Όχι μακριά από την πόλη της Λεμεσού, βρίσκονται οι σημαντικοί αρχαιολογικοί χώροι του Κουρίου και της Επισκοπής στα δυτικά, το μεσαιωνικό φρούριο του Κολοσσιού και ο αρχαιολογικός χώρος της Αμαθούντος στα ανατολικά. Για τους χώρους αυτούς βλέπε λεπτομέρειες στα ανάλογα λήμματα. Στην ίδια την πόλη της Λεμεσού βρίσκεται το κάστρο της, που λειτουργεί και ως Μεσαιωνικό Μουσείο στο οποίο εκτίθενται αντικείμενα από τα Βυζαντινά χρόνια, από τις περιόδους της Φραγκοκρατίας και της Βενετοκρατίας και αργότερα.
Το κάστρο: Δεν είναι γνωστό πότε κτίσθηκε το κάστρο της Λεμεσού. Όταν το 1191 ο Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος αποβιβάσθηκε στη Λεμεσό, την βρήκε τειχισμένη. Το τείχος βέβαια ήταν ίσως παλαιό. Κάστρο όμως δεν αναφέρεται. Ακόμη το 1211 που επισκέφθηκε την πόλη ο Willi-brand d' Oldenbourg τα τείχη ήσαν πολύ αδύνατα. Κατά συνέπεια η πληροφορία του Stefano Lusignano ότι το κάστρο της Λεμεσού το έκτισε ο πρώτος Φράγκος ηγεμόνας Guy de Lusignan δεν είναι ορθή. Πιθανή φαίνεται η γνώμη του Φλώριου Βουστρώνιου ότι το κάστρο της Λεμεσού το έκτισαν οι Ναΐτες και ότι κατασχέθηκε το 1308. Πάντως το 1228 υπήρχε κάστρο στη Λεμεσό και σ' αυτό ο Φρειδερίκος Β' της Γερμανίας και οι υποστηρικτές του φυλάκισαν τους ομήρους που υπεχρεώθη να δώσει ο Ιωάννης Ιβελίνος, αντιβασιλιάς της Κύπρου. Υπάρχει η γνώμη ότι στο κάστρο της Λεμεσού πέρασε τον χειμώνα του 1248-1249 και ο Λουδοβίκος Θ' της Γαλλίας ενώ ο στρατός του παρέμεινε στρατοπεδευμένος έξω από τη Λεμεσό.
Μετά την κατάληψη της Αμμοχώστου το 1373 οι Γενουάτες έκαψαν και τη Λεμεσό αφού κυρίευσαν το κάστρο. Το 1395 η Λεμεσός εξακολουθούσε να είναι κατά το μεγαλύτερο μέρος της ακατοίκητη σύμφωνα με τον Orient d' Anglure. Φαίνεται όμως ότι το κάστρο επισκευάσθηκε γιατί το 1402 οι Γενουάτες δεν κατάφεραν να το κυριεύσουν.
Την ίδια αποτυχία είχαν οι Γενουάτες το 1408. Όταν το 1413 ο στρατός του σουλτάνου της Αιγύπτου έκαψε τη Λεμεσό, ο κυβερνήτης της πόλης Φίλιππος de Picquigny κατέφυγε στο κάστρο, το οποίο δεν μπόρεσαν να κυριεύσουν οι Αιγύπτιοι. Εν τω μεταξύ φαίνεται ότι το κάστρο είχε υποστεί ζημιές είτε από την επίθεση του 1413 είτε από σεισμούς. Η επισκευή έγινε κατά πρόχειρο τρόπο με αποτέλεσμα να υπάρχουν αδύνατα σημεία. Όταν το 1425 οι Μαμελούκοι επετέθησαν για δεύτερη φορά, ύστερα από πληροφορίες ομόδοξών τους που είχαν φυλακισθεί στο κάστρο, κτύπησαν το σημείο που είχε πρόχειρα επισκευασθεί και κατάφεραν να το κυριεύσουν και να σφάξουν τον φρούραρχο Etienne de Vicence και την οικογένειά του. Αργότερα το κάστρο επισκευάσθηκε γιατί το 1518 ο Jacques le Saige το βρήκε αρκετά ισχυρό. Εν τούτοις το 1538 Τούρκοι που επέβαιναν σε δέκα γαλέρες κυρίευσαν το κάστρο και έσφαξαν τους υποστηρικτές του. Αυτό οδήγησε τον Βενετό προβλεπτή Francesco Bragadino και τους συμβούλους του να καταστρέψουν το κάστρο για να μη χρησιμεύσει ως οχυρό στους Τούρκους. Σύμφωνα με τον Φλώριο Βουστρώνιο η κατεδάφιση του κάστρου στοίχισε περισσότερα απ' όσα χρειάζονταν για την επισκευή του.
Οι σεισμοί του 1567 και του 1568 είχαν σαν αποτέλεσμα τη μεγαλύτερη καταστροφή του κάστρου. Το 1579 μόνο ορισμένοι τοίχοι του κάστρου είχαν απομείνει. Το κάστρο πήρε τη σημερινή του μορφή το 1590. Οι Τούρκοι περιέβαλαν με ισχυρό τείχος 2 μ. περίπου τους τοίχους του που είχαν απομείνει και δημιούργησαν το σημερινό κάστρο. Η διαίρεση του ανατολικού τμήματος σε τρία, καθ' ύψος, επίπεδα, οφείλεται στους Τούρκους. Οι Τούρκοι έκτισαν και τα κελλιά στο ισόγειο και στον όροφο που αργότερα χρησίμευσαν σαν φυλακές.
Το αρχικό κάστρο της Λεμεσού ήταν πολύ μεγαλύτερο απ' αυτό που σώζεται σήμερα. Αυτό φαίνεται καθαρά από τα τμήματά του που σώθηκαν εντειχισμένα στο σημερινό κάστρο. Πρόκειται για δυο αίθουσες που φαίνεται βρίσκονταν στο εσωτερικό του αρχικού κάστρου, αφού διασώζουν παράθυρα σήμερα κλειστά, μια και οι αίθουσες αυτές έχουν περιβληθεί με ισχυρό τείχος, το πάχος του οποίου ξεπερνά τα 2 μ. Η μια αίθουσα είναι στενόμακρη και στ' ανατολικά καταλήγει σε τοίχο σχήματος τόξου κύκλου. Στο δυτικό άκρο του βόρειου τοίχου της αίθουσας αυτής υπήρχε είσοδος που καταστράφηκε μερικώς μετά την κατασκευή της σημερινής εισόδου στα τέλη του 16ου αιώνα. Σώζεται τμήμα του ανάγλυφου περίθυρου και κιονόκρανο του ανατολικού κιονίσκου, που μαζί με το συνεχόμενο ποδαρικό στήριζε το τόξο και το περίθυρο. Τα τμήματα αυτά της αρχικής εισόδου διακρίνονται στην εσωτερική πλευρά του βόρειου τοίχου, πάνω από τη σημερινή είσοδο. Στενόμακρα παράθυρα με ανάγλυφα τόξα και ποδαρικά εξωτερικά στον βόρειο και τον νότιο τοίχο φώτιζαν την αίθουσα αυτή. Τα τμήματα αυτά ανήκουν στην πρώτη, ίσως, φάση του κάστρου. Πώς καλυπτόταν η αίθουσα αυτή δεν είναι γνωστό. Σήμερα στο εσωτερικό της υπάρχει υπόγειο, που αποτελείται από τρία καμαροσκέπαστα επιμήκη δωμάτια. Στο υπόγειο αυτό οδηγεί κτιστή σκάλα στο ισόγειο αριστερά που αποτελείται από διάδρομο και δυο σειρές καμαροσκέπαστα κελλιά, πέντε σε κάθε πλευρά. Αρχικά ο διάδρομος καλυπτόταν με καμάρα. Πάνω από το ισόγειο υπάρχει όροφος με την ίδια διάταξη. Τόσο ο τοίχος που χωρίζει το ισόγειο από τον σημερινό προθάλαμο όσο και η σκάλα που οδηγεί στον όροφο, είναι νεότερα. Νεότερη είναι και η κάλυψη του διαδρόμου του ορόφου που αρχικά (1590) ήταν καμαροσκέπαστος.
Η μεγάλη αυτή στενόμακρη αίθουσα ενωνόταν στα δυτικά με μεγάλη ορθογώνια αίθουσα με φανερές τις επεμβάσεις που έγιναν κατά τη μακραίωνη ζωή της. Στο νοτιοδυτικό άκρο της αίθουσας αυτής κτιστή κυκλική σκάλα (κοχλίας), οδηγεί στην ταράτσα του κάστρου και σε δυο δωμάτια καμαροσκέπαστα κτισμένα πάνω από την αίθουσα αυτή. (Άλλα δωμάτια υπάρχουν στο ανατολικό άκρο του κάστρου πάνω από το ανατολικό τμήμα της μακρόστενης αίθουσας). Η αίθουσα αυτή είναι άγνωστο πώς καλυπτόταν αρχικά. Αργότερα ισχυρές παραστάδες στους τοίχους και ελεύθερος πεσσός στο κέντρο στήριζαν δυο σταυροθόλια με νευρώσεις. Η κατασκευή των παραστάδων αυτών είχε σαν αποτέλεσμα να κλείσουν ορισμένα παράθυρα - πολεμίστρες στον βόρειο τοίχο. Αργότερα αφαιρέθηκε ο κεντρικός πεσσός, και το βόρειο σταυροθόλιο αντικαταστάθηκε με κτιστή καμάρα που στηρίζεται στους τοίχους και σε εγκάρσιο τόξο στο μέσο της οροφής. Τα σημερινά παράθυρα του δυτικού τοίχου της αίθουσας αυτής ανοίχθηκαν κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Κλειστές σήμερα θύρες στον δυτικό τοίχο δείχνουν ότι η αίθουσα αυτή επικοινωνούσε με άλλη αίθουσα. Αλλά και στα νότια της αίθουσας αυτής υπήρχε άλλη αίθουσα. Είναι φανερό λοιπόν ότι το αρχικό κάστρο ήταν πολύ μεγαλύτερο και ότι οι Τούρκοι επισκεύασαν και ενίσχυσαν τους τοίχους του κάστρου που σώζονταν μετά την καταστροφή του από τους Βενετούς και έδωσαν στο κάστρο τη σημερινή του μορφή.
Άλλα μνημεία και αξιοθέατα: Εκτός από το κάστρο της Λεμεσού, που λειτουργεί και ως Μεσαιωνικό Μουσείο, στην πόλη λειτουργεί και Αρχαιολογικό Μουσείο στο οποίο εκτίθενται αρχαία αντικείμενα από την επαρχία. Τοπικό Αρχαιολογικό Μουσείο υπάρχει και στο χωριό Επισκοπή, στο οποίο εκτίθενται ευρήματα από την περιοχή Κουρίου - Επισκοπής.
Από τις εκκλησίες της Λεμεσού, πολύ γνωστή είναι η εκκλησία της Αγίας Νάπας, που για πολλές δεκαετίες δέσποζε της πόλης πάνω από την οποία και υψωνόταν, από την πλευρά εκείνων που προσέγγιζαν τη Λεμεσό από τη θάλασσα. Η εκκλησία κτίστηκε κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, στις αρχές του 18ου αιώνα, στα ερείπια παλαιάς μικρής βυζαντινής εκκλησίας. Αρχικά είχε κτιστεί ένας μικρός ναός, αφιερωμένος στην Πλατυτέρα των Ουρανών, που είχε κοσμηθεί και με τοιχογραφίες, χωρίς ωστόσο καμπαναριό που απαγορευόταν. Στον περίβολό του υπήρχαν κοιμητήριο και πηγάδι. Ο ναός αυτός κατεδαφίστηκε το τέλος του 1891 για ν' αντικατασταθεί από μεγαλύτερη εκκλησία, αυτήν που υπάρχει και σήμερα, και της οποίας τα σχέδια έγιναν στην Αθήνα από τον Ελλαδίτη αρχιτέκτονα Γ. Παπαδάκη. Η οικοδόμησή της τέλειωσε το 1906. Η ονομασία Αγια Νάπα προήλθε από το γεγονός ότι ο ναός που υφίστατο στον ίδιο χώρο κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας, αφιερωμένος στο Άγιο Μανδήλιον της αγίας Βερενίκης, ήταν γνωστός με την απλούστερη ονομασία Saint Nappe (= Άγιο Μανδήλιον).
Άλλη γνωστή εκκλησία της Λεμεσού είναι η Παναγία Παντάνασσα, γνωστότερη με την ονομασία Καθολική, στην περιοχή όπου βρίσκεται και το μέγαρο της επισκοπής Λεμεσού. Στην περιοχή αυτή υπήρχε, κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας, μοναστήρι των Φραγκισκανών. Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας κτίστηκε μικρή εκκλησία, που αργότερα κατεδαφίστηκε για να κτιστεί μεγαλύτερη, που κι αυτή γνώρισε αρκετές ανακαινίσεις και τροποποιήσεις.
Στην τελευταία περίοδο της Τουρκοκρατίας τοποθετείται χρονικά και η οικοδόμηση της μικρής εκκλησίας στον χώρο της σημερινής Αγίας Τριάδος που αρχικά ήταν μικρό μοναστήρι με λίγες εγκαταστάσεις, περιουσία του μοναστηριού της Παναγίας Χρυσορροϊάτισσας. Το 1891 αναγνωρίστηκε ως ενοριακή εκκλησία της Αγίας Τριάδος που αγοράστηκε από την ενορία το 1912. Το 1919 κατεδαφίστηκε η μικρή εκκλησία και άρχισε η οικοδόμηση της μεγάλης που υπάρχει σήμερα.
Στη θέση παλαιότερης εκκλησίας κτίστηκε το 1870 και η εκκλησία του Αγίου Αντωνίου που βρίσκεται στην αριστερή όχθη του ποταμού Γαρύλλη και μεταξύ της ελληνικής και της τουρκικής συνοικίας της πόλης.
Κοντά στην παραλία βρίσκεται η εκκλησία των Αγίων Ανδρόνικου και Αθανασίας. Η μικρή αυτή εκκλησία, που θεμελιώθηκε το 1835 και τέλειωσε το 1864, είχε χρησιμοποιηθεί και ως καθεδρικός ναός της Λεμεσού.
Η μικρή εκκλησία του Αγίου Μάμα, όχι μακριά από εκείνην του Αγίου Αντωνίου, είναι κτίσμα του 1926 και αντικατέστησε κατεστραμμένη μεσαιωνική εκκλησία αφιερωμένη στον ίδιο άγιο. Ο άγιος Μάμας* λατρευόταν κατά τα Μεσαιωνικά χρόνια ιδιαίτερα στη Λεμεσό, όπως μαρτυρεί και ο χρονογράφος Λεόντιος Μαχαιράς (Χρονικόν, παρ. 33), όπου εθεωρείτο και θαυματουργός: ...Ὁμοίως ὁ ἅγιος Μάμας...ὁ ποῖος ἦρτεν ἀπέ τήν Ἀλλαγίαν ...καί ἀποῦ τόν ζωγραφίζουν βρύει ἰάματα, εἰς τήν Λευκωσίαν, εἰς τήν Λεμεσόν, εἰς τήν Ἀμόχουστον, εἰς τήν Κλαυδίαν...
Ενοριακή είναι από το 1925 και η εκκλησία της Αγίας Ζώνης. Η σημερινή μεγάλη εκκλησία αντικατέστησε επίσης άλλη μικρότερη και παλαιότερη. Άλλες εκκλησίες είναι εκείνες της Αγίας Μαρίνας, παρεκκλήσι της Αγίας Τριάδος, της Αγίας Θέκλας στην περιοχή του κάστρου και το μικρό ξωκκλήσι του Αγίου Γεωργίου κοντά στον Ποταμό της Γερμασόγειας. Μετά την ανάπτυξη της πόλης, κτίστηκαν και άλλες, νεώτερες εκκλησίες, που δεν παρουσιάζουν ενδιαφέρον ( Άγιος Νικόλαος, Άγιος Ιωάννης κ.ά.).
Στον παραλιακό δρόμο της Λεμεσού υπάρχει η φραγκοκκλησιά (=καθολική εκκλησία) αφιερωμένη στην αγία Αικατερίνη (Santa Catherina). Κτίστηκε τον 19ο αιώνα (τέλειωσε το 1879). Κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας υπήρχαν στην πόλη της Λεμεσού λατινικός καθεδρικός ναός και αρκετές άλλες εκκλησίες δυτικών δογμάτων, από τις οποίες δεν έχει σωθεί τίποτε.
Σώζονται επίσης στην πόλη μερικά τζαμιά: Το Κεπίρ Τζαμί (=Μεγάλο Τζαμί) στο κέντρο της τουρκικής συνοικίας, κτίσμα των αρχών του 20ού αιώνα, και το Αρναούτι Μετζίτ. Το Μικρό Τζαμί, γνωστότερο ως Τζιαμούδα, έχει καταστραφεί και διατηρείται μόνο η ονομασία του στην περιοχή στην οποία βρισκόταν.
Στη Λεμεσό σώζονται διάφορα αξιόλογα κτίρια, κυρίως του 20ού αιώνα, μερικά σε νεοκλασσικό ρυθμό. Εκτός από τις γειτονιές της παλαιάς πόλης (κυρίως στην περιοχή του κάστρου) μερικά δείγματα παλαιότερης αρχιτεκτονικής διατηρούνται στο παραλιακό μέτωπο. Εντυπωσιακό είναι το κτίριο Πηλαβάκη, στο οποίο στεγάζεται σήμερα η Δημόσια Βιβλιοθήκη της πόλης. Ενδιαφέρον από αρχιτεκτονικής πλευράς παρουσιάζουν και διάφορα άλλα κτίρια της περιόδου της Αγγλοκρατίας, όπως το κτίριο του Κεντρικού Ταχυδρομείου, το Δημαρχείο και μερικά σχολικά οικοδομήματα.
Στα αξιοθέατα της πόλης περιλαμβάνεται και ο Δημοτικός Κήπος στην ανατολική της πλευρά, κοντά στη θάλασσα, τόπος περιπάτου, ιδίως κατά την περασμένη 50ετία, πνεύμονας πρασίνου και χώρος εκδηλώσεων όπως το Καλλιτεχνικό Φεστιβάλ και η Γιορτή του Κρασιού, που αποτελούν ετήσιους θεσμούς. Σε τμήμα του Κήπου λειτουργεί μικρός ζωολογικός κήπος καθώς και μικρό Μουσείο Φυσικής Ιστορίας. Ο ζωολογικός κήπος όμως αντιμετωπίζει αρκετά προβλήματα και υπάρχουν σχέδια για ίδρυση καινούργιου εκτός πόλεως, που θα συνδυαστεί με τη δημιουργία μεγάλου πάρκου, στην περιοχή του χωριού Πολεμίδια.
Αρκετούς επισκέπτες, τόσο από την Κύπρο όσο και από το εξωτερικό, δέχονται και οι οινοβιομηχανίες της Λεμεσού όπου η διαδικασία παραγωγής των οινικών προϊόντων, που χαίρουν μεγάλης φήμης, αποτελεί αξιοθέατο για πολλούς.
Τέλος, αξιοθέατο είναι ασφαλώς και το παλαιό μεταλλικό υδραγωγείο της Λεμεσού. Πρόκειται για υψηλό μεταλλικό πύργο στην κορφή του οποίου βρίσκεται τεράστιο κυκλικό μεταλλικό ντεπόζιτο. Πριν κτιστούν οι υψηλές πολυκατοικίες, το υδραγωγείο αυτό δέσποζε της πόλης κι αποτελούσε για δεκαετίες το χαρακτηριστικό της γνώρισμα αφού διακρινόταν από μακριά, κυρίως από τους ανθρώπους που ταξίδευαν στη θαλάσσια περιοχή. Το υδραγωγείο, δημιούργημα των χρόνων της Αγγλοκρατίας, παραμένει αχρησιμοποίητο εδώ και αρκετά χρόνια, γίνονται δε σκέψεις για αξιοποίησή του ως αξιοθέατου.