Οι ανώτατοι αυτοί αξιωματούχοι ήταν ευγενείς που διορίζονταν κατά την ημέρα της ενθρόνισης του βασιλιά. Κατά τα τέλη της ζωής του βασιλείου τα αξιώματα αυτά είχαν γίνει κληρονομικά. Οι διορισμοί, την ημέρα της στέψης του βασιλιά, τυπικά ήταν ισόβιοι και κατά κανόνα οι υποψήφιοι αξιωματούχοι προέρχονταν από τις μεγάλες ευγενείς οικογένειες. Ιδίως αξιώματα ζωτικής σημασίας για την ασφάλεια του κράτους, όπως το αξίωμα του αρχηγού του στρατού (κοντοσταύλη), αρκετές φορές δίνονταν σε μέλη της ίδιας της βασιλικής οικογένειας των Λουζινιανών. Οι «αξιωματούχοι του βασιλείου» ήταν:
1) Κοντοσταύλης (Conestable), από το comes stabuli των Ρωμαίων. Contestapili στην ιταλική. Κόμης του σταύλου στους Βυζαντινούς. Ήταν ο ανώτατος διοικητής του στρατού, όταν την εξουσία αυτή δεν εκτελούσε προσωπικά ο ίδιος ο βασιλιάς, δηλαδή αρχιστράτηγος. Ήταν επίσης υπεύθυνος για τα σώματα των μισθοφόρων και για τους μισθούς των, ενώ εκτελούσε και τα καθήκοντα του στρατιωτικού δικαστή. Είχε βοηθό που λεγόταν μαριτζάς (marichal) και που είχε την άμεση ευθύνη της διοίκησης των μισθοφόρων, ήταν βασιλικός σημαιοφόρος στη μάχη, υπεύθυνος για τον διαμοιρασμό των λαφύρων και υπεύθυνος για την αντικατάσταση των σκοτωμένων στις μάχες αλόγων, ήταν δηλαδή στρατάρχης.
2) Σινεσκάρδος (Seneschal). Ήταν ο υπεύθυνος των τελετών της βασιλικής Αυλής και υπεύθυνος για τα οικονομικά και το κρατικό θησαυροφυλάκιο, αρχηγός της δημοσιονομικής διοίκησης στο βασιλικόν σεκρέτον (secrète royale), κεντρικό γραφείο οικονομικών. Είχε ακόμη την οικονομική ευθύνη που σχετιζόταν με τα φέουδα, είχε την επίβλεψη των διαφόρων φρουρίων και την ευθύνη επιθεώρησης τους και, στην απουσία του βασιλιά, συγκαλούσε την Υψηλή Αυλή και προήδρευε των εργασιών της. Χωρίς ν' αντικαθιστά ή υποκαθιστά τον κοντοσταύλη, αντικαθιστούσε τον βασιλιά, στην απουσία του, και σε ορισμένα στρατιωτικά καθήκοντα.
3) Τζαμπερλάνος (Chamberlain). Ήταν ο υπεύθυνος του βασιλικού παλατιού, βασιλικός οικονόμος. Ήταν, επίσης, ο προσωπικός ακόλουθος του βασιλιά και ο επιμελητής των τελετών κατά τις οποίες οι ευγενείς έδιναν τον όρκο πίστης στον βασιλιά και γίνονταν έτσι λίζιοι, σύμφωνα προς τις φεουδαρχικές συνήθειες.
4) Καγκελλάριος (Chancelier). Αυτό δεν ήταν ιδιαίτερης σημασίας αξίωμα στη μεσαιωνική Κύπρο. Ο καγκελλάριος (καντζιλιέρης στα Χρονικά) κυρίως συνέτασσε τους καταστατικούς χάρτες και προνόμια. Συνήθως το αξίωμα αυτό κατελάμβανε κληρικός αλλ' αργότερα (14ος αιώνας) δι ορίζονταν και λαϊκοί.
Αξιωματούχοι της Κύπρου: Ήταν κι αυτοί διάφοροι ανώτατοι κι ανώτεροι διοικητικοί αξιωματούχοι, κατώτεροι όμως από τους «αξιωματούχους του βασιλείου». Διορίζονταν κι αυτοί από τον βασιλιά αλλ' όχι διά βίου και βέβαια ήταν κι αυτοί ευγενείς και ιππότες. Οι «αξιωματούχοι της Κύπρου» ήταν:
1. Αμιράλλης (Amiral). Ήταν ο ναύαρχος, αρχηγός του στόλου. Όμως κατά τις εκστρατείες, όταν ηγείτο ο βασιλιάς, είχε αυτός την ανώτατη διοίκηση. Το κάθε καράβι είχε επί κεφαλής έναν ευγενή ιππότη. Επίσης ξένα καράβια που ενίσχυαν τον στόλο της Κύπρου (λ.χ. καράβια των Ιωαννιτών ιπποτών) είχαν τη δική τους διοίκηση.
2. Αδετούρης (Auditor). Ήταν ο γενικός ελεγκτής.
3. Πράκτορας. Ήταν ο φοροσυλλέκτης, ο εισπράκτορας των φόρων.
4. Τουρκοπουλιερης. Ήταν ο αρχηγός του μισθοφορικού σώματος των Τουρκόπουλλων. Οι Τουρκόπουλλοι αποτελούσαν ειδική στρατιωτική μονάδα ελαφρού ιππικού. Η λέξη τουρκόπουλλος σημαίνει «παιδί Τούρκου», το σώμα όμως δεν αποτελείτο από Τούρκους. Η λέξη έχει βυζαντινή προέλευση, από σώματα εκχριστιανισμένων Μουσουλμάνων που υπηρετούσαν ως μισθοφόροι στον βυζαντινό στρατό. Στην Κύπρο οι Τουρκόπουλλοι (Turcopoles) εμφανίζονται ως στρατιωτικό σώμα από την αρχή της Φραγκοκρατίας , οπότε τους είχαν ανατεθεί καθήκοντα ασφάλειας και φύλαξης του νησιού και τους είχαν δοθεί γαίες κι άλλα ωφελήματα. Το αξίωμα του τουρκοπουλιέρη ήταν ζωτικό για την ασφάλεια, γι’ αυτό και το κατελάμβανε λίζιος ιδιαίτερα έμπιστος στον βασιλιά.
5. Βισκούντης (Vicecomes). Κι αυτό το αξίωμα ήταν σημαντικό από απόψεως ασφάλειας αλλά και πολιτικής, γιατί μέσω του κατόχου του ο βασιλιάς ήλεγχε την Χαμηλή Αυλή. Ο βισκούντης ήταν γνωστός αρχικά ως βισκούντης της Λευκωσίας. Ήταν ο αρχιαστυνόμος και ταυτόχρονα ο πρόεδρος της Χαμηλής Αυλής, με δικαστικές αρμοδιότητες. Ήταν, επίσης, ο εισπράκτορας ορισμένων φόρων που πληρώνονταν από τους αστούς, κι είχε την όλη ευθύνη διατήρησης της εσωτερικής τάξης. Είχε ως άμεσο βοηθό του τον λεγόμενο μακτασίπη (ματχεσέπ ή μακτασίμπ, λέξη αραβικής προέλευσης που σήμαινε ελεγκτής) που ήταν υπεύθυνος για την τάξη μέσα στην πόλη. Η περιοχή γύρω από την πρωτεύουσα Λευκωσία λεγόταν βισκοντάτον γιατί βρισκόταν υπό την επιτήρηση του βισκούντη. Αργότερα κι η Αμμόχωστος είχε δικούς της βισκούντη και μακτασίπη, με αρμοδιότητες σε έκταση 2 λευγών γύρω από την πόλη. Οι λοιπές πόλεις κι άλλα διοικητικά κέντρα επιβλέπονταν από τοπικούς καπετάνιους. Όμως σε κάποιο στάδιο η Λεμεσός, η Πάφος, η Κερύνεια, η Αλυκή (=σημερινή Λάρνακα), η Πεντάγυια, η Χρυσοχού, ο Μαζωτός και η Αυδήμου απέκτησαν η κάθε μια και μακτασίπη, βοηθό και αναπληρωτή των τοπικών καπετάνιων.