Κατά τα Πρωτοβυζαντινά χρόνια η πόλη της Λαπήθου ήταν γνωστή και με την ονομασία Λάμπουσα. Κατά την επικρατέστερη άποψη, που προέρχεται από την παράδοση την οποία αναφέρει κι ο Φλώριος Βουστρώνιος, η πόλη είχε ονομαστεί Λάμπουσα επειδή έλαμπε από πλούτο και ομορφιά. Και φαίνεται ότι τότε πράγματι η πόλη ευημερούσε. Η ευημερία της όμως διακόπηκε βίαια κατά την περίοδο των αραβικών επιδρομών (7ος-10ος μ.Χ. αιώνας). Οι διάφορες αραβικές επιδρομές ήσαν ιδιαίτερα καταστροφικές για την Κύπρο κι έπληξαν, κατέστρεψαν κι ερήμωσαν όλες σχεδόν τις παραθαλάσσιες μεγάλες πόλεις της Κύπρου καθώς και τους λοιπούς παραθαλάσσιους οικισμούς. Ήδη κι αυτή η ίδια η πρωτεύουσα της Κύπρου Κωνσταντία (Σαλαμίς), είχε καταστραφεί από την πρώτη και τη δεύτερη επιδρομή των μέσων του 7ου μ.Χ. αιώνα. Από τη δεύτερη μάλιστα αραβική επιδρομή (653 μ.Χ.), επλήγη καίρια και η Λάπηθος/ Λάμπουσα, της οποίας πολλοί κάτοικοι κατέφυγαν στα βουνά για να σωθούν. Ίχνη της διαμονής τους σε σπηλιές και περιοχές των κοντινών βουνών του Πενταδάκτυλου, είναι ακόμη ορατά.
Παρά τα σοβαρότατα πλήγματα από τις επιδρομές των Αράβων, που ανέκοψαν την πρόοδο της πόλης και την κατέστρεψαν, η Λάπηθος/ Λάμπουσα δεν εγκαταλείφθηκε πλήρως από τους κατοίκους της, όπως συνέβη με άλλες πόλεις του νησιού (όπως η Κωνσταντία και το Κούριον). Η πόλη συνέχισε να κατοικείται, αλλά τώρα είχε χάσει πλέον τη σπουδαιότητά της. Πολλοί από τους κατοίκους της απεσύρθησαν πιο πάνω, προς την πλαγιά του βουνού, όπου σταδιακά ιδρύθηκαν κι αναπτύχθηκαν αργότερα οι δυο μεγάλοι οικισμοί της Λαπήθου και του Καραβά.
Η πόλη κατόρθωσε όμως να επιβιώσει αλλά και ν' αναπτυχθεί και πάλι. Το εύφορο έδαφος της περιοχής της και η γειτνίασή της προς τη Μικρά Ασία με την οποία διατηρούσε εμπορικές κυρίως επαφές, βοήθησαν στην εξέλιξή της και πάλι, μέχρι που έφθασε στο σημείο να έχει, κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας, πληθυσμό μεγαλύτερο από τη Λεμεσό, την Αμμόχωστο και την Πάφο, όπως μαρτυρεί ο ιστορικός Στέφανος Λουζινιανός. Ένας από τους πλέον σημαντικούς Κυπρίους λογίους των Μεσαιωνικών χρόνων, ο Γεώργιος Λαπίθης*, καταγόταν από τη Λάπηθο.