Τις πρώτες πληροφορίες για την καλλιέργεια εσπεριδοειδών στην Κύπρο μας δίνουν διάφοροι περιηγητές. Ο πρώτος περιηγητής που αναφέρει ότι είδε να καλλιεργούνται εσπεριδοειδή στην περιοχή της Αμμοχώστου καθώς και σε άλλα μέρη της Κύπρου, είναι ο Ιταλός Nicolaus de Martoni, που επισκέφθηκε την Αμμόχωστο το 1394. Στην παραγωγή πορτοκαλιών, κίτρων και λεμονιών στην Επισκοπή της επαρχίας Λεμεσού αναφέρεται ο περιηγητής Gabriele Capodilista που επισκέφθηκε την Κύπρο το 1458. Αναφορές για παραγωγή εσπεριδοειδών κάνουν επίσης ο Paolo Paruta το 1570 και ο Abbe Mariti το 1760. Αξίζει να σημειωθεί ότι από τους ίδιους τους περιηγητές πληροφορούμαστε ότι η παραγωγή εσπεριδοειδών μέχρι τον 18ο αιώνα περιοριζόταν για επιτόπια κατανάλωση.
Τον 18ο αιώνα η καλλιέργεια και η παραγωγή των εσπεριδοειδών εκτός της Αμμοχώστου εξαπλώνεται και σ’ άλλες περιοχές του νησιού όπως στη Λεύκα, στη Λάπηθο, στη Λάρνακα και στη Λευκωσία. Η αύξηση της παραγωγής που φαίνεται ότι ικανοποιεί πλήρως τη ντόπια κατανάλωση, δημιουργεί τις προϋποθέσεις που οδηγούν και στην εξαγωγή του είδους αυτού στην Αίγυπτο και κυρίως στη Συρία. Σημαντικές πληροφορίες για την παραγωγή εσπεριδοειδών κατά το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα δίνει ο αρχιμανδρίτης Κυπριανός στο βιβλίο του "Ἱστορία Χρονολογική τῆς Νήσου Κύπρου" (1788) όπου αναφέρει τα εξής:" Ἒξωθεν αὐτῆς [της παλαιάς Αμμοχώστου],..εἶναι κῆποι μέ δένδρα νεραντζιῶν, πορτοκαλλίων, ...Νεράντζια γλυκά καί ξινά καί πορτογάλια, μάλιστα εἰς τήν Ἀμμόχουστον, Λεύκαν, Λάπιθον, Λάρνακαν καί Λευκοσίαν μεγάλα καί ἐξαιρέτου ποιότητος. Λεμόνια ξινά καί γλυκά, κίτρα μεγαλώτατα καί φραγκολέμονα καί κουμαντατάδες λεμόνια γίνονται εἰς ὂχι ὀλίγην ποσότητα.."
Η καλλιέργεια των εσπεριδοειδών γνωρίζει μεγαλύτερη ανάπτυξη κατά τον 19ο αιώνα, ιδιαίτερα μετά την εισαγωγή στην Κύπρο ορισμένων νέων ποικιλιών όπως της γιαφίτικης πορτοκαλιάς το 1864 και της μανταρινιάς το 1870. Τον 19ο αιώνα η αύξηση της παραγωγής συμβάλλει στην περαιτέρω διεύρυνση των εξαγωγών που γίνονται κυρίως στην Αίγυπτο και τη Ρουμανία. Ο Π. Γεννάδιος στην "περί Γεωργίας της Κύπρου" έκθεσή του που δημοσιεύτηκε το 1896 γράφει: "Τά περισσότερα καλλιεργούμενα λεμονόδενδρα εἶναι τά πορτοκάλια καί τά λεμόνια. Ὑπάρχουν ἐπίσης κιτρόμηλα, κίτρα καί μανδαρίνια. Τό μεγαλύτερον μέρος τῆς παραγωγῆς καταναλίσκεται ἐπιτοπίως. Ἐξαγωγή κυρίως πορτοκαλιών καί λεμονιών γίνεται εἰς Αἲγυπτον καί Ρουμανίαν, συνολικῆς αξίας £4.000".
Πειραματικός σταθμός καλλιέργειας εσπεριδοειδών
Από τα τέλη του 19ου αι. μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αι. πάρθηκαν από τους Βρετανούς διάφορα μέτρα που συνέβαλαν σημαντικά στην παραπέρα ανάπτυξη της καλλιέργειας των εσπεριδοειδών, ιδίως στην Αμμόχωστο. Το 1899 τοποθετήθηκε μόνιμα στην Αμμόχωστο υπάλληλος του Τμήματος Γεωργίας και ιδρύθηκε φυτώριο, το 1926 το Γεωργικό Τμήμα εισήγαγε από τη Ν. Αφρική τα γκρέιπφρουτ, το 1928 ιδρύθηκε πειραματικός σταθμός καλλιέργειας εσπεριδοειδών που συνέβαλε σημαντικά στην ανάπτυξη και βελτίωση της καλλιέργειας τους και το 1933 εισήχθησαν από την Παλαιστίνη αρκετά εμβόλια γκρέιπφρουτ, και βαλένσια.
Βλέπε λήμμα: Αγγλοκρατία- Οικονομία
Τα μέτρα αυτά συνέβαλαν ουσιαστικά τόσο στη διάδοση της καλλιέργειας των εσπεριδοειδών όσο και στην αύξηση της παραγωγής και του εισοδήματος από την καλλιέργειά τους, πράγμα που φαίνεται και από τη σημαντική αύξηση της τιμής της γης που ήταν κατάλληλη για λεμονόδεντρα. Σε διάστημα 20 χρόνων, από το 1908 ως το 1928, η κατά σκάλα τιμή τέτοιας γης από £1 αυξήθηκε σε £10- £20, ανάλογα με την απόστασή της από το κέντρο της πόλης.
Εξαγωγές στο Ηνωμένο Βασίλειο
Μέχρι το 1930 - 31 οι κυριότερες αγορές των κυπριακών εσπεριδοειδών ήσαν η Ελλάδα και η Αίγυπτος. Μετά το 1931 η Αίγυπτος ύψωσε σημαντικά τους δασμούς για την εισαγωγή όλων των κυπριακών φρούτων, ενώ η Ελλάδα απαγόρευσε τελείως την εισαγωγή κυπριακών εσπεριδοειδών. Τούτο ανάγκασε όλους όσους ασχολούνταν με την εξαγωγή εσπεριδοειδών από την Κύπρο όχι μόνο να επιδιώξουν την εξεύρεση νέων αγορών αλλά και να βελτιώσουν σημαντικά τις μεθόδους διαλογής και συσκευασίας. Το 1931 πραγματοποιήθηκε η πρώτη αποστολή εσπεριδοειδών, που ήσαν συσκευασμένα μέσα σε κιβώτια, στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Γενικά, η δεκαετία 1930 - 39 αποτελεί περίοδο ραγδαίας ανάπτυξης της παραγωγής και της εξαγωγής των εσπεριδοειδών. Ιδιαίτερα σημαντικές είναι οι ποσότητες που εξήχθησαν κατά την περίοδο 1935 - 39. Η εξαγωγή πορτοκαλιών από 137.000 κιβώτια το 1934/5 αυξήθηκε σε 461.000 κιβώτια το 1937/8 ή κατά 3,36 φορές, ενώ η εξαγωγή λεμονιών κατά την ίδια περίοδο αυξήθηκε από 9.000 σε 59.000 κιβώτια ή κατά 6,5 φορές. Κυριότερες χώρες στις οποίες εξάγονταν αυτή την εποχή τα κυπριακά εσπεριδοειδή ήσαν το Ηνωμένο Βασίλειο, οι Σκανδιναβικές χώρες, η Κεντρική Ευρώπη και οι Βαλκανικές χώρες.
Βλέπε λήμμα: Β' Παγκόσμιος Πόλεμος και Κύπρος
Κατά την περίοδο του Β' Παγκοσμίου πολέμου (1939 - 45) οι εξαγωγές κυπριακών εσπεριδοειδών σημείωσαν αισθητή μείωση και σταδιακά εκμηδενίστηκαν. Το 1940/1 ήταν 12.000 κιβώτια και το 1941/2 13.500 κιβώτια, ενώ το 1942/3 κατήλθαν σχεδόν στο μηδέν. Σημαντική αύξηση των εξαγωγών σημειώθηκε το 1943/4, όταν ανήλθαν συνολικά σε 107.000 κιβώτια.
Εξαγωγές εσπεριδοειδών κατά την περίοδο 1945/49- 1966 (σε κιβώτια)
Έτος (Μέσος όρος) | Πορτοκάλια | Λεμόνια | Γκρέιπφρουτ | Σύνολο |
1945-49 | 534.008 | 136.169 | 123.154 | 893.336 |
1955-59 | 1.033.769 | 278.088 | 218.223 | 1.530.080 |
1960-63 | 1.529.750 | 388.250 | 341.250 | 2.259.250 |
1964 | 2.000.000 | 410.000 | 670.000 | 3.080.000 |
1965 | 1.750.000 | 409.090 | 750.000 | 2.909.090 |
1966 | 1.944.444 | 500.000 | 1.000.000 | 3.444.444 |
Από τον πιο πάνω πίνακα φαίνεται ότι σε διάστημα δυο περίπου δεκαετιών (1945/9 - 1966) οι εξαγωγές πορτοκαλιών (σε κιβώτια) αυξήθηκαν κατά 3,6 φορές, των λεμονιών κατά 3,7 φορές και των γκρέιπφρουτ κατά 3,86 φορές. Κατά την περίοδο 1945/49 - 1961 η αξία των εξαγωγών των τριών αυτών ειδών αυξήθηκε από £378.000 σε £2.171.000 ή κατά 5,74 φορές. Τούτο σημαίνει ότι το 1961 τα εσπεριδοειδή αποτελούσαν ένα από τα σημαντικότερα εξαγωγικά προϊόντα της Κύπρου, εφόσον κατά τον χρόνο αυτό αποτελούσαν το 13,75% της συνολικής αξίας των κυπριακών εξαγωγών.
Η καλλιέργεια εσπεριδοειδών εξαπλώνεται σε όλη την Κύπρο
Η καλλιέργεια των εσπεριδοειδών με την πάροδο του χρόνου είχε εξαπλωθεί σ' ολόκληρη την Κύπρο. Τη μεγαλύτερη παραγωγή κατ' επαρχία, σύμφωνα με στοιχεία του 1958, είχε η επαρχία Λευκωσίας με 33,17% και ακολουθούσαν η επαρχία Αμμοχώστου με 28,30%, η επαρχία Κερύνειας με 17,96% και η επαρχία Λεμεσού με 15,70% της συνολικής παραγωγής. Μικρή σχετικά ήταν η παραγωγή της επαρχίας Λάρνακας και της επαρχίας Πάφου που συμμετείχαν στη συνολική παραγωγή μόνο με 3,37% και 1,50% αντιστοίχως.
Η συνολική παραγωγή εσπεριδοειδών στην Κύπρο (εκτός των μανταρινιών του 1958) ήταν 293.576.000 τεμάχια καρπών ή 52.527 τόνοι. Η παραγωγή για το 1961 ξεπερνούσε τα 350.000.000 καρπών ή 63.640 τόνους.
Σχετικά με την εξέλιξη της καλλιέργειας γκρέιπφρουτ που υπήρξε αλματώδης, πολύ χαρακτηριστικοί είναι οι πιο κάτω αριθμοί που αναφέρονται στις εξαγωγές του προϊόντος.
Χρόνος εξαγωγής γκρέιπφρουτ
Σύνολο εξαγωγής (τεμάχιο καρπών)
Η συνεχής επέκταση της καλλιέργειας των εσπεριδοειδών είχε ως αποτέλεσμα οι φυτείες να επεκτείνονται διαρκώς σε περισσότερες κυβερνητικές σκάλες, ο αριθμός των οποίων κατά την περίοδο 1960 - 66 αυξήθηκε από 36.063 σε 93.033 ή κατά 281,4%. Τη μεγαλύτερη αύξηση κατά την πιο πάνω περίοδο παρουσίασε η έκταση που ήταν καλυμμένη με μανταρινιές και γκρέιπφρουτ. Ιδιαίτερα σημαντική ήταν η αύξηση της έκτασης των φυτειών με πορτοκαλιές τύπου βαλένσια, η οποία κατά την περίοδο 1960 - 66 αυξήθηκε από 7.360 σε 33.608 σκάλες.
Η κατά επαρχία παραγωγή εσπεριδοειδών κατά το 1958
Είδος Εσπεριδοειδών
Λευκωσία
Κερύνεια
Αμμόχωστος
Λάρνακα
Λεμεσός
Πάφος
Πορτοκάλια:
Γιαφίτικα
80.000.000
624.000
68.000.000
5.000.000
17.000.000
1.500.000
Στρογγύλα
3.000.000
760.000
300.000
70.000
350.000
131.000
Βαλένσια
9.000.000
-
6.000.000
95.000
9.000.000
24.000
Κιτρόμηλα
180.000
265.000
780.000
86.000
200.000
206.000
Γκρέιπφρουτ
190.000
32.000
5.000.000
808.000
13.000.000
6.000
Όξινα
5.000.000
51.000.000
3.000.000
3.800.000
6.500.000
2.400.000
Γλυκολέμονα
22.000
28.000
10.000
43.000
50.000
116.000
Τεμάχια
97.392.000
52.709.000
83.090.000
9.902.000
46.100.000
4.383.000
Τόνοι
17.425
9.430
14.867
1.772
8.248
785
Έκταση που καταλάμβανε κάθε είδος εσπεριδοειδών κατά τις απογραφές του 1960 και 1966 σε κυβερνητικές σκάλες
Είδος Εσπεριδοειδών
1960
1966
Αύξηση (+)
ή μείωση (-)
1) Πορτοκαλιές
12.946
18.207
α) Γιαφίτικα
7.360
33.608
β) Βαλένσια
926
21.232
291
52.106
145%
γ) Άλλες ποικιλίες
2) Λεμονιές
4.856
11.037
127%
3) Γκρέιπφρουτ
3.292
9.573
191%
4) Μανδαρινιές
438
1.567
258%
5) Κιτρομηλιές
5.811
18.366
216%
6) Γλυκολεμονιές
360
322
-10%
7) Άλλα είδη
74
62
-16%
Σύνολο
36.063
93.033
158%
Οι κυριότερες καλλιέργειες βρίσκονταν στην περιοχή της Μόρφου, της Αμμοχώστου, της Λεμεσού (περιοχή Φασουρίου), της Κερύνειας (Λάπηθος, Καραβάς, Άγιος Γεώργιος) και της Λάρνακας (Μενεού, Κίτι).
Καθ’ όλη την διάρκεια της δεκαετίας του 1960 οι εξαγωγές εσπεριδοειδών σημείωσαν συνεχή αύξηση. Όπως φαίνεται από τον πιο κάτω πίνακα, το 1964/5 ήσαν 79.159 τόνοι, το 1966 / 7 ήταν 102.425 τόνοι, το 1967/8 ανήλθαν σε 117.207 τόνους και το 1968/9 ήταν 143.695 τόνοι.
Εξαγωγές εσπεριδοειδών κατά την περίοδο 1964/65 - 1968/69
1964/65
τόνοι
1965/66
τόνοι
1966/67
τόνοι
1967/68
τόνοι
1968/69
τόνοι
Πορτοκάλια Βαλένσια
20.543
24.485
31.889
48.542
62.298
Γκρέιπφρουτ
17.415
19.923
26.506
29.048
33.092
Γιαφίτικα Πορτοκάλια
33.786
22.138
31.894
22.216
28.361
Λεμόνια
7.175
7.704
11.535
16.875
19.274
Μανδαρίνια (κλεμεντίνες)
189
155
332
309
558
Άλλες ποικιλίες
51
220
269
217
112
Σύνολο
79.159
74.625
102.425
117.207
143.695
Εκτός από τις εξαγόμενες ποσότητες θα πρέπει να τονισθεί ότι ένα μέρος της εγχώριας συνολικής παραγωγής χρησιμοποιείται για επιτόπια χυμοποίηση.
Μείωση της παραγωγής λόγω της τουρκικής εισβολής
Η παραγωγή και οι εξαγωγές των εσπεριδοειδών συνέχισαν την ανοδική τους πορεία μέχρι το 1973, τελευταίο χρόνο πριν από την τουρκική εισβολή του 1974, οπότε ένα πολύ σημαντικό μέρος των κήπων με εσπεριδοειδή κατελήφθη από τους Τούρκους. Ιδιαίτερα μεγάλη υπήρξε η απώλεια των περιοχών της Μόρφου, της Λαπήθου, του Καραβά, του Αγίου Γεωργίου, της Αμμοχώστου και της Κυθρέας, όπου παραγόταν σημαντικό ποσοστό της συνολικής ετήσιας παραγωγής εσπεριδοειδών. Αποτέλεσμα του γεγονότος αυτού ήταν τόσο η παραγωγή όσο και οι εξαγωγές να υποστούν σημαντική μείωση. Οι εξαγωγές εσπεριδοειδών το 1976 μόλις έφθαναν τις 79.248 τόνους.
Με την πάροδο του χρόνου και την επέκταση των φυτειών εσπεριδοειδών στις ελεύθερες περιοχές, κυρίως στην επαρχία Πάφου, η παραγωγή και οι εξαγωγές άρχισαν σταδιακά να αυξάνονται, και πάλι, όπως φαίνεται από τον πιο κάτω πίνακα.
Παραγωγή εσπεριδοειδών κατά την περίοδο 1976 - 83 (σε τόνους)
Είδος
1976
1977
1978
1979
1980
1981
1982
1983
Πορτοκάλια
36.068
40.132
36.881
36.068
32.512
40.640
43.180
41.500
Λεμόνια
9.652
13.208
11.786
16.662
16.764
21.031
24.892
29.000
Γκρέιπφρουτ
33.528
47.752
40.640
46.990
47.955
51.613
55.982
51.200
Σύνολο
79.248
101.092
89.307
99.720
97.231
113.284
124.054
121.700
Η προσπάθεια επέκτασης της καλλιέργειας των εσπεριδοειδών στις ελεύθερες περιοχές του νησιού μετά το 1974 είχε ως αποτέλεσμα η παραγωγή πορτοκαλιών, λεμονιών και γκρέιπφρουτ κατά την περίοδο 1976 - 83 ν’ αυξηθεί από 79.248 τόνους σε 121.700 τόνους. Παρόλο που η αύξηση αυτή υπήρξε σημαντική, ωστόσο δεν κατέστη δυνατό να φθάσει στα προ της τουρκικής εισβολής επίπεδα.
Εξαγωγές εσπεριδοειδών κατά την περίοδο 1976 - 83 (σε τόνους και αξία)
Είδος
1976
1977
1978
1979
1980
1981
1982
1983
Πορτοκάλια
26.732
29.924
26.026
25.546
20.899
28.386
31.723
29.186
Λεμόνια
6.644
9.664
8.244
12.696
12.335
16.414
18.605
22.601
Γκρέιπφρουτ
28.159
40.250
33.689
39.868
36.684
40.886
45.236
40.325
Σύνολο:
Τόνοι
61.532
79.838
67.959
78.110
69.918
85.686
95.564
92.112
Αξία £000
5.023
6.464
6.620
8.760
8.144
11.006
12.651
13.417
% επί συνόλου γεωργικών εξαγωγών
17,3%
18,5%
24,5%
26,2%
24,2%
26,7%
25,3%
33,7%
Οι εξαγωγές εσπεριδοειδών το 1976 ανέρχονταν σε 61.532 τόνους, ενώ το 1983 ανήλθαν σε 92.112 τόνους. Θεαματική υπήρξε η αύξηση των εξαγωγών των λεμονιών και γκρέιπφρουτ, ενώ οι εξαγωγές των πορτοκαλιών αυξήθηκαν με βραδύτερο ρυθμό. Σημαντική αύξηση σημείωσαν επίσης τα έσοδα από τις εξαγωγές εσπεριδοειδών, έτσι που ενώ η συνολική αξία των εξαγωγών το 1976 ήταν £5.023.000, το 1983 ανήλθε σε £13.417.000. Αποτέλεσμα της σημαντικής αύξησης της αξίας των εξαγωγών ήταν να διπλασιαστεί και το ποσοστό συμμετοχής των εξαγωγών εσπεριδοειδών στο σύνολο των γεωργικών εξαγωγών (από 17,3% το 1976, ανήλθε σε 33,7% το 1983).
Η αξία των εξαγωγών σε εσπεριδοειδή το 1983 ήταν £13.417.000 ή 7,1% του συνόλου των εγχωρίων εξαγωγών και 33,7% του συνόλου των γεωργικών εξαγωγών, ενώ η αξία των εξαχθέντων εσπεριδοειδών το 1961 ήταν £2.000.000 και το 1896, δηλαδή στην αρχή της καλλιέργειάς τους, ήταν μόλις £4.000.
Η παραγωγή εσπεριδοειδών και κατ’ ακολουθίαν και οι εξαγωγές σημείωσαν αύξηση κατά τα επόμενα χρόνια, λόγω κυρίως της δημιουργίας νέων φυτειών ιδίως στις επαρχίες Πάφου και Λεμεσού και παρά το ότι σε άλλες περιοχές (όπως λ.χ. στον Άγιο Θεόδωρο Λάρνακας) φυτείες εσπεριδοειδών εκριζώθηκαν και αντικαταστάθηκαν από άλλες καλλιέργειες περισσότερο προσοδοφόρες. Η ολοκλήρωση της κατασκευής των διαφόρων μεγάλων υδατικών και αρδευτικών έργων και η διενέργεια αναδασμού συνέβαλαν και στην αύξηση των φυτειών και της παραγωγής εσπεριδοειδών.
Από τις μεγαλύτερες παραγωγές αγροτικών προϊόντων
Τα εσπεριδοειδή αποτελούν την τρίτη μεγαλύτερη παραγωγή αγροτικών προϊόντων στην Κύπρο, μετά τα δημητριακά και τις πατάτες. Η παραγωγή εσπεριδοειδών (κυρίως πορτοκάλια διαφόρων ποικιλιών, λεμόνια και γκρέιπφρουτ) ανήλθε το 2003 στους 97.500 τόνους. Η παραγωγή αυτή όχι μόνο ικανοποιούσε την εγχώρια αγορά, περιλαμβανομένων των τουριστών, αλλά ήταν και εκ των κυρίων εξαγωγικών (ακατέργαστων) γεωργικών προϊόντων της Κύπρου. Η αξία των εξαγωγών (σε λίρες Κύπρου) εσπεριδοειδών ήταν:
Επίσης, στις συνολικές εξαγωγές κατεργασμένων γεωργικών προϊόντων περιλαμβάνονται και οι χυμοί φρούτων εσπεριδοειδών.
Για τα εσπεριδοειδή βλέπε και λήμμα Γεωργία.