Είναι αδύνατο να χαραχθεί σήμερα με ακρίβεια το περίγραμμα των τειχών της Λευκωσίας κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας, γιατί μετά το γκρέμισμά τους από τους Βενετούς και την οικοδόμηση των εντελώς διαφορετικών βενετσιάνικων οχυρώσεων, τα ίχνη τους έχουν οριστικά χαθεί. Υπολογίζεται όμως ότι τα τείχη των Λουζινιανών είχαν σχήμα ακανόνιστο προς τραπεζοειδές και μήκος μεγαλύτερο από εκείνα των Βενετών που σώζονται μέχρι σήμερα.
Βλέπε λήμμα: Οχυρώσεις
Οι πύλες της πόλης
Από φιλολογικές πηγές, γνωρίζουμε πως υπήρχαν οι ακόλουθες πύλες: Η πύλη του Αγίου Δομινίκου στα δυτικά (στην περιοχή της βενετσιάνικης πύλης Πάφου), η πύλη του Τράχωνα στα βόρεια (κοντά στη βενετσιάνικη πύλη της Κερύνειας), η πύλη του Αγίου Ανδρέα στα βορειοανατολικά, η πύλη της Αγοράς στα ανατολικά (στην περιοχή της βενετσιάνικης πύλης της Αμμοχώστου) και η πύλη της Αγίας Παρασκευής στα νότια (περίπου στην περιοχή της σημερινής λεωφόρου Μακαρίου Γ΄). Οι πύλες αυτές προστατεύονταν από πύργους (γνωρίζουμε και πάλι από φιλολογικές αναφορές μερικούς, όπως ο πύργος της Αγίας Παρασκευής και ο πύργος του Αγίου Ανδρέα).
Ο Πεδιαίος χωρίζει την πόλη στα δύο
Τα τείχη περιβάλλονταν από τάφρο. Ο ποταμός Πεδιαίος περνούσε μέσα από την πόλη διαχωρίζοντάς την σε δυο τμήματα, το βόρειο και το νότιο. Τα δυο τμήματα ενώνονταν με γεφύρια (γνωρίζουμε από αναφορές των χρονογράφων τα γεφύρια του Αγίου Δομινίκου, που βρισκόταν στο δυτικό τμήμα της πόλης, του Σινεσκάρδου και των Αγίων Αποστόλων στο κεντρικό τμήμα και της Αγοράς [πιθανώς το ίδιο μ’ εκείνο της Πιλλιρής] στο ανατολικό τμήμα. Το βασιλικό παλάτι, που βρισκόταν στην περιοχή της πύλης Πάφου, και περιγράφεται ως λαμπρό οικοδόμημα, περιβαλλόταν από δικές του οχυρώσεις στις οποίες περικλειόταν και το μοναστήρι του Αγίου Δομινίκου. Το παλάτι καταστράφηκε από τους Σαρακηνούς το 1426. Στα βόρεια του ποταμού, υψωνόταν ο επιβλητικός όγκος του καθεδρικού ναού της Αγίας Σοφίας.
Βλέπε λήμμα: Πεδιαίος ποταμός- τα μεσαιωνικά γεφύρια της Λευκωσίας και Βενετικό παλάτι
Πύργοι, κάστρα και παλάτια
Ο Λεόντιος Μαχαιράς ομιλεί για έναν σπουδαίο πύργο, τον πύργο της Μαργαρίτας, τον οποίο είχε κτίσει ο βασιλιάς Πέτρος Α΄ (1359-1369), δεν ξέρουμε όμως πού ακριβώς. Εξάλλου πριν κτιστεί το βασιλικό παλάτι στο δυτικό άκρο της πόλης, η βασιλική οικογένεια κατοικούσε σε πύργο αρχικά, που ίσως ήταν το κάστρο των Βυζαντινών. Αργότερα κτίστηκε το πρώτο φράγκικο παλάτι που συμπληρώθηκε το 1211 και πιθανό να βρισκόταν στην περιοχή του παλαιού Δημαρχείου. Ίσως είναι εκείνο που αναφέρει ο Wilbrand von Oldenburg ότι είχε πάθει πολλές ζημιές κατά την εισβολή των Γενουατών το 1373-74. Για το νέο παλάτι στην περιοχή της πύλης Πάφου και το κάστρο του, καθώς και για το μοναστήρι των Δομινικανών, μιλούν αρκετοί χρονογράφοι και επισκέπτες. Σ’ αυτό κυμάτιζαν τα βασιλικά λάβαρα και το όλο συγκρότημα περιβαλλόταν από ωραίους κήπους. Μετά την καταστροφή του, το 1426, η βασιλική οικογένεια κατοίκησε στο μέγαρο του Hugh de la Baume, κοντοσταύλη της Κύπρου, στην περιοχή της σημερινής πλατείας Σεραΐου ή Ατατούρκ. Το μέγαρο αυτό χρησιμοποίησαν αργότερα ως κατοικία τους και οι Βενετοί και οι Τούρκοι κυβερνήτες της Κύπρου. Τμήμα του σωζόταν μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα, οπότε κατεδαφίστηκε από τους Άγγλους επειδή είχε καταστεί ετοιμόρροπο.
Σ’ ολόκληρη την πόλη, εκτός από τα πολλά μοναστήρια και τις εκκλησίες, βρίσκονταν διασκορπισμένα τα μέγαρα των πριγκίπων κι άλλων μελών της βασιλικής οικογένειας, τα λεγόμενα «κοντεάτικα» (προφανώς από το κόντε = κόμης) καθώς και οι πολυτελείς κατοικίες πολλών ευγενών.
Δρόμοι και πλατείες
Οι κύριοι δρόμοι της πόλης ήσαν πλατιοί και άνετοι, πλακόστρωτοι και με πεζοδρόμια, η δε νομοθεσία ανάγκαζε τον ιδιοκτήτη κάθε κατοικίας να καθαρίζει το τμήμα τους μπροστά από το σπίτι του. Ωστόσο οι πάροδοι ήσαν στενά δρομάκια, χωρίς πλακόστρωτο αρκετά απ’ αυτά. Μερικά ήσαν σκεπασμένα με τέντες για να προστατεύονται οι άνθρωποι από τις δυνατές ακτίνες του ήλιου τα καλοκαίρια. Μερικοί δρόμοι, καθώς κι ολόκληρες συνοικίες, χαρακτηρίζονταν από ειδικά επαγγέλματα και τέχνες που κυριαρχούσαν, πράγμα εξ άλλου που συνέβαινε κι αργότερα, μέχρι και εντελώς πρόσφατα. Ο Λεόντιος Μαχαιράς αναφέρει, για παράδειγμα, τη συνοικία των γουναράδων, ενώ υπήρχαν και ειδικές αγορές όπως ψωμιού, νημάτων, δερμάτων κλπ.
Οι κεντρικοί κυρίως δρόμοι της Λευκωσίας γνώρισαν, κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας, πολλά γεγονότα: μάχες, διαδηλώσεις του λαού, πομπές για τη στέψη ή τον γάμο ή την κηδεία βασιλιάδων, λιτανείες για τερματισμό της ανομβρίας, πλημμύρες, φόνους, πορείες μελλοθάνατων προς την αγχόνη.
Σπίτια και αρχοντικά
Τα αρχοντικά της Λευκωσίας ήσαν κτισμένα με κύριο υλικό την πελεκητή πέτρα. Αναφορές σε πηγές, σχετικές με το κτίσιμο και την εμφάνιση των μεσαιωνικών σπιτιών, κι αντιπαραβολή μ’ εκείνα της φράγκικης Συρίας, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι αυτά ήσαν συνήθως διώροφα και το εσωτερικό πολλών ήταν επενδυμένο με ξύλο ή καλυμμένο με ζωγραφιές. Η οικογένεια κατοικούσε στον όροφο, όπως εξάλλου και στο βασιλικό παλάτι, ενώ οι χώροι του ισογείου χρησιμοποιούνταν ως στάβλοι και αποθήκες. Το ζεστό κλίμα της πρωτεύουσας επέδρασε στην αρχιτεκτονική των κατοικιών με στοιχεία όπως σκεπασμένες βεράντες, μπαλκόνια, ανοικτές εσωτερικές αυλές κι ευρύχωρα λουτρά. Οι ευγενείς και οι λοιποί είχαν τη συνήθεια να τρώνε στο πάτωμα, γράφει ο Άγγλος John Maundeville που είχε επισκεφθεί την Κύπρο το 1322˙ έσκαβαν, προσθέτει, χαντάκια στο ύψος του γόνατος που στρώνονταν με μάρμαρα, και για να φάνε έμπαιναν σ’ αυτά, κι ο λόγος ήταν για να έχουν περισσότερη δροσιά. Ελάχιστα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα κατοικιών της περιόδου της Φραγκοκρατίας διατηρούνται, κυρίως στον βόρειο τουρκοκρατούμενο σήμερα τομέα της πόλης, μεταξύ της Αγίας Σοφίας και των πυλών Κερύνειας και Πάφου˙ περιορίζονται δε σε τμήματα τοίχων, γοτθικές εισόδους και πατώματα. Οι πληροφορίες για τα σπίτια των ντόπιων Κυπρίων είναι ελάχιστες και αναφέρονται σε ταπεινές και χαμηλές κατοικίες από πλινθάρια και πηλό.
Βλέπε λήμμα: Αρχιτεκτονική
Κήποι και καλλιέργειες
Τόσο στην πόλη μέσα στα τείχη όσο και γύρω απ’ αυτήν υπήρχαν πολλοί κήποι με καλλιέργειες και οπωροφόρα δέντρα (πορτοκαλιές, ροδιές, κλήματα κ.α.), ενώ υπήρχε και άφθονο νερό που αντλούσαν από πηγάδια με αλακάτια, όπως λέγει ο Στέφανος Λουζινιανός. Η πόλη, πάντως, δεν φαίνεται να ήταν ιδιαίτερα πυκνοκατοικημένη, αλλά είχε πολλές εκκλησίες (γύρω στις 250), περιλαμβανομένων και των πολλών μοναστηριών που αναφέρθηκαν ήδη πιο πάνω. Συνωθούνταν όμως σ’ αυτήν πολλές εθνικότητες, αφού κοντά στους Κυπρίους φτωχούς κατοίκους της και τους Γάλλους κυριάρχους απαντώνταν στην πόλη και οι κληρικοί πολλών δογμάτων και ταγμάτων, όπως και Βενετοί έμποροι, Γενουάτες, Αρμένηδες, Σύροι, Καταλανοί και κάθε λογής ξένοι μισθοφόροι που βρίσκονταν στην υπηρεσία του βασιλιά. Κατά τις ημέρες δε που γίνονταν υπαίθριες αγορές, κατέφθανε στην πόλη κι ένα πλήθος ανθρώπων από την ύπαιθρο, για να πωλήσουν ή ν’ αγοράσουν, που δημιουργούσε μαζί με τα ζώα του, σωστό πανδαιμόνιο. Οι «λαϊκές αγορές» γίνονταν στην πόλη κάθε Κυριακή, μέχρι που απαγορεύτηκαν με βασιλικό διάταγμα το 1425 (Μαχαιράς, Χρονικόν, παρ. 650).
Έδρα του Λατίνου αρχιεπίσκοπου
Στη Λευκωσία είχε την έδρα του και ο Λατίνος αρχιεπίσκοπος που κατοικούσε σε δικό του μέγαρο, ενώ ο αρχηγός της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Κύπρου εκτοπίστηκε κι έδρευε στη Σολιά, από τον 13ο αιώνα και ύστερα.
Βλέπε λήμμα: Λατίνοι
Οικισμοί
Γύρω από την πρωτεύουσα υπήρχαν σε μικρή απόσταση διάφοροι οικισμοί: ο οικισμός της Αράς βρισκόταν σε μικρή απόσταση στα βόρεια (στην περιοχή όπου σήμερα βρίσκεται το Ορτά Κιογιού), ενώ στα βορειοανατολικά η Μια Μηλιά που υφίσταται και σήμερα.
Βλέπε λήμμα: Ορτάκοϊ
Στην περιοχή της Αγλαντζιάς, στα νοτιοανατολικά, βρισκόταν ο οικισμός Λευκομιάτης ενώ στα νοτιοδυτικά υφίστατο από τότε ο Στρόβολος όπου υπήρχε και θερινό εξοχικό παλάτι του βασιλιά. Υφίστατο επίσης ο Άγιος Δομέτιος στα δυτικά της πόλης. Στο λόφο Άρωνα της Αθαλάσσας υπήρχε κάστρο, γνωστό με την ονομασία Λα Κάβα, που επέβλεπε τις προσβάσεις προς την πρωτεύουσα, ιδιαίτερα τις οδούς από τις Αλυκές (=Λάρνακα) και την Αμμόχωστο. Όπως έχει αναφερθεί και πιο πάνω, υπήρχαν έξω από τα τείχη της Λευκωσίας και μερικά μοναστήρια.
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια