Με το μετάξι που παραγόταν στην Κύπρο, οι υφάντρες του
νησιού, και σχεδόν κάθε οικοκυρά στο δικό της αργαλειό, ύφαιναν δυο ειδών υφάσματα: τα μεταξωτά και τα ολομέταξα. Τα ολομέταξα ήσαν εκείνα που υφαίνονταν εξ ολοκλήρου με μετάξι και ήταν βέβαια, πιο πολυτελή και ακριβά. Για την ύφανση των μεταξωτών εχρησιμοποιείτο το μετάξι, όμως ως βάση για την ύφανσή του εχρησιμοποιείτο άλλο φθηνότερο νήμα, ο λεγόμενος ιταρές. Αυτό γινόταν για λόγους οικονομίας κυρίως. Το φθηνότερο νήμα ήταν επίσης επιτόπιας παραγωγής, αν και κατά τον 20ό αιώνα αντικαταστάθηκε από εισαγμένο έτοιμο νήμα.
Με τα μεταξωτά και ολομέταξα υφάσματα, οι Κυπρίες έφτιαχναν ένα σωρό χρήσιμα είδη: από μαντήλια και μαντήλες μέχρι μαξιλαροθήκες, στρώματα, τραπεζομάντηλα, υποκάμισα, κουρτίνες, φορέματα κλπ. Διάφορα τέτοια είδη εξάγονταν επίσης σε διάφορες χώρες˙ η Κύπρος εξήγε: είτε κουκκούλια, είτε εξαγόμενο μετάξι, είτε υφασμένα μεταξωτά, είτε είδη κατασκευασμένα από μετάξι. Μεταξύ των τελευταίων, διάσημες ήταν οι μαντήλες που κατασκευάζονταν στο χωριό Κοιλάνι. Ήταν ολομέταξα υφάσματα, πολύ λεπτά, που βάφονταν με ειδικό τρόπο (κάτι σαν πρωτόγονη τεχνική μπατίκ) και λέγονταν εφταλοΐτικα (επειδή τα χρώματά τους ήταν επτά λογιών [=ειδών]).
Σε παλαιότερες εποχές η κάθε κοπέλα του χωριού έπρεπε να παραγάγει το μετάξι της, να το υφάνει στη βούφα και απ’ αυτό να κατασκευάσει τα προικιά της.
Διάφορα μεταξωτά είδη γνωστά για την ωραιότητά τους, κατασκευάζονταν από τις τεχνίτρες της Λευκωσίας και άλλων περιοχών της Κύπρου.