του που το χώρισε σε ομάδες ανά 150 άνδρες. Περίπου 100 άνδρες με μεγάλες ξύλινες ασπίδες αποτελούσαν την προσωπική φρουρά του βασιλιά Ιανού. Στο μεταξύ από το Σάββατο, 6 Ιουλίου, οι ανιχνευτές του Ιανού ανέφεραν ότι οι Μαμελούκοι, που από τη Λεμεσό βάδισαν προς τη Χοιροκοιτία, ετοιμάζονταν για να επιτεθούν.