Ο Κωσταντάς μαζί με τον Διγενή αποτελούν τους κατ’ εξοχήν ήρωες του ακριτικού κύκλου τόσο στα κυπριακά όσο και στα ακριτικά άσματα άλλων περιοχών του Ελληνισμού. Ο Κωσταντάς έχει υπερφυσικές δυνάμεις, κάμνει υπεράνθρωπα κατορθώματα, αναμετράται με τέρατα, πολεμά και συντρίβει φουσάτα και τον ίδιο τον βασιλιά, αλλά και υφίσταται παθήματα και δοκιμασίες από άλλους αντρειωμένους.
Από πλευράς θέματος και περιεχομένου τα τραγούδια στα οποία πρωταγωνιστεί ο Κωσταντάς μπορούμε να τα χωρίσουμε σε δυο μεγάλες κατηγορίες:
Α) ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΜΕ ΘΕΜΑ ΤΗΝ ΑΝΑΜΕΤΡΗΣΗ ΤΟΥ ΚΩΣΤΑΝΤΑ ΠΡΟΣ ΤΕΡΑΤΩΔΗ ΟΝΤΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΒΑΣΙΛΙΑ
Τα τραγούδια της κατηγορίας αυτής έχουν βασικό θέμα την πάλη του Κωσταντά προς κάποιο τερατώδες ον (Κάβουρα, Δράκοντα, τον Σαρακηνό ή τον Ποσφύρκα). Σε μερικά η διήγηση περιορίζεται στο συγκεκριμένο επεισόδιο της πάλης του Κωσταντά, ενώ σε άλλα η διήγηση είναι εκτενέστερη και περιλαμβάνει τη σύλληψη του ήρωα, την απελευθέρωση από τον πατέρα του και την τιμωρία του βασιλιά.
Στην πρώτη ομάδα των τραγουδιών μπορούμε να περιλάβουμε τα ακόλουθα:
Στη δεύτερη ομάδα των τραγουδιών μπορούμε να κατατάξουμε τα ακόλουθα:
Κοινά μοτίβα σ’ όλα τα τραγούδια της κατηγορίας αυτής είναι τα ακόλουθα:
1) Με πρόσκληση ή υπόδειξη του βασιλιά ο Κωσταντάς αναλαμβάνει να εξοντώσει κάποιο τερατώδες ον (Κάβουρα, Δράκοντα, λιοντάρι ή Σαρακηνό) που καταστρέφει τη χώρα και τρώει τους ανθρώπους και τους αντρειωμένους:
-Ειν’ τα με θέλεις βασιλιά τζ'ι εμήνυσές μου τζ'ι ήρτα;
Επολοήθηβ βασιλιάς του Κωσταντά τζ'ιαι λέει:
- Α Κωσταντά, α Κωσταντά τζ'ι άξιομ παλληκάριν.
Κάουρας εκατοίκησεν κάτω στες πέντε βρύσες,
τρώει αθθρώπους τους καλούς τζ'αι τζ΄είνους του πολέμου,
αρ ρέξουν τρεις, τρώει τους δκυο, τζ'ι’ αρ ρέξουδ δκυο τον έναν,
τζι' αρ ρέξει ένας μανιχός, ορσάρει τον τζ'ιαι πάει˙
έφαμ μου τα στρατέμματα τζι' ούλλα τα παλληκάρκα.
(Ξενοφ. Φαρμακίδη, ό.π.π., σ. 10, στ. 48-55).
Σε μια παραλλαγή από την Πάφο (Μ. Κιτρομηλίδου, ό.π.π. αρ. 5) ο Κωσταντάς αναλαμβάνει μόνος του και σκοτώνει τον Κάβουρα, ενώ σε μια άλλη παραλλαγή επίσης από την Πάφο (Μ. Κιτρομηλίδου, ό.π.π. αρ. 6) τον Κάβουρα εξοντώνει ο ίδιος ο βασιλιάς.
2) Στην πάλη με το τερατώδες στοιχειό ο Κωσταντάς φθάνει στον έσχατο κίνδυνο και τις περισσότερες φορές τον καθοδηγεί ο Θεός πώς να σκοτώσει το τέρας:
- Αγκάθκιασε στην κόξαν σου τζ'ι έσχει αρκυρόν φηκάριν,
τζ'ιαι μες στ’ αρκυροφήκαρον έσχει αρκυρόν χαντζάριν,
τζ'ιαι δος του μιαν του Κάουρα, που κάτω που τ’ αφφάλιν
τζ'ιαι τον θωρείς τον Κάουραν χαμαί, μαλλιά - κουάριν.
3) Στις παραλλαγές της δεύτερης ομάδας μετά το κατόρθωμά του ο Κωσταντάς συλλαμβάνεται κατ’ εντολήν του βασιλιά, είτε γιατί ζήτησε φιλί από τη βασίλισσα ή το χαρέμι του είτε μετά από ψευδή κατηγορία της βασίλισσας, και ρίχνεται στα σίδερα:
Γυρίζει τότε βασιλιάς νεύκει του ασκερκού του
τζ'ι ώστι να πεις στη σταλαμήχ χαμαί εμ που τοβ βάλλουν
τζ'ιαι βαλαν τον στα σκοτεινά στα σίερα περούνια
άλλα ψιλά τζ'ι άλλα χοντρά τζ'ι άλλα με τα κατσούνια.
Τζ'είνος να φάει τζ'ιαι να πκει τζ'ιαι να ποκαματίσει
Ννα βκάλει τζ'ιαι τα ’μμάδκια του τζ'ιαι να τοξ ξαπολύσει.
(Π. Ξιούτα, ό.π.π., σσ. 78-79, στ. 105-110).
4) Ο Κωσταντάς φυλακισμένος και ανήμπορος να αντιδράσει, επικαλείται τη βοήθεια του αδελφού του, ο οποίος φθάνει πάραυτα και ειδοποιεί αμέσως τον πατέρα τους. Στις περισσότερες παραλλαγές αναφέρεται ως πατέρας ο Αντρόνικος ο οποίος σπεύδει σε βοήθεια του γιου του. Σε άλλες παραλλαγές παίρνει εκδίκηση ο ίδιος ο Αντρόνικος και σε άλλες ο Κωσταντάς μόλις ελευθερώνεται από τον πατέρα του.
Χαρακτηριστικός είναι ο διάλογος πατέρα και βασιλιά Φουκά (=Φωκά) σε μια παραλλαγή που δημοσιεύει ο Π. Ξιούτας (ό.π.π. σσ. 79-80, στ. 129-138):
Τζ΄ι’ απολοάται ο Φουκάς τζ'ιαι λέει τζ'ιαι λαλεί του:
- Τζ'ι' έπαρ μου λλίημ πομονήν να πα’ να σου τοφ φέρω.
- Έπαρ του λλίημ πομονήν να πα’ να μου τοφ φέρει
να μπει έσσω ν’ αρματωθεί να βκει να με σκοτώσει!
Κλωτσιάδ δια της τράπεζας επήε σ'ίλια μίλια
ως τζ'ιαι τα μεσοσκούτελλα στες κοπριές εμείναν.
Διά του τζ'ιαι μιαγ κονταρκάν πητήσαν τα μυαλά του
τζ'ιαι παίρνει τζ'ιαι τογ Κωσταντά στα σπίδκια τα δικά του.
Αρκόντοι συναχτήκασιν που τ’ άκρη του ρηάτου
τζ'ι’ ούλλοι λαλούσιγ Κωσταντά σε σέναν τ’ ως πολλά ’τη.
Σε άλλες παραλλαγές ο Κωσταντάς παίρνει τα άρματα του πατέρα του και εξοντώνει πρώτα τα φουσάτα και ύστερα και τον ίδιο τον βασιλιά (δες Π. Ξιούτα, ό.π.π. σ. 74, στ. 77-81, Θ. Παπαδοπούλλου, ό.π.π., σ. 169, στ. 141-146).
Σε μια παραλλαγή ο πατέρας του Κωσταντά αναφέρεται με το όνομα Πετράσχηλος, ενώ σε άλλες αναφέρεται χωρίς όνομα. Ο βασιλιάς αναφέρεται στις περισσότερες παραλλαγές χωρίς όνομα. Σε μια παραλλαγή που δημοσιεύει ο Π. Ξιούτας (ό.π.π., σσ. 75-80) ο Κάουρας στέλλει το μήνυμα ότι δεν φοβάται κανένα, μήτε τορ ρήαμ μας Φουκάν τομ μέαν Νιτζ'ηφόρον.
Στην παραλλαγή που δημοσιεύει ο Ξεν. Φαρμακίδης με τον τίτλο «Ο Σαρατζ'ηνός» (ό.π.π., σσ. 12-17) η κάλη του Κωσταντά, εκτός που του δίνει συμβουλή, τον συνοδεύει και με την εξυπνάδα της τον βοηθά να καταφέρει το πρώτο κτύπημα κατά του Σαρακηνού και να του αποκόψει το ένα χέρι, οπότε πλέον ο Σαρακηνός υποκύπτει στη μοίρα του και ζητά από τον Κωσταντά να τον αποκεφαλίσει με σπαθί που του είχε υποδείξει πού να το βρει:
Τζ'ιαι πκιάννει το ο Κωσταντάς κόφκει την τζ'εφαλήν του.
Την τζ'εφαλήν του πκιάννει την, πα’ ούλλομ παραγιάλιν.
Της χώρας σαν εκόντεψεν, της χώρας σαγ κοντεύκει,
η τζ'εφαλή μουγκάρισεν τζ'ι’ εσείστηκεν η χώρα
τζ'ιαι το σκαμνίν του βασιλιά τρίτον επήεν τζ'ι ήρτεν.
(Ξεν. Φαρμακίδη, ό.π.π., σ. 17, στ. 125-129).
Στην κατηγορία των τραγουδιών με θέμα την αναμέτρηση του Κωσταντά προς τον βασιλιά πρέπει να ενταχθεί και ένα με τίτλο «Ο Μωροκωσταντίνος» (Α. Ελευθεριάδης, Κυπριακαί Σπουδαί ΛΖ΄, 1973, σσ. 24-27). Εδώ αφορμή δεν είναι κάποιο ερωτικό θέμα αλλά η έπαρση του ήρωα που σε ηλικία επτά χρόνων διακηρύσσει ότι δεν φοβάται κανένα. Ο Γιαννακός με χιλιάδες ασκέρι συλλαμβάνει τον Κωσταντά αλλά αυτός ελευθερώνεται και εξοντώνει όλους, στρατεύματα, βασιλιά, άρχοντες και τον ίδιο τον πενθερό του.
Σε δυο από τις αναμετρήσεις του δεν κατορθώνει ο Κωσταντάς να καταβάλει και να συντρίψει τους αντιπάλους του. Στο άσμα «Ποσφύρκας» (Θ. Παπαδόπουλλος, ό.π.π. αρ. Β15, σσ. 170-172) ο Κωσταντάς συλλαμβάνει τον τερατώδη αντίπαλο αλλά αυτός ελευθερώνεται, ακρωτηριάζει τον Κωσταντά και τον στέλλει στον βασιλιά:
Κόβκει του και την μούττην του, κόβκει του και τα χείλη,
κόβκει του και την γλώσσαν του, 'ς τον βασιλιά τον πέμπει.
Που τον θωρεί ο βασιλιάς, πολλά εν’ που φοβήθην,
εμπέηκεν κι εβάδωσεν κι εσφαλορουμανίστην...
(Ό.π.π., στ. 78-81).
Τέλος, στο «Άσμα Ανδρονίκου» (Α. Σακελλαρίου, Κυπριακά, Β΄, σσ. 9-12) ο Κωσταντάς κατανικάται από το μωρόν, αδελφό του που φεύγει από τους Σαρακηνούς, αναζητά τον πατέρα του και όταν συναντά τον αδελφό του αντιμετωπίζουν μαζί ένα φουσάτο «των εκατόν εξήντα βλάμπουρων των εκατόν χιλιάδων». Πάνω στον πυρετό της μάχης συγκρούονται οι δυο αδελφοί και το μωρόν:
γυρίζει το σπαθάκιν του κόβκει την κεφαλήν του
ξαναδιπλάζει την σπαθιάν έβκαλεν το βλαγκίν του
και εις τον σ΄ιέττον το ’βαλεν στον κύρην του το πέμπει
(Ό.π.π., σ. 12, στ. 96-98).
Β) ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΜΕ ΘΕΜΑ ΤΗΝ ΑΡΠΑΓΗ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΤΟΥ ΚΩΣΤΑΝΤΑ
Το θέμα της αρπαγής κόρης ή γυναίκας είναι πολύ κοινό στην ηρωική ποίηση. Η παλληκαριά των ηρώων καταφαίνεται αφενός από την τόλμη τους να αρπάξουν ξένη γυναίκα και αφετέρου από την ικανότητά τους να προστατεύσουν ή να ανακτήσουν την γυναίκα και να τιμωρήσουν τον άρπαγα.
Από τα άσματα με θέμα την αρπαγή της γυναίκας του Κωσταντά αναφέρουμε τα ακόλουθα:
Κοινά στοιχεία σ’ αυτά τα τραγούδια είναι τα ακόλουθα:
1) Ένας νεαρός ακρίτας, ασυγκράτητος στη δύναμη και την ορμή του, συγγενής συνήθως του Κωσταντά, καταλαμβάνεται από την ισχυρή επιθυμία να απαγάγει τη γυναίκα του. Πρωταγωνιστές της αρπαγής αναφέρονται το Αδδρειόπουλλον, το Ζουρόπουλλον (=Σγουρόπουλλον), το Σκληρόπουλλον ή Σκληρόπουλλος, το Μιτσόπουλλον και το Φτερόπουλλον.
2) Ο νεαρός ακρίτας αντιλαμβάνεται πόσο παράτολμο είναι το σχέδιό του και ζητά ευχή από τη μητέρα, τον πατέρα, τον αδελφό ή και την αδελφή. Αυτοί τον «αστρονομούν» και τον αποτρέπουν γιατί τον «βρίσκουν παρκάτου» ή και γιατί γνωρίζουν την δύναμη του Κωσταντά. Κάποτε τον καταριούνται για την αφροσύνη του:
- Τζ'ιαι άμε, άμε, γιούλλη μου, τζ'ι’ ο Θκιος να σου βουθήσει˙
στο άμε τζ'ι’ εις το έλα σου πόλεμος να σου τύσ'ει,
να κάμουν τα κομμάδκια σου μιτσ'ιά ωσάν τα φκιά σου.
(Κ. Χατζηιωάννου, ό.π.π., σσ. 50, στ. 15-17).
3) Ο νεαρός άρπαγας βρίζει όλους τους δικούς του, αναχωρεί και επικαλείται τον Θεό να βρει τον Κωσταντά άοπλο, τα θηρία του δεμένα και τη γυναίκα του λουσμένη. Βρίσκει τα πράγματα όπως τα θέλει, απάγει τη γυναίκα του Κωσταντά και φεύγει.
4) Ο Κωσταντάς αρματώνεται, κατεβαίνει στον στάβλο, παίρνει τον γεράππαρον και αρχίζει την καταδίωξη. Ο μαύρος τον ανεβάζει στα σύννεφα, γιατί ο Κωσταντάς πάνω στη βιασύνη του χρησιμοποίησε φτερνιστήρι παρά την προειδοποίηση του αλόγου. Κόβει τα φτερνιστήρια και κατεβαίνουν στη γη.
5) Σε λίγο ο Κωσταντάς προλαβαίνει τον άρπαγα, κατανικά το φουσάτο του και τον συλλαμβάνει. Στην ερώτηση του Κωσταντά η γυναίκα του απαντά:
- Θαμμάζουμαί σε, Κωσταντά, τα λόγια που μου λέεις,
ο σιούφας πιάννει το πουλλίν έσσω που την φουλιάν του
για τρώει το, σκοτώννει το, για βκάλλει τα φτερά του.
Μ’ εφίλησε, μ’ ετσίμπησε κι ό,τ’ έθελεν επήρεν,
και έσσω εις τα στήθη μου αφήκεν και σημάδιν.
Και μιαν σπαθκιάν του έδωκεν κόβκει την κεφαλήν του,
και στο κοντάριν έμπηξε, της μάνας του την πάει˙
- Όρισε, θειούλλα μ’, όρισε την κεφαλήν του γιου σου,
την κεφαλήν του γιούλλη σου, κανίσκιν που ’πεθύμας.
(Α. Σακελλαρίου, ό.π.π., σ. 25, στ. 161-169).
Σε μερικές παραλλαγές η γυναίκα αναφέρει ότι ο θρασύς απαγωγέας μπορεί να της έκαμε όλα τα άλλα «μονάχα πάνω στην τιμήν τίποτες εν εκάμεν» αλλά και πάλι η τύχη του άμυαλου απαγωγέα είναι η ίδια.