Στις 15 Ιουλίου του 1974 έγινε το πραξικόπημα της ελληνικής χούντας κατά του Μακαρίου, που ακολουθήθηκε από την τουρκική εισβολή στις 20 του Ιουλίου. Το Συμβούλιο Ασφαλείας συνήλθε και ενέκρινε την απόφαση 353 με τη ν οποία απηύθυνε έκκληση για εκεχειρία, αξίωνε τον άμεσο τερματισμό της «ξένης στρατιωτικής επέμβασης» και ζητούσε την αποχώρηση των ξένων στρατευμάτων πλην εκείνων που βρίσκονταν στο νησί βάσει διεθνών συμφωνιών. Καλούσε επίσης όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη να συνεργαστούν πλήρως με την ΟΥΝΦΙΚΥΠ ώστε να μπορέσει να εκπληρώσει την αποστολή της. Μ' αυτό τον τρόπο το Συμβούλιο καθόριζε έμμεσα τη συνέχιση του ρόλου της ΟΥΝΦΙΚΥΠ και στις νέες συνθήκες που είχαν δημιουργηθεί και που δεν προβλέπονταν στους αρχικούς όρους εντολής της, ο οποίοι σχετίζονταν με τη διακοινοτική διένεξη κι όχι με τη στρατιωτική εισβολή μιας από τις «εγγυήτριες» δυνάμεις στην Κύπρο. Η κατάπαυση του πυρός που ζήτησε το Συμβούλιο Ασφαλείας ανακοινώθηκε για τις 16.00 ώρα Κύπρου, της 22 Ιουλίου 1974. Παρά την εκεχειρία, οι δυνάμεις εισβολής συνέχισαν τη στρατιωτική τους δράση και νέες συγκρούσεις σημειώθηκαν στις 23 του Ιουλίου, κυρίως στην περιοχή κοντά στο αεροδρόμιο Λευκωσίας, που, με συμφωνία των τοπικών διοικητών των δυο πλευρών, κηρύχθηκε περιοχή προστατευόμενη από τα Ηνωμένα Έθνη και κατελήφθη από στρατεύματα της ΟΥΝΦΙΚΥΠ, υπό τον έλεγχο των οποίων βρίσκεται έκτοτε.
Στη διάρκεια της πρώτης φάσης της τουρκικής εισβολής η ΟΥΝΦΙΚΥΠ περιορίστηκε σε αύξηση των περιπολιών της, σε προσπάθειες για την ασφάλεια αμάχων, σε παροχή βοήθειας για τη μεταφορά ξένων διπλωματικών αποστολών στη βρετανική βάση της Δεκέλειας κλπ., ενώ ταυτόχρονα κατέβαλλε προσπάθειες για εκεχειρία.
Ταυτόχρονα ο γενικός γραμματέας ζήτησε αύξηση της αριθμητικής δύναμης της ΟΥΝΦΙΚΥΠ. Οι ενισχύσεις έφθασαν μεταξύ 24 Ιουλίου 1974 και 14 Αυγούστου 1974, αυξάνοντας τη δύναμη της ΟΥΝΦΙΚΥΠ από 2.078 σε 4.444 που πήραν θέσεις τόσο στις περιοχές που είχαν καταλάβει οι δυνάμεις εισβολής όσο και στις περιοχές που ελέγχονταν από το κράτος.
Στις 14 Αυγούστου 1974 άρχισε η δεύτερη φάση της τουρκικής εισβολής. Οι δυνάμεις της ΟΥΝΦΙΚΥΠ βρέθηκαν σε δύσκολη και επικίνδυνη θέση και είχαν σοβαρές απώλειες. Το Συμβούλιο Ασφαλείας σε απόφασή του στις 15 Αυγούστου1974 αξίωσε πλήρη σεβασμό του διεθνούς «στάτους» της ΟΥΝΦΙΚΥΠ και κάλεσε τα ενδιαφερόμενα μέρη να συνεργαστούν μαζί της για την επιτέλεση του έργου της. Με άλλη απόφασή του, την ίδια μέρα, το Συμβούλιο έκαμε γνωστή την επίσημη αποδοκιμασία του για τις μονομερείς στρατιωτικές ενέργειες που ανελήφθησαν εναντίον της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Η δημιουργία της Δύναμης
Η Ειρηνευτική Δύναμη των Ηνωμένων Εθνών στην Κύπρο (ΟΥΝΦΙΚΥΠ) δημιουργήθηκε με τη συγκατάθεση της Κυβέρνησης της Κυπριακής Δημοκρατίας στις 27 Μαρτίου 1964. Η δημιουργία της Δύναμης έγινε με εντολή του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών στο ψήφισμα που εγκρίθηκε στις 4 Μαρτίου 1964 [Ψήφισμα 186, (1964)], μετά το ξέσπασμα των διακοινοτικών συγκρούσεων στη νήσο και την απειλή άμεσης επέμβασης από την Τουρκία. Με ανταλλαγή επιστολών ημερομηνίας 31 Μαρτίου 1964 μεταξύ του Γενικού Γραμματέα και του Υπουργού Εξωτερικών της Κυπριακής Δημοκρατίας, συνομολογήθηκε συμφωνία σχετικά με το καθεστώς της Δύναμης (Συμφωνία Φιλοξενούσης Χώρας).
Η Δύναμη αναπτύχθηκε αρχικά για τρεις μήνες, αλλά αργότερα επεκτάθηκε σε εξαμηνιαίες περιόδους και ανανεώνεται με την συγκατάθεση της Κυβέρνησης της Κυπριακής Δημοκρατίας. Από της εγκαθιδρύσεώς της, η Δύναμη έχει επιτελέσει σημαντικό έργο, υποβοηθώντας ουσιωδώς την ειρηνευτική προσπάθεια που τα Ηνωμένα Έθνη έχουν εμπιστευθεί στον Γενικό Γραμματέα.
Όροι εντολής
Σύμφωνα με τους όρους εντολής της Δύναμης, οι οποίοι παρατίθενται στο ψήφισμα 186 (1964) του Συμβουλίου Ασφαλείας και στα μετέπειτα ψηφίσματα του Συμβουλίου σχετικά με την Κύπρο, τα κύρια καθήκοντα της ΟΥΝΦΙΚΥΠ σε σχέση με τη διατήρηση της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας μπορούν να συνοψιστούν ως εξής:
Σύνθεση
Την παρούσα περίοδο, η ΟΥΝΦΙΚΥΠ αποτελείται από 887 στρατιώτες, 67 αστυνομικούς και 156 μέλη μη-στρατιωτικού προσωπικού. Το στρατιωτικό προσωπικό προέρχεται από: την Αργεντινή (276), τη Βραζιλία (2), τη Χιλή (14), την Παραγουάη (14), το Μπαγκλαντές (2), την Αυστρία (4), τον Καναδά (1), την Ουγγαρία (77), τη Σερβία (47), τη Σλοβακία (169), την Ουκρανία (2) και τη Μεγάλη Βρετανία (279).
Η αστυνομία είναι συνεισφορά της Βοσνίας–Ερζεγοβίνης (10), της Βουλγαρίας (1), της Κίνας (7), της Ινδίας (4), της Ιταλίας (2), της Ιρλανδίας (12), της Λιθουανίας (1), της Ρουμανίας (4), της Ρωσικής Ομοσπονδίας (5), της Σερβίας (2), της Σλοβακίας (5), του Μαυροβουνίου (4) και της Ουκρανίας (10). Από το μη-στρατιωτικό προσωπικό (156), οι 37 έχουν ενταχθεί από τη διεθνή κοινότητα και 119 τοπικώς. (Σημείωση: οι πληροφορίες είναι ακριβείς μέχρι 15 Δεκεμβρίου 2017).
Χρηματοδότηση
Για το οικονομικό έτος Ιουλίου 2017-Ιουνίου 2018, η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ ενέκρινε το ποσό των $57.4 εκατομμυρίων για τη χρηματοδότηση της UNFICYP (ψήφισμα 71/300). Η κυπριακή κυβέρνηση συνεισφέρει εθελοντικά το 1/3 του κόστους της UNFICYP (περίπου $18.3 εκατομμύρια). Η κυβέρνηση της Ελλάδας προσφέρει εθελοντικά $6.5 εκατομμύρια. Το υπόλοιπο ποσό καλύπτεται από υποχρεωτικές συνεισφορές των κρατών-μελών του ΟΗΕ.