Σκουριώτισσας μεταλλείο

Νεότερη ιστορία του μεταλλείου

Image

Η νεότερη ιστορία του μεταλλείου της Σκουριώτιασας αρχίζει το 1912 με την άφιξη στην Κύπρο του Αμερικανού μεταλλειολόγου Charles Godfrey Gunther. Ο Gunther, εκπροσωπώντας τους Αμερικανούς επιχειρηματίες Seeley W. Mudd και Philip Wiseman, ανέλαβε τη διεξαγωγή μεταλλευτικών ερευνών για εντοπισμό πλουσίων κοιτασμάτων χαλκού στην Κύπρο. Μετά την εξέταση όλων σχεδόν των γνωστών περιοχών όπου υπήρχαν ενδείξεις θειούχου μεταλλοφο-ρίας, δηλαδή οξειδώσεις και συγκεντρώσεις αρχαίων σκουριών χαλκού, όπως η Λίμνη, ο Μαθιάτης, ο Λυθροδόντας, η Αγροκήπια, το Μιτσερό, η Φουκάσα, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η πλέον ελπιδοφόρα περιοχή ήταν η τελευταία. Το 1914 άρχισε την ανόρυξη των πρώτων γεωτρήσεων με γεωτρύπανο που εισήγαγε από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το πλούσιο μετάλλευμα, με περιεκτικότητα 3% περίπου χαλκό, εντοπίσθηκε στην 9η γεώτρηση. Δυο χρόνια αργότερα, το 1916, ιδρύθηκε η Κυπριακή Μεταλλευτική Εταιρεία (Cyprus Mines Corporation), γνωστή με τα αρχικά C.M.C. (αμερικανικής ιδιοκτησίας), για εκμετάλλευση του εντοπισθέντος κοιτάσματος. Λόγω όμως της έναρξης του Α' Παγκοσμίου πολέμου, διεκόπησαν οι εργασίες και ιδιαίτερα το γεωτρητικό πρόγράμμα, το οποίο επανάρχισε το 1919. Μέχρι το 1920, που άρχισε περιορισμένης κλίμακας εκμετάλλευση του κοιτάσματος, ανορύχθηκαν  47 γεωτρήσεις. Το 1921 αρχίζει η συστηματική εκμετάλλευση του και το 1923 γίνεται η πρώτη εξαγωγή χαλκούχων σιδηροπυριτών, η οποία συνεχίστηκε μέχρι την έναρξη του Β' Παγκοσμίου πολέμου. Κατά την περίοδο αυτή, δηλαδή μεταξύ του 1920 και του 1940, παρήχθησαν και εξήχθησαν 2.867.308 τόνοι χαλκούχων σιδηροπυριτών. Προς μερική επεξεργασία του εξορυσσόμενου συμπαγούς μεταλλεύματος εγκαθίσταται στην περιοχή μονάδα θραύσης και λειοτρίβησης. Το 1927, μετά την καταστροφή της από πυρκαγιά, εγκαθίσταται νέα και μεγαλύτερη μονάδα σε τοποθεσία παρά τις εκβολές του Ξερού ποταμού, όπου κατασκευάζονται επίσης αποβάθρα και άλλες εγκαταστάσεις για εξαγωγή του μεταλλεύματος. Το 1933 ανεγείρεται στην ίδια περιοχή το πρώτο εργοστάσιο κυάνωσης για επεξεργασία του πλούσιου χρυσοφόρου ορίζοντα του κοιτάσματος, της γνωστής «λάσπης του διαβόλου», για παραγωγή χρυσού και αργύρου. Ένα χρόνο αργότερα λειτουργεί και το πρώτο εργοστάσιο εμπλουτισμού του θειούχου μεταλλεύματος για παραγωγή συμπυκνωμάτων χαλκού και καθαρού σιδηροπυρίτη.

 

Η περιοχή του Ξερού με τα εργοστάσια εμπλουτισμού, άλλες μεταλλευτικές εγκαταστάσεις και εγκαταστάσεις φορτώσεων και εξαγωγών, εξελίσσεται σταδιακά σε μια ευημερούσα πολίχνη με πληθυσμό που το 1931 ανήρχετο σε 454 κατοίκους (408 Ελληνοκυπρίους και 46 Τουρκοκυπρίους) και λίγο πριν από την εισβολή και καταστροφή του 1974 έφθασε στους 625.

 

Κατά την περίοδο μεταξύ 1933 και 1942 γίνεται εντατική εκμετάλλευση του χρυσοφόρου και αργυροφόρου ορίζοντα της Σκουριώτισσας. Συνολικά εξορύσσονται 118.343 τόννοι μεταλλεύματος, από την επεξεργασία του οποίου στο εργοστάσιο κυάνωσης παρήχθησαν 59.868 ουγγίες χρυσού (1.862 κιλά) και 390.401 ουγγίες (12.142 κιλά) αργύρου.

 

Παράλληλα με την παραγωγή χαλκούχων σιδηροπυριτών, χρυσού και αργύρου, παράγεται και μικρή ποσότητα ιζημάτων χαλκού από την αξιοποίηση του πλούσιου σε χαλκό νερού που ρέει από τις στοές του μεταλλείου. Συνολικά κατά το χρονικό διάστημα 1927-1943 παρήχθησαν 279 τόνοι ιζημάτων χαλκού.

 

 

Πηγή:

Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια