Οικονομία της Κύπρου

Η κυπριακή οικονομία μετά την ανεξαρτησία

Image

Αδυναμίες του παρελθόντος και στρατηγική ανάπτυξης: Η εικόνα που παρουσίαζε η κυπριακή οικονομία το 1960 ήταν ζοφερή. Τα προβλήματα που αντιμετώπιζε ήσαν πολλά και δυσεπίλυτα, ενώ οι διαθέσιμοι πόροι ήσαν αρκετά περιορισμένοι. Η υποδομή πάνω στην οποία θα μπορούσε να στηριχθεί ένα πρόγραμμα ταχύρρυθμης ανάπτυξης ήταν σχεδόν ανύπαρκτη. Σημαντική ήταν η εξάρτηση από τη γεωργία, η οποία βασισμένη, όπως ήταν, σε ξηρικές κυρίως καλλιέργειες εξαρτάτο σε μεγάλο βαθμό από τις καιρικές συνθήκες. Τη βιομηχανική δραστηριότητα συνιστούσε βασικά η μεταποίηση των παραδοσιακών γεωργικών προϊόντων, ενώ ο διεθνής τουρισμός, όπως τον ξέρουμε σήμερα, με σύνολο 21,076 τουριστών το 1959, ήταν σχεδόν άγνωστος. Επίσης περίπου το 85% των συνολικών εξαγωγών αποτελείτο από μεταλλεύματα και γεωργικά προϊόντα στη φυσική τους κατάσταση. Το κατά κεφαλήν Ακαθάριστο Εθνικό Εισόδημα ήταν μόνο £164. Μια έντονη ανισότητα χαρακτήριζε την κατανομή του εισοδήματος μεταξύ του αγροτικού τομέα και των υπολοίπων τομέων της οικονομίας. 

  

Η σωρεία των προβλημάτων που αντιμετώπιζε η Κύπρος το 1960 και η ανάγκη αντιμετώπισής τους πάνω σε ορθολογιστική βάση, η γρήγορη αναδιάρθρωση της οικονομίας, η ταχύρρυθμη ανύψωση  του βιοτικού επιπέδου και η επέκταση και βελτίωση των κοινωνικών υπηρεσιών, απαιτούσαν νέα προσέγγιση και καινούργιο προσανατολισμό. Η επίτευξη των πιο πάνω στόχων επιδιώχθηκε μέσω του μηχανισμού της προγραμματισμένης ανάπτυξης. Ο κυριότερος λόγος που επελέγη ο μηχανισμός του προγραμματισμού είναι γιατί στις περιπτώσεις των αναπτυσσομένων χωρών που αντιμετωπίζουν σοβαρό διαρθρωτικό πρόβλημα, ο μηχανισμός της ελεύθερης οικονομίας παρουσιάζεται πολλές φορές ανίκανος να δημιουργήσει τις κατάλληλες συνθήκες για επιθυμητές διαρθρωτικές αλλαγές και να εξασφαλίσει συνθήκες για αυτόνομο και σταθερό ρυθμό ανάπτυξης. Στην περίπτωση της Κύπρου την επιλογή αυτή επέβαλλαν και πρόσθετοι λόγοι, όπως το μικρό μέγεθος της οικονομίας και η μεγάλη εξάρτησή της από το διεθνές εμπόριο και άλλους εξωγενείς παράγοντες, η σχετική έλλειψη πρώτων υλών, φυσικού πλούτου και της απαραίτητης υποδομής (δρόμοι, λιμάνια, τηλεπικοινωνίες κ.ά.) και η ανάγκη για γρήγορη και σημαντική επέκταση των παρεχομένων κοινωνικών υπηρεσιών.   

 

Οι βασικότεροι μακροπρόθεσμοι στόχοι που τέθηκαν ήσαν:

  1. Η αναδιοργάνωση της οικονομίας με απώτερο σκοπό τη δημιουργία των απαραίτητων προϋποθέσεων για την επίτευξη γρήγορης, αυτόνομης και σταθερής οικονομικής ανάπτυξης,
  2. η επίτευξη ισοζυγίου στις εξωτερικές συναλλαγές της χώρας,
  3. η πλήρης και ορθή χρησιμοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού και των άλλων πλουτοπαραγωγικών πόρων της χώρας,
  4. η βελτίωση των κοινωνικών υπηρεσιών και ε) η δικαιότερη κατανομή των οφελών της οικονομικής ανάπτυξης και του εθνικού εισοδήματος.   

 

Η διαμόρφωση και  εφαρμογή της αναπτυξιακής στρατηγικής αποφασίστηκε να ενσωματωθεί μέσα στα πλαίσια ενός «ενδεικτικού σχεδιασμού της οικονομίας», ενώ το έργο του καταρτισμού και εφαρμογής των πενταετών σχεδίων αναπτύξεως ανετέθη σε ειδική υπηρεσία, το Γραφείο Προγραμματισμού.

 

Το  Πρώτο Πενταετές Σχέδιο Αναπτύξεως κάλυπτε το διάστημα 1962-66. Το Σχέδιο αυτό διαμορφώθηκε σε μια περίοδο αβεβαιότητας και οικονομικής στασιμότητας, γι’ αυτό και οι κυριότερες επιδιώξεις του ήσαν δύο:   

 

  1. Η εισαγωγή του κατάλληλου θεσμικού πλαισίου (ίδρυση Γραφείου Προγραμματισμού, Κεντρικής Τράπεζας, Τράπεζας Αναπτύξεως κ.ά.) που θα επέτρεπε την αποτελεσματική εφαρμογή μιας υγιούς αναπτυξιακής πολιτικής με στόχο την κινητοποίηση των αδρανούντων παραγωγικών πόρων, όπως ήταν μεγάλο μέρος του εργατικού δυναμικού.   Έτσι θα ετίθετο σε κίνηση η διαδικασία της ανάπτυξης και θα αντιμετωπιζόταν επειγόντως το θέμα της στασιμότητας και της ανεργίας.
  2. Η ανάληψη σημαντικών επενδύσεων για τη δημιουργία της κατάλληλης υποδομής που θα επέτρεπε την ανάπτυξη των παραγωγικών τομέων όπως το οδικό δίκτυο, οι λιμενικές εγκαταστάσεις, ο εξηλεκτρισμός, τα υδατικά έργα κ.ά.   

 

Γενικά, το Πρώτο Πενταετές Σχέδιο, σαν η πρώτη προσπάθεια προγραμματισμού της οικονομίας, είχε περιορισμένη κάλυψη αφού συγκεντρώθηκε κυρίως στον οικονομικό και πολύ λιγότερο τον κοινωνικό τομέα και έθεσε κυρίως στόχους για διενέργεια αναπτυξιακών δαπανών σε διάφορους τομείς οικονομικής δραστηριότητας.   

 

Πενταετές σχέδιο ανάπτυξης: Μέχρι το 1966, όταν άρχισε η ετοιμασία του Δευτέρου Πενταετούς Σχεδίου, η πρόοδος που επιτεύχθηκε ήταν απόλυτα ικανοποιητική. Οι συνθήκες διαφοροποιήθηκαν σημαντικά παρ' όλες τις αντίξοες συνθήκες που δημιούργησε η τουρκική ανταρσία του τέλους του 1963 κ.ε. Τα συμπτώματα οικονομικής στασιμότητας είχαν ξεπεραστεί, η ανεργία έπεσε σε χαμηλά επίπεδα, η μετανάστευση περιορίστηκε, η εμπιστοσύνη του κοινού στο μέλλον εδραιώθηκε και άρχισε να εφαρμόζεται εκτενές πρόγραμμα εκτέλεσης έργων υποδομής. Το εθνικό προϊόν αυξήθηκε με μέσο ετήσιο ρυθμό 6% σε σχέση με στόχο 5,5%, ενώ η συμμετοχή των επενδύσεων στις συνολικές εθνικές δαπάνες αυξήθηκε από 13% σε 18%. Επίσης τόσο το ισοζύγιο πληρωμών όσο και οι κρατικοί λογαριασμοί ήσαν σταθερά πλεονασματικοί.   

 

Η βασική επιδίωξη του Δευτέρου Πενταετούς Σχεδίου (1967-1971) ήταν να επιτευχθεί η  διαδικασία ανάπτυξης και  μέσω αυτής να τεθούν οι βάσεις για ανύψωση του βιοτικού επιπέδου του λαού. Το σχέδιο αυτό ήταν πλατύτερο σε κάλυψη αφού περιελάμβανε και τον ιδιωτικό τομέα και έθετε πιο λεπτομερείς στόχους για τα βασικά οικονομικά μεγέθη και καθόριζε με σαφήνεια τον προγραμματιζόμενο ρόλο τόσο του δημόσιου, όσο και του ιδιωτικού τομέα.   

 

Κατά την περίοδο του Δευτέρου Πενταετούς Σχεδίου η οικονομική ανέλιξη που σημειώθηκε την  προηγούμενη πενταετία συνεχίστηκε.Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν αυξήθηκε με μέσο ετήσιο ρυθμό 8,5% έναντι στόχου 7,2% και η διαφοροποίηση της δομής της οικονομίας ακολούθησε την επιδιωκόμενη κατεύθυνση.   

 

Το Τρίτο Πενταετές Σχέδιο (1972-76) εφάρμοσε με πιο έντονο ρυθμό την πολιτική του Δευτέρου Πενταετούς. Η  γρήγορη οικονομική ανάπτυξη που επιτεύχθηκε κατά τη διάρκεια των δυο προηγούμενων σχεδίων κατέστησε δυνατή την αυξημένη έμφαση στη χορήγηση και βελτίωση κοινωνικών υπηρεσιών και τη δικαιότερη κατανομή του εθνικού εισοδήματος. Ιδιαίτερη σημασία δόθηκε και στην αύξηση της παραγωγικότητας. Παράλληλα, ο στόχος για γρήγορο εκσυγχρονισμό και αναδιάρθρωση της παραγωγικής βάσης εξακολουθούσε να αποτελεί τον πυρήνα του προγραμματισμού της οικονομικής ανάπτυξης.