Οκτωβριανά

Παραίτηση Νικοδήμου Μυλωνά- η αρχή της κρίσης

Image

Στις 18 Οκτωβρίου του 1931 ο επίσκοπος Κιτίου Νικόδημος Μυλωνάς κυκλοφόρησε σε χιλιάδες αντίτυπα διάγγελμά του προς τον κυπριακό λαό με επαναστατικό περιεχόμενο. Το διάγγελμα είχε ημερομηνία 17 Οκτωβρίου του 1931, ημέρα κατά την οποία ο επίσκοπος είχε υποβάλει την παραίτησή του από το βουλευτικό αξίωμα. Είναι γνωστό πως ο Νικόδημος τασσόταν ως τότε (και παρά τη σύσκεψη του Σαΐττά και την υιοθέτηση των αποφάσεών της από την ΕΟΚ) κατά της αποχωρήσεως των ελληνικών μελών από το Νομοθετικό Συμβούλιο. Για τον λόγο αυτό η ξαφνική παραίτησή του προκάλεσε έκπληξη στον λαό που δεν μπορούσε να την εξηγήσει και που άρχισε να υποπτεύεται ότι κάτι πολύ σοβαρό συνέβαινε. Ούτε και σήμερα είναι γνωστοί οι λόγοι της ξαφνικής αυτής ενέργειας του αρχηγού των Ελλήνων βουλευτών του Νομοθετικού. Πιστεύεται πάντως ότι ο επίσκοπος πήρε την απόφαση αυτή εξαιτίας των πιέσεων που δεχόταν από τον λαό και από ηγετικούς παράγοντες που πίστευαν πως δεν έπρεπε να συνεχίζεται η συμμετοχή Ελλήνων στο Νομοθετικό, αφού αυτή η συμμετοχή δεν είχε ουσιαστικό περιεχόμενο. Μάλιστα από πολλούς είχε θεωρηθεί ότι η συμμετοχή Ελλήνων εκπροσώπων στο Νομοθετικό συνιστούσε συμπαιγνία και σύμπλευση με τους κυριάρχους Άγγλους εις βάρος των δικαίων του ελληνικού κυπριακού λαού. Ο Νικόδημος, που φιλοδοξούσε να διαδεχθεί στον αρχιεπισκοπικό θρόνο τον γηραιό ήδη τότε αρχιεπίσκοπο Κύριλλο Γ', φαίνεται ότι προτίμησε την παραίτηση από το αξίωμα του βουλευτή παρά την αντιπαράθεση με μερίδα έστω του λαού με κίνδυνο να χαρακτηρισθεί ακόμη και προδότης. Είναι εξάλλου γνωστό ότι εκείνες τις ημέρες πολιτικοί αντίπαλοί του προγραμμάτιζαν εκδηλώσεις καταδίκης της πολιτικής του Νικοδήμου Μυλωνά και, γενικότερα, των μελών του Νομοθετικού Συμβουλίου.

 

Είναι επίσης πολύ πιθανό ότι ο επίσκοπος Νικόδημος κατέληξε στην απόφαση παραιτήσεως και στην έκδοση του επαναστατικού διαγγέλματός του με την παρότρυνση και υποστήριξη και του τότε προξένου της Ελλάδος στην Κύπρο Αλέξη Κύρου* . Ο Κύρου, κυπριακής καταγωγής, ήταν φανατικός ενωτικός και — σύμφωνα και προς κατηγορίες των ιδίων των Βρετανών — είχε διαδραματίσει σοβαρό ρόλο στην όλη υπόθεση των Οκτωβριανών, ξεσηκώνοντας τους Έλληνες Κυπρίους με την εθνική πολιτική που ακολουθούσε. Είχε μάλιστα κατηγορηθεί προς τούτο ανοικτά από τον κυβερνήτη Στορρς, με αποτέλεσμα να ανακληθεί αμέσως στην Αθήνα από τον Ελ. Βενιζέλο (22 Οκτωβρίου του 1931, με υπερεπείγον τηλεγράφημα). Ο Κύρου διατηρούσε πολύ στενούς δεσμούς με τον επίσκοπο Νικόδημο τον οποίο και αποκαλούσε «νέο Παπαφλέσσα». Στενές σχέσεις διατηρούσε ο Κύρου και με την ΕΡΕΚ (Εθνική* Ριζοσπαστική Ένωσις Κύπρου) που είχε ιδρυθεί πρόσφατα, καθώς και με άλλους παράγοντες, των οποίων τον ενωτικό αγώνα είχε ενισχύσει και οικονομικά. Η ΕΡΕΚ ιδρύθηκε τις παραμονές της κρίσεως (18 Οκτωβρίου του 1931) και η σχετική προκήρυξή της, με την οποία διαλαλούσε τήν μετά φανατισμοῦ ἐπιδίωξιν τῆς μετά τοῦ  Ἑλληνικοῦ πολιτειακοῦ συνόλου ἑνώσεως τῆς Κύπρου, κυκλοφόρησε ταυτόχρονα με το διάγγελμα του Κιτίου Νικοδήμου. Σε γραπτά κείμενά τους μερικά από τα ιδρυτικά μέλη της ΕΡΕΚ (Στ. Κλυτίδης, Σ. Λοϊζίδης) τοποθετούν την ίδρυση της οργάνωσης μήνες πιο πριν. Η πρώτη της διακήρυξη πάντως, κυκλοφόρησε στις 18 Οκτωβρίου του 1931.

 

Το πλήρες κείμενο του διαγγέλματος του Νικοδήμου Μυλωνά, που στάθηκε η αρχή της κρίσεως, έχει ως ακολούθως:

 

Ἑλληνες ἀδελφοί,

 

Πενήντα καί τρία χρόνια Ἀγγλικῆς κατοχῆς ἒπεισαν ὃλους καί διεπίστωσαν περιτράνως:

 

α. Ὃτι oἱ δοῦλοι λαοί δέν ἐλευθεροῦνται μέ τάς ἱκεσίας καί παρακλήσεις καί τάς ἐκκλήσεις πρός τά αἰσθήματα τῶν τυράννων.

 

β. Ὃτι ἡ ἀπάντησις τῶν τελευταίων εἷναι ἡ περιφρόνησις πρός τούς ἱκετεύοντας εὐτελεῖς δούλους καί ἡ  ἀποθράσυνσίς των.

 

γ. Ότι ἡ μόνη σωτηρία μας ἀπό πάσης ἀπόψεως εἷναι ἡ  ἐθνική ἀπολύτρωσις καί ὃτι οί ξένοι εἷναι ἐδῶ   διά νά θεραπεύσουν τά γενικά καί εἰδικά συμφέροντα των μέ κατάντημα βέβαιον τήν ἠθικήν καί ὑλικήν μας ἐξαθλίωσιν.

 

Διά ταῦτα, μέ τό βλέμμα «ὑψωμένον σταθερῶς πρός τόν φωτεινόν ἀστέρα Νέας Βηθλεέμ τοῦ Ἐθνικοῦ Σωτηρίου, ἓνα δρόμον ἒχομεν καί μόνον νά βαδίσωμεν, τόν δρόμον πού εἶναι στενός καί τεθλιμμένος μέν, ἀλλ’ ὁδηγεῖ πρός τήν Σωτηρίαν. Νά ὑψώσωμεν ὑπό τό φῶς τῆς ἡμέρας τήν σημαίαν τῆς Ἑνώσεως καί μέσα εἰς τάς καμίνους τῶν συνεχῶν προσπαθειῶν συσπειρωμένοι γύρω της, ὁμονοοῦντες καί λησμονοῦντες τάς διχονοίας, μέ πᾶσαν θυσίαν καί μέ πᾶν μέσον νά ἐπιδιώξωμεν τήν ἐθνικήν μας λύτρωσιν διά τῆς μετά τῆς Μητρός Ἑλλάδος Ἑνώσεώς μας.

Ἐν ὀνόματι τοῦ Θεοῦ, προστάτου τοῦ Δικαίου, τῆς Ἠθικῆς καί τῆς Ἐλευθερίας, ἀγαθῶν ὑβριζομένων ἀπό τόν ξένον τύραννον, ἐν ὀνόματι τῆς αἰωνίας ἰδέας τῆς Ἑλληνικῆς Πατρίδος, πειθαρχήσωμεν πρός τήν Φωνήν -Νόμον, Φωνήν - Πρόσταγμα, ποῦ καταβαίνει ἀπό τό Σινᾶ τῶν ἐθνικῶν νομοδοσιῶν.

 

Πειθαρχήσωμεν πιστεύοντες πρός τόν θρίαμβον τοῦ Δικαίου ὑπέρ τήν βίαν. Τί καί ἄν οἱ ξένοι τύραννοι στηρίζωνται ἐπί κολοσσῶν κτηνώδους βίας καί ἰσχύος; Πρός τήν βίαν ἂς ἀντιτάξωμεν τό δίκαιόν μας, πού θά θριαμβεύσῃ στό τέλος, μάλιστα ὄταν ἐμπνέεται μέ ὅλην τήν δύναμιν τῆς ψυχῆς. Πρός τήν κτηνώδη βίαν ἂς ἀντιταχθοῦν τά ἀδάμαστα ὅπλα τῆς ψυχῆς, τά ἐμπνεόμενα καί κραταιούμενα ἀπό τήν χαλυβδίνην ἰσχύν τῶν ἀδουλώτων πίστεων, πού ξεύρουν καί δύνανται πάντα νά νικοῦν, νά νικοῦν ἀκόμη καί τά ἀσάλευτα ὄρη τῶν ἀκατορθώτων.

 

Πειθαρχήσωμεν πρός τήν φωνήν αὐτήν, πού εἶναι φωνή τῆς Πατρίδος, εἶναι φωνή πού ἀναβαίνει ἀπό τούς τάφους ἐκείνων, ὅσοι ἑπτά αἰῶνας ἔσπειραν τά ὀστᾶ των εἰς τούς κόλπους τῆς Κυπριακῆς γῆς, χωρίς ἡ πραγμάτωσις τῶν πόθων καί ὀνείρων των διά μίαν ἐθνικήν λύτρωσιν νά γλυκάνῃ τάς ἀθλίας ἡμέρας τῆς πολυστενάκτου ζωῆς των. Πολῖται ψυχικῶς τῆς Ἐλευθέρας Ἑλληνικῆς πατρίδος, προδίδομεν ἐκείνους πειθαρχοῦντες πρός τούς νόμους καί προστάγματα τοῦ Ξένου Δυνάστου, πρός τόν ὁποῖον καί πρός τούς ἀνόμους νόμους του οὐδεμίαν ὑπακοήν χρεωστοῦμεν.

 

Ἀντιτάξωμεν λοιπόν ἀνυπακοήν πρός τάς ἀδίκους καί αὐθαιρέτους θελήσεις του, καί καταβάλωμεν κάθε προσπάθειαν διά νά λείψῃ  ἀπό τόν τόπον μας, πρός ἐξαγνισμόν του, τό ἄγος καί ὄνειδος τοῦ  ἀνθρωπίνου πολιτισμοῦ, πού λέγεται Ἀγγλική κατοχή καί Διοίκησις τῆς Κύπρου.

 

Εἶπον ὅτι ὁ δρόμος εἶναι στενός καί τεθλιμμένος καί ὁδηγεῖ διά τῶν θυσιῶν πρός τήν σωτηρίαν τῆς ἀπολυτρώσεως. Τέκνα τῆς φυλῆς πού ἔστησε δίπλα ἀπό τούς θριάμβους τῶν ἡρωϊσμῶν τά ὁλοκαυτώματα τοῦ Μεσολογγίου καί τοῦ  Ἀρκαδίου, ἂς μήν ἀνακόψωμεν τόν δρόμον, ὅστις μόνος ὁδηγεῖ πρός τάς τραχείας κορυφάς τῆς ἐπιτυχίας τῆς νίκης.

 

Ἐμπρός ὅλοι, καί μάλιστα οἱ νέοι, ἂς γίνουν ἡ πρωτοπορία τοῦ  ἀγῶνος. Ἂς δείξουν ὅτι δέν εἶναι μόνον νέοι τό σῶμα, ἀλλά καί τήν ψυχήν ἔχουν νεάζουσαν καί ὁρμῶσαν πρός τάς σκληράς ἐπιδιώξεις καί τούς τραχεῖς ἀγῶνας διά μίαν ἐλευθέραν Πατρίδα, διά μίαν εὐτυχῆ αὔριον, ἡ  ὁποία τούς ἀνήκει περισσότερον ἤ εἰς ἡμᾶς. Ἐμπρός καί ὁ Θεός, πού δέν ἔπλασε τούς λαούς Του καί τά πλάσματά Του νά εἶναι δοῦλοι τῶν ἄλλων, εἶναι μαζί μας.

 

Τρεις άλλοι βουλευτές ακολούθησαν το παράδειγμα του Κιτίου Νικοδήμου και υπέβαλαν αμέσως τις παραιτήσεις τους: οι Ν. Κλ. Λανίτης, Φ. Κυριακίδης και Γ. Αραδιπιώτης. Οι υπόλοιποι οκτώ (από σύνολο 12 Ελλήνων βουλευτών) αποφάσισαν ύστερα από συζήτηση να μην παραιτηθούν επειδή δεν έβλεπαν σε τι θα εξυπηρετούσε η παραίτησή τους και επειδή δεν ήθελαν να δοθεί η εντύπωση ότι παρασύρθηκαν ακολουθώντας το Νικόδημο. Οι βουλευτές αυτοί, που εξέδωσαν και σχετική ανακοίνωση στις 20 Οκτωβρίου, ήταν: Στ. Σταυρινάκης, Θ. Θεοδότου, Γ. Χατζηπαύλου, Μ. Σιακαλλής, Δ. Σεβέρης, Κ. Π. Ρωσσίδης, Χρ. Γαλατόπουλος και Χαρ. Νικολαῒδης.