Μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου (323 π.Χ.), η αχανής αυτοκρατορία του διαμοιράστηκε μεταξύ των Επιγόνων. Η Κύπρος, λόγω της γεωγραφικής της θέσεως και του φυσικού της πλούτου, βρέθηκε να διεκδικείται από δυο Επιγόνους: τον Πτολεμαίο Α΄ τον Λάγου, που είχε πάρει την Αίγυπτο, και τον Αντίγονο Α΄ τον επονομαζόμενο Μονόφθαλμο ή Κύκλωπα, πατέρα του Δημητρίου του Πολιορκητή. Οι Κύπριοι βασιλιάδες, που λίγα μόλις χρόνια πιο πριν είχαν απαλλαγεί από την περσική επικυριαρχία, εντασσόμενοι στο κράτος του Μεγάλου Αλεξάνδρου κι επιτυγχάνοντας να διατηρήσουν τους θρόνους τους, βρέθηκαν τώρα στη δίνη της διαμάχης μεταξύ των Επιγόνων. Μοιραία, έπρεπε να κάνουν τις επιλογές τους και να διαλέξουν τις συμμαχίες τους. Τέσσερις από τους Κυπρίους βασιλιάδες συμμάχησαν με τον Πτολεμαίο: ο Νικοκρέων της Σαλαμίνος που υπήρξε κι ο σημαντικότερος σύμμαχός του στο νησί, ο Νικοκλής της Πάφου, ο Πασικράτης των Σόλων κι ο Ανδροκλής της Αμαθούντος. Τον Αντίγονο προσεταιρίστηκαν άλλες τρεις κυπριακές πόλεις βασίλεια: το Κίτιον, το Μάριον και η Λάπηθος-Κερύνεια. Τούτο συνέβη το 317/6 π.Χ., όταν ο Αντίγονος νίκησε και σκότωσε τον Ευμένη, αντίπαλό του στη Μικρά Ασία, οπότε εστράφη προς την Κύπρο όπου έστειλε απεσταλμένο του, τον Αγησίλαο, προς ανεύρεση συμμάχων.
Από την άλλη ο Πτολεμαίος έστειλε στην Κύπρο τον αδελφό του Μενέλαο με στόλο από 100 καράβια υπό τον Πολύκλειτο και 10.000 μισθοφόρους υπό τον Αθηναίο Μυρμιδόνα. Η δύναμη αυτή, ενισχυμένη και από τους Κυπρίους συμμάχους του Πτολεμαίου, επετέθη και κατέλαβε τη Λάπηθο και την Κερύνεια, πολιόρκησε το Κίτιον, όπου ο βασιλιάς της πόλης Πουμιάθων είχε αρνηθεί την υποταγή, ενώ η πόλη του Μαρίου αναγκάστηκε να δηλώσει υποταγή. Σύντομα φάνηκε ότι ο Πτολεμαίος είχε επιβληθεί στην Κύπρο. Λίγο αργότερα όμως απεκαλύφθη ότι οι πόλεις που είχαν συμμαχήσει με τον Αντίγονο βρίσκονταν σε μυστικές συνεννοήσεις μ’ αυτόν. Τότε (312 π.Χ.) ο ίδιος ο Πτολεμαίος Α΄ ήλθε στην Κύπρο όπου κι έδρασε κεραυνοβόλα: κατέλαβε το Κίτιον και σκότωσε τον βασιλιά του Πουμιάθωνα, καταστρέφοντας και την πόλη. Η πόλη του Μαρίου καταστράφηκε επίσης ολοκληρωτικά και οι κάτοικοί της μεταφέρθηκαν στην Πάφο, ενώ εξουδετερώθηκε κι ο βασιλιάς της Λαπήθου-Κερύνειας. Επιπρόσθετα, ο Πτολεμαίος κατάργησε όλα τα κυπριακά βασίλεια εκτός από τρία: της Πάφου, των Σόλων και της Σαλαμίνος. Ο βασιλιάς της Σαλαμίνος Νικοκρέων διορίστηκε στρατηγός (=κυβερνήτης) της Κύπρου, όμως πέθανε τον επόμενο χρόνο. Στρατηγός διορίστηκε τότε στην Κύπρο ο Μενέλαος, αδελφός του Πτολεμαίου, γεγονός που φαίνεται ότι πλήγωσε τον Νικοκλή της Πάφου. Ο τελευταίος σύντομα συκοφαντήθηκε πάντως στον Πτολεμαίο ότι εργαζόταν πλέον εναντίον του, με αποτέλεσμα να πολιορκηθεί στην Πάφο και ν’ αναγκαστεί ν’ αυτοκτονήσει στο παλάτι του, μαζί με όλα τα μέλη της βασιλικής οικογένειας. Με τους θανάτους του Νικοκρέοντος και του Νικοκλέους, καταργήθηκαν και τα αντίστοιχα βασίλεια της Σαλαμίνος και της Πάφου, όπως καταργήθηκε τελικά κι εκείνο των Σόλων. Η Κύπρος, ως ενιαίος πλέον χώρος, εντάχθηκε στο βασίλειο της Αιγύπτου.
Οι περιπέτειες όμως συνεχίστηκαν για λίγο ακόμη, με την άφιξη στην Κύπρο του Δημητρίου του Πολιορκητή και τις στρατιωτικές επιτυχίες του κατά των δυνάμεων του Πτολεμαίου Α΄, που εκτίθενται στο λήμμα Δημήτριος ο Πολιορκητής. Τελικά, το 294 π.Χ. ο Πτολεμαίος Α' ανακατέλαβε την Κύπρο από τον Δημήτριο, και από τον χρόνο αυτό το νησί εντάχθηκε οριστικά στο πτολεμαϊκό κράτος, όπου και παρέμεινε μέχρι το 30 π.Χ. (με ρωμαϊκές επεμβάσεις, καταλήψεις και δωρεές του στην Κλεοπάτρα Ζ΄ την Ωραία και στα παιδιά της, στα λίγα χρόνια πριν από τον τραγικό θάνατό της το 30 π.Χ.).
Πηγή:
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια