Το πρώτο ζυθοποιείο στην Κύπρο λειτούργησε συστηματικά το 1935. Εμπνευστής του υπήρξε ο Χρ. Πλατάνης που συμμετείχε στον συνεταιρισμό κατασκευής οινοπνευματωδών ποτών «Χρ. Πλατάνης & Σία».
Ενωρίτερα κυκλοφόρησαν κάποιες άλλες μπίρες. Η πρώτη μπίρα που μαρτυρείται είναι η "Μπύρα Α". Η μπύρα αυτή κατασκευάστηκε απο την ζυθοποιία του Α. Β. Σκουρίδη που βρισκόταν στην οδό Αξιοθέας 6 στη Λευκωσία. Κυκλοφόρησε περί τις αρχές του 1929, όπου πιθανολογείται ότι ήταν η πρώτη Κυπριακή μπύρα που κυκλοφόρησε. Διατεθόταν σε κιβώτια των 48 φιάλων στη τιμή των 17 σελινιών, του τότε κυπριακού νομίσματος.
Μπύρα "Θεοδώρα"
Η Μπύρα αυτή παρασκευάστηκε γύρω στο 1933 σύμφωνα με τα Αγγλικά πρότυπα, από το ίδιο ζυθοποιίο στην οδό Αξιοθέας 6 στην ενορία Χρυσαλινιώτισσα στη Λευκωσία και πωλείτο προς 16 σελίνια το κιβώτιο.
Μπύρα "ΑΕΤΟΣ"
Μπύρα παραγωγής του ομώνυμου εργοστάσιου ζυθοποιίας στην Αγλαντζιά η οποία κυκλοφόρησε το 1935. Η μπύρα κυκλοφορούσε μέχρι το 1946 και αργότερα από την "Κυπριακή εταιρεία ζύθου ΑΕΤΟΣ". Εμπνευστής του υπήρξε ο Χρ. Πλατάνης που για το σκοπό αυτό ίδρυσε συνεταιρισμό με την επωνυμία Χρ. Πλατάνης και Σία. Συνέταιροι ήταν ο Χ. Πλατάνης.
Η ίδρυση του ζυθοποιείου υπαγορεύθηκε από την ανάγκη αντιμετώπισης του μεγάλου συναγωνισμού που αντιμετώπιζε ο συνεταιρισμός «Χρ. Πλατάνης & Σία» στη διάθεση των οινοπνευματωδών ποτών. Πιστευόταν ότι αν ο πιο πάνω συνεταιρισμός διέθετε και μπύρα, τούτο θα υποβοηθούσε και στη διάθεση των οινοπνευματωδών ποτών. Προς τον σκοπό αυτό ο Χρ. Πλατάνης το 1932 μετέβη στην Αθήνα και επισκέφθηκε το εργοστάσιο της μπύρας ΦΙΞ. Επιστρέφοντας στην Κύπρο ίδρυσε συνεταιρισμό με την επωνυμία Χρ. Πλατάνης & Σία. Συνέταιροι σ’ αυτόν ήσαν ο Χριστόδουλος Πλατάνης, ο Σταύρος Παντζιαρής, ο Γεώργιος Ασπρόφτας, ο Νικόλαος Χριστοφίδης και ο Χαράλαμπος Σταυρίδης. Μάλιστα σ’ ένα από τους συνεταίρους, τον Γεώργιο Ασπρόφτα, έγινε πρόταση να μεταβεί στο Βέλγιο για να ειδικευθεί εκεί στην παραγωγή μπύρας. Όταν ο Γ. Ασπρόφτας επέστρεψε στην Κύπρο το 1935 ήταν ήδη έτοιμο και το εργοστάσιο παραγωγής μπύρας «ΑΕΤΟΣ» στην Αθαλάσσα, γιατί εκεί υπήρχαν πηγές με νερό καλής ποιότητας. Το εργοστάσιο αυτό σώζεται μέχρι και σήμερα. Πιο ύστερα, όταν το εργοστάσιο μεταφέρθηκε στη σημερινή βιομηχανία Πλατάνη, παρά την Παιδαγωγική Ακαδημία, χρησιμοποιούσε το νερό της πόλης.
Μπύρα Λέοντος
Αργότερα ο συνεταιρισμός «Χρ. Πλατάνης & Σία» διαλύθηκε. Ο Χρ. Πλατάνης, ο Νικόλαος Χριστοφίδης και ο Χαράλαμπος Σταυρίδης απεχώρησαν και πώλησαν τις μετοχές που είχαν στον συνεταιρισμό στους άλλους δυο συνεταίρους, τους Σ. Παντζιαρή και Γ. Ασπρόφτα, οι οποίοι και συνέχισαν να κατασκευάζουν τη μπύρα «ΑΕΤΟΣ» μέχρι το 1948, έτος κατά το οποίο διέλυσαν τον συνεταιρισμό τους.
Παράλληλα, ο Χρ. Πλατάνης, ο Ν. Χριστοφίδης και ο Χ. Σταυρίδης συνέστησαν νέο συνεταιρισμό υπό την επωνυμία «Χρ. Πλατάνης & Σία» και με Γάλλο χημικό ίδρυσαν εργοστάσιο στο οποίο κατασκευαζόταν η μπύρα «ΛΕΟΝΤΟΣ». Το εργοστάσιο αυτό, που κτίστηκε στον Λυκαβηττό (παρά την Παιδαγωγική Ακαδημία), τέθηκε σε λειτουργία το 1939. Το εργοστάσιο έκλεισε για τρία σχεδόν χρόνια (1941-43) και επαναλειτούργησε το 1944. Η παραγωγή του ανερχόταν σε 12.000 λίτρα τον μήνα με χημικό τον διδάσκαλο Ιάκωβο Σκουρίδη. Λίγο πριν από το 1948 ο Ν. Χριστοφίδης πώλησε τις μετοχές του. Τις μετοχές του πώλησε το 1956 και ο Χαρ. Σταυρίδης. Έτσι από το 1956 ως μόνος ιδιοκτήτης του εργοστασίου που παρήγε τη μπύρα «ΛΕΟΝΤΟΣ» έμεινε ο Χρ. Πλατάνης.
Από το 1950 τη μπύρα «ΛΕΟΝΤΟΣ» κατασκεύαζε ο ίδιος ο Χρ. Πλατάνης αφού τον ειδίκευσε στην κατασκευή της ο ανεψιός του Τηλέμαχος Χαραλάμπους, που ήταν χημικός και είχε τύχει ειδίκευσης στην παρασκευή μπύρας στο εξωτερικό. Κύριοι μέτοχοι της εταιρείας «Μ. Χρ. Πλατάνης & Σία Λτδ.» ήσαν οι Φώτος Φωτιάδης, Τάκης Φωτιάδης και Μιχαλάκης Χρ. Πλατάνης.
Το ζυθοποιείο της μπύρας «ΑΕΤΟΣ» απασχολούσε 15 περίπου άτομα και τα περισσότερα μηχανήματά του ήταν κυπριακής κατασκευής επειδή το εργοστάσιο άρχισε τη λειτουργία του ενώ συνεχιζόταν ακόμη ο Β΄ Παγκόσμιος πόλεμος. Αργότερα, το 1950, χρησιμοποιήθηκαν και μηχανήματα από το εξωτερικό, συγκεκριμένα από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το 1960 εισήχθησαν ντεπόζιτα ωριμάνσεως από τη Γερμανία.
Το ζυθοποιείο Χρ. Πλατάνης συνέχισε τη λειτουργία του μέχρι το 1968 αφού από το 1956 μετονομάστηκε σε «ζυθοποιείο Μ. Χρ. Πλατάνης». Το 1968, με την άδεια λειτουργίας του ζυθοποιείου Μ. Χρ. Πλατάνης, ιδρύθηκε η ζυθοβιομηχανία «Μ. Χρ. Πλατάνης και Σία Λτδ», που άρχισε να κατασκευάζει τη μπύρα «Κάρλσμπεργκ».
Τα εγκαίνια του Εργοστασίου της Κάρλσμπεργκ: Βίντεο Ψηφιακός Ηρόδοτος -Αρχείο ΡΙΚ
Η ΚΕΟ
Μέχρι το 1951 η ζυθοβιομηχανία Χρ. Πλατάνης ήταν η μόνη στην κυπριακή αγορά. Όμως από το 1951 λειτούργησε το τμήμα ζυθοποιίας της ΚΕΟ. Η νέα ζυθοβιομηχανία ξεκίνησε εντυπωσιακά για τα δεδομένα της εποχής, με αρκετή διαφήμιση, ομοιόμορφα αυτοκίνητα διανομής, πρατήρια σ’ ολόκληρη την Κύπρο κ.α. Τα μηχανήματά της ήσαν πιο σύγχρονα και η παραγωγή τους μεγαλύτερη από εκείνη της ζυθοβιομηχανίας Μ. Χρ. Πλατάνης. Από τα πρώτα κιόλας χρόνια η μπύρα ΚΕΟ κατέκτησε σημαντικό μερίδιο της αγοράς, κάπου 60%. Το 10% είχε η μπύρα «ΛΕΟΝΤΟΣ», ενώ το υπόλοιπο 30% καλυπτόταν από διάφορες μάρκες εισαγόμενης μπύρας.
Η παραγωγή της μπύρας ΚΕΟ κατά την περίοδο 1952-1968 σημείωσε σημαντική αύξηση. Αυτή το 1952 ήταν 295.000 γαλόνια, ενώ το 1954 αυξήθηκε κατά 62% και ανήλθε στις 478.000 γαλόνια. Πολύ μεγάλη αύξηση στην κατανάλωση της μπύρας άρχισε να σημειώνεται μετά το 1955. Σ’ αυτό συνετέλεσαν διάφοροι παράγοντες, μεταξύ των οποίων σημαντικότεροι είναι: α) η αύξηση του αριθμού ξένων περιηγητών και β) η στροφή των Κυπρίων προς την κατανάλωση μπύρας ως αποτέλεσμα της επίδρασης των ξένων με τους οποίους έρχονταν σε επαφή όπως ήταν οι Άγγλοι στρατιώτες, οι ξένοι περιηγητές κ.α. Οι πωλήσεις της ΚΕΟ σε μπύρα αυξήθηκαν από 295.000 γαλόνια το 1952, σε 1.077.000 γαλόνια το 1962 και σε 1.454.000 γαλόνια το 1968.
Αναλυτικότερα οι πωλήσεις της μπύρας ΚΕΟ σε διάφορα έτη της περιόδου 1952-68 (αξίζει να σημειωθεί ότι κατά την περίοδο αυτή στην Κύπρο εκτός της μπύρας ΚΕΟ παραγόταν μόνο η μπύρα «ΛΕΟΝΤΟΣ») ήταν οι ακόλουθες:
ΠΩΛΗΣΕΙΣ ΜΠΥΡΑΣ ΚΕΟ ΚΑΤΑ ΤΑ ΕΤΗ 1952-1968 | ||
---|---|---|
Έτος | Πωλήσεις (issues) | Ποσοστό (%) ετήσιας αύξησης πωλήσεων |
1952 | 295.000 γαλόνια | - |
1953 | 339.000 γαλόνια | 12,98 |
1954 | 478.000 γαλόνια | 41,00 |
1962 | 1.077.000 γαλόνια | - |
1967 | 1.339.000 γαλόνια | - |
1968 | 1.454.000 γαλόνια | 8,59 |
1969 | 1.338.126 γαλόνια | 7,97 |
Η Μ. Χρ. Πλατάνης, που βρίσκεται στην αγορά από το 1968, είναι κυπριακή βιομηχανία η οποία ως licenced manufacturer κατασκεύαζε τη μπύρα «Κάρλσμπεργκ» κάτω από τον τεχνικό έλεγχο της «Κάρλσμπεργκ» Δανίας, μιας από τις σημαντικότερες ζυθοβιομηχανίες στον κόσμο.
Η παραγωγή της «Κάρλσμπεργκ» στην Κύπρο, λόγω της σχέσης που έχει η βιομηχανία που την παράγει με την «Κάρλσμπεργκ» Δανίας, αποτέλεσε σημαντικό σταθμό και συνέβαλε σημαντικά στην παραπέρα ανάπτυξη της ζυθοποιίας στην Κύπρο, διότι εισήγαγε υπερσύγχρονη τεχνολογία, νέες μεθόδους παραγωγής, σύγχρονες αντιλήψεις μάρκετινγκ κ.α. Η ζυθοβιομηχανία Μ.Χρ. Πλατάνης & Σία Λτδ. το 1986 μετονομάστηκε σε «Φώτος Φωτιάδης Ζυθοβιομηχανία Λτδ». Αυτή σήμερα αποτελεί και τη σημαντικότερη ζυθοβιομηχανία στον τόπο μας.
Από το 1986 τα δύο εργοστάσια παραγωγής μπύρας που υπάρχουν στην Κύπρο είναι η ΚΕΟ και η «Κάρλσμπεργκ». Ο ανταγωνισμός που αναπτύχθηκε μεταξύ των δυο αυτών ζυθοβιομηχανιών οδήγησε στη συνεχή βελτίωση της ποιότητας της παραγόμενης μπύρας, στην καλύτερη εξυπηρέτηση του κοινού, στην εφαρμογή σύγχρονων μεθόδων διοίκησης και εμπορίας με στόχο τη μείωση των κόστων παραγωγής και την αύξηση της αποδοτικότητας των μεγάλων επενδύσεων που γίνονται για την ανάπτυξη της ζυθοβιομηχανίας.
Χάρις στην αισθητή αύξηση του αριθμού των ξένων περιηγητών που επισκέπτονται την Κύπρο, στην παρουσία της ειρηνευτικής δύναμης του ΟΗΕ και στην στροφή των Κυπρίων προς την κατανάλωση μπύρας, η συνολική κατανάλωση μπύρας στην Κύπρο σημειώνει συνεχή αύξηση: από 2.439.903 γαλόνια το 1975 και 2.976.266 γαλόνια το 1977, αυξήθηκε σε 5.132.320 γαλόνια το 1985 και 5.963.930 γαλόνια το 1987.
Αναλυτικότερα η συνολική κατανάλωση μπύρας κατά την περίοδο 1973-1987 δίνεται στον πιο κάτω πίνακα:
ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΜΠΥΡΑΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ 1973-1987 | ||
---|---|---|
Έτος | Κατανάλωση (issues) σε γαλόνια | Ποσοστό (%) αύξησης σε σχέση με το προηγ. έτος |
1973 | 3.194.793 | - |
1974 | 2.686.714 | -15,9 |
1975 | 2.439.903 | -9,19 |
1976 | 2.406.344 | -1,38 |
1977 | 2.976.266 | 23,68 |
1978 | 3.337.968 | 12,15 |
1979 | 3.837.833 | 14,98 |
1980 | 3.989.804 | 3,96 |
1981 | 4.349.613 | 9,02 |
1982 | 4.633.592 | 6,53 |
1983 | 5.039.220 | 8,75 |
1984 | 5.132.320 | 1,85 |
1985 | 5.457.026 | 6,33 |
1986 | 5.660.940 | 3,74 |
1987 | 5.963.930 | 5,35 |
Με βάση τις διεθνείς στατιστικές η κατά κεφαλήν κατανάλωση μπύρας στην Κύπρο το 1982 ανερχόταν στα 36,4 λίτρα. Ο αριθμός αυτός δείχνει ότι η Κύπρος έχει μεγαλύτερη κατά κεφαλήν κατανάλωση μπύρας από αρκετές γειτονικές της χώρες όπως είναι η Ιταλία (20,6 λίτρα), η Ελλάδα (29,7), το Ισραήλ (11,0), η Τουρκία (6,4), αλλά αρκετά μικρότερη κατά κεφαλήν κατανάλωση από διάφορες χώρες με παράδοση στην κατανάλωση μπύρας όπως είναι η Δυτική Γερμανία (147,8 λίτρα), το Βέλγιο (132,1), η Αυστρία (128,9), η Δανία (128,6), το Λουξεμβούργο (124,2), η Μεγάλη Βρετανία (107,3), ο Καναδάς (86,5) κ.α.
Σήμερα
Με σταθερούς ρυθμούς συνέχισε να αυξάνεται η παραγωγή και η κατανάλωση μπύρας στην Κύπρο τα επόμενα χρόνια, με τη χώρα μας να ακολουθεί τη διεθνή τάση η οποία θέλει τον τομέα να αναπτύσσεται συνεχώς.
Σύμφωνα με τη στατιστική έκθεση της Ένωσης Ζυθοποιών Ευρώπης, για τις τάσεις που επικράτησαν στον τομέα της ζυθοποιίας το 2018, η Κύπρος ανέβασε εκ νέου τα επίπεδα παραγωγής της για άλλη μία χρονιά, την τέταρτη διαδοχικά (2014-2018). Συγκεκριμένα, η παραγωγή μπύρας στην Κύπρο έφτασε τα 398.000 εκατόλιτρα (hl), συγκριτικά με 318.000 hl που ήταν το 2014 και 383.000 hl που ήταν το 2017.