Ο Κυπριανός ανέπτυξε μια πλούσια εθνική και πολιτική δράση κατά τη διάρκεια των πρώτων οκτώ χρόνων της Αγγλοκρατίας, που την ανέκοψε ο πρόωρος θάνατος του.
1. Η ιστορική του προσφώνηση προς τον πρώτον Άγγλον κυβερνήτη: Ο Κυπριανός παρέμεινε στην κυπριακή Ιστορία σαν ο πνευματικός εκπρόσωπος των Κυπρίων, ο οποίος κατά την άφιξη των Άγγλων τον Ιούλιο του 1878 εξέφρασε τους εθνικούς πόθους και προσδοκίες των Ελλήνων της Κύπρου από τη νέα διοίκηση του νησιού. Η αναφορά, εν τούτοις, αυτή, λόγω ελλείψεως ικανοποιητικών μαρτυριών ή ιστορικής έρευνας, και λόγω συγχύσεως ορισμένων ιστορικών πηγών, γινόταν πάντοτε με κάποια μικρότερη ή μεγαλύτερη επιφύλαξη από αρκετούς ιστορικούς, οι οποίοι δεν απέκλειαν το ενδεχόμενο η προσφώνηση να μη έγινε από τον επίσκοπο Κιτίου Κυπριανό, αλλά από τον αρχιεπίσκοπο Κύπρου Σωφρόνιο. Όπως όμως θα φανεί στη συνέχεια, η ιστορική προσφώνηση έγινε από τον Κυπριανό και όχι τον Σωφρόνιο.
Κατά την αποβίβαση των πρώτων αγγλικών στρατευμάτων στη Λάρνακα υπό την αρχηγία του αντιναυάρχου λόρδου John Hay στις 30 Ιουλίου 1878/12 Ιουλίου 1878 και την ανάληψη της διοίκησης από τους Τούρκους επισήμους στο κονάκι (διοικητήριο) της πόλης είναι πιθανόν, σύμφωνα με πληροφορίες του ιστορικού Φ. Ζαννέτου (μν. έ., Β΄, σσ. 42-43), ότι βρισκόταν παρών και ο Κυπριανός, ο οποίος και προσφώνησε τον J. Hay με πολύ φιλοφρονητικά λόγια. Προσφώνηση έκαμε και ο Δημητράκης Πιερίδης, που ήταν τότε υποδιευθυντής της Οθωμανικής Τράπεζας, ο οποίος εξέφρασε την ανακούφιση και χαρά των Κυπρίων, όταν είδαν την ανύψωση της αγγλικής σημαίας στην Κύπρο. Ο Hay απάντησε πως η αγγλική διοίκηση θα ασκείτο με αμεροληψία και δικαιοσύνη και πως θα ετύγχαναν σεβασμού η θρησκεία και τα ήθη και έθιμα των κατοίκων.
Στις 10/22 Ιουλίου1878 έφθασε στον όρμο της Λάρνακας επικεφαλής 7.500 αγγλικών και ινδικών στρατευμάτων ο πρώτος ύπατος αρμοστής (κυβερνήτης) της Κύπρου αντιστράτηγος Sir Garnet Wolseley, ο οποίος σε επίσημη τελετή ορκίστηκε και ανέλαβε την εξουσία από τον J. Hay. Στην τελετή διαβάστηκε μια προκήρυξη του Wolseley στα αγγλικά, τουρκικά και ελληνικά με την οποία βεβαίωνε τους Κυπρίους, ότι η βασίλισσα, εν ονόματι της οποίας ανέλαβε τη διοίκηση, ενδιαφερόταν θερμά για την ευτυχία τους και ότι θα έπαιρνε τα κατάλληλα μέτρα για την ανάπτυξη του εμπορίου και της γεωργίας και την παροχή στο λαό των ωφελημάτων της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της ασφάλειας. Επίσης ότι η νήσος θαε διοικείτο χωρίς διάκριση φυλής ή θρησκεύματος, ότι η δικαιοσύνη θα αποδιδόταν εξ ίσου σε όλους και ότι, κατά τη διεύθυνση των δημοσίων υποθέσεων, θα λαμβάνονταν υπ’ όψιν οι εύλογες επιθυμίες των κατοίκων σχετικά με την τήρηση των παλαιών τους δικαίων, ηθών και εθίμων, εφ’ όσον αυτά δεν ήσαν αντίθετα με τη δίκαιη και καλή διοίκηση και τις αρχές του πολιτισμού και της ελευθερίας.
Η ανάγνωση της προκήρυξης αυτής χαιρετίστηκε με ζητωκραυγές από τους παριστάμενους στην τελετή Κυπρίους επισήμους και το λαό. Οι Κύπριοι, χωρίς ακόμη να αντιλαμβάνονται σε βάθος τους στρατηγικούς, πολιτικούς και οικονομικούς σκοπούς, για τους οποίους η Αγγλία κατελάμβανε την Κύπρο, εξέφραζαν τη χαρά τους για τον τερματισμό της μακρόχρονης τουρκικής κακοδιοίκησης και την ελπίδα τους πως ένα καλύτερο και ευτυχισμένο μέλλον ξανοιγόταν μπροστά τους. Η αναφορά του Wolseley στις αρχές της δικαιοσύνης και της ελευθερίας τους παρακίνησε να εκφράσουν, δια του στόματος του επισκόπου Κυπριανού, ο οποίος σαν πρόεδρος των κοινοτήτων Λάρνακας και Σκάλας απηύθυνε την ιστορική προσφώνηση προς τον Wolseley, τις εθνικές τους προσδοκίες και πόθους, που βρίσκονταν σε νάρκη και καταπίεση για τόσα χρόνια.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Κυπριανός ήταν παρών στην τελετή και ότι έκαμε την προσφώνηση. Σε επιστολή του προς τον Wolseley στις 24 Φεβρουαρίου 1879 (έτους παλαιού) ο Κυπριανός, εξ αφορμής της διένεξής του με τον διοικητή Λεμεσού Falk Warren (βλ. παρακάτω) έγραφε τα εξής:
«Ἐξοχώτατε
Τήν ἀρίστην ἰδέαν ἥν εἶχον καί ἐγώ καί τό ἐμόν πνευματικόν ποίμνιον περί τῆς ἐν ὀνόματι τῆς A.M. τῆς Ἀνάσσης καί τοῦ συνταγματικωτέρου τῶν τῆς ὑφηλίου ἐθνῶν μεγάλου Ἀγγλικοῦ λαοῦ μελλούσης διοικήσεως τῆς ἡμετέρας πατρίδος ἐνίσχυσε καί εἰς ἀκράδαντον προσεβίβασε πεποίθησιν ἡ τῆς 10/22 Ἰουλίου παρελθόντος προκήρυξις τῆς Ὑμ. Ἐξοχότητος καί ἡ ὑπό ἡμερομηνίαν 14/26 τοῦ αὐτοῦ μηνός ἔγγραφος ἀπάντησις εἰς τήν προσφώνησιν, ἥν ἔσχον τήν τιμήν ὡς πρόεδρος τῆς ἐπιτροπῆς τῆς κοινότητος τῶν πόλεων Λάρνακος καί Σκάλας νά ποιήσω τῇ Ὑμ. Ἐξοχότητι κατά τήν δημοτελεστάτην ὑποδοχήν Αὐτῆς ἐν Λάρνακι...» (Νέον Κίτιον, Α΄, 12, 1/13 Αυγούστου 1879).
Σύμφωνα με τα πιο πάνω, είναι φανερό ότι κατά το διάστημα από την άφιξη του J. Hay μέχρι την άφιξη του Wolseley είχε σχηματιστεί επιτροπή για την υποδοχή του πρώτου Άγγλου κυβερνήτη της Κύπρου, της οποίας πρόεδρος ήταν ο Κυπριανός, που ετοίμασε και διάβασε την προσφώνηση στις 10/22.7.1878. Ο Wolseley, τέσσερις μέρες αργότερα, του απάντησε γραπτώς στην προσφώνηση εκείνη. Ακόμη μια σύγχρονη μαρτυρία ότι ο Κυπριανός υποδέχτηκε τον Wolseley στη Λάρνακα και τον προσφώνησε περιέχεται στην ανταπόκριση των Times του Λονδίνου (7 Αυγούστου 1878, σ. 10) από τη Λάρνακα (βλ. J. Lehmann, All Sir Garnet. A life of Field - Marshal Lord Wolseley, London, 1964, σ. 239 και σημείωση 24).
Τόσο η προσφώνηση του Κυπριανού, όσο και η απάντηση του Wolseley δεν έχουν εντοπιστεί ακόμη. Όσον αφορά το περιεχόμενο της προσφώνησης του Κυπριανού οι Times του Λονδίνου στην πιο πάνω ανταπόκρισή τους αναφέρουν ότι ο Κυπριανός είπε τα εξής: «Δεχόμαστε την αλλαγή της κυβέρνησης επειδή πιστεύουμε ότι η Μεγάλη Βρετανία θα βοηθήσει την Κύπρο, όπως έκαμε με τα Ιόνια νησιά, να ενωθεί με την Μητέρα Ελλάδα, με την οποία είναι φυσικά συνδεδεμένη» (η μετάφραση από τα αγγλικά δική μας). Σε μεταγενέστερες πηγές η προσφώνηση δεν αποδίδεται στον Κυπριανό, αλλά στον αρχιεπίσκοπο Σωφρόνιο, ο οποίος είπε στον Wolseley: «Στέργομεν τήν μεταπολίτευσιν χωρίς νά λησμονῶμεν τούς πόθους καί τήν καταγωγήν ἡμῶν, καί ἐλπίζοντες, ὅτι ἡ Ἀγγλία θά ἐπαναλάβῃ καί ἐν τῇ ἡμετέρᾳ νήσῳ τό παράδειγμα ὅπερ ἔδωκε διά τῆς παραδόσεως τῶν Ἰονίων νήσων εἰς τήν μητέρα Ἑλλάδα». (Μ.Δ. Βολονάκη, Παλμοί τῆς Κύπρου, Λευκωσία, 1913, σ. 228). Στο έργο του Capt. C.W. Orr, Cyprus under British Rule, London, 1918, repr. 1972, σ. 160, η αναφορά στο προηγούμενο των Επτανήσων πάλι αποδίδεται στον Σωφρόνιο, ενώ ο Hill (A History of Cyprus, τόμ. 4, σ. 297) ορθά το αποδίδει στον Κυπριανό. Υπάρχει μια μαρτυρία ότι το πιο πάνω κείμενο συζητήθηκε και συντάχθηκε στη συνεδρία του εθναρχικού συμβουλίου υπό την προεδρία του αρχιεπισκόπου Σωφρονίου, που ασχολήθηκε με τα της υποδοχής του Wolseley στη Λευκωσία, ύστερα μάλιστα από εισήγηση του Γάλλου φιλέλληνα και προξένου Γουσταύου Λαφφών. Δεν επιβεβαιώνεται όμως αν η περικοπή εκείνη περιελήφθη στην προσφώνησή του αρχιεπισκόπου. (Θ. Παπαδοπούλλου, «Ἐθναρχικός ρόλος τῆς Ὀρθοδόξου Ἱεραρχίας. Ἀρχιεπισκόπου Σωφρονίου Βιοτή», Κυπριακαί Σπουδαί, ΛΕ΄, Λευκωσία, 1971, σ. 109 σημ. 57). Ο Σωφρόνιος, πάντως, στη γραπτή προσφώνηση του, που έχει σωθεί (Φ. Ζαννέτου, μν. έργ., σ. 45-47) δεν περιέλαβε την αναφορά στα Επτάνησα. Φαίνεται ότι τελικά θα αποφάσισε να μη προβεί από τις πρώτες κιόλας μέρες της αγγλικής κατοχής σε μια αναφορά, που θα μπορούσε να προκαλέσει την αντίδραση της νέας διοίκησης. Και στα χρόνια που ακολούθησαν η στάση του απέναντι στους Άγγλους ήταν μετριοπαθής, ενώ αντίθετα η στάση του Κυπριανού ήταν περισσότερο ανοικτή και ξεκάθαρη, η δε προσφώνηση και η αναφορά στο προηγούμενο των Επτανήσων αντανακλούν και τις εθνικές του ιδέες και στόχους και τον χαρακτήρα του.
Ότι έγινε η αναφορά στο προηγούμενο των Επτανήσων τόσο στη Λάρνακα στις 22 Ιουλίου από τον Κυπριανό, όσο και στη Λεμεσό στις 28 Ιουλίου από μια αντιπροσωπεία (θα φανταζόμαστε να συμμετέχουν σ’ αυτή ο μεγάλος δάσκαλος της Λεμεσού Ανδρέας Θεμιστοκλέους και ο Αριστοτέλης Κ. Παλαιολόγος), δεν υπάρχει αμφιβολία. Ο Wolseley, προτού έρθει στη Λευκωσία στις 30 Ιουλίου (έτους νέου), όπου του έγινε η υποδοχή και η προσφώνηση του Σωφρονίου, είχε ήδη αρχίσει να δυσανασχετεί σοβαρά με τη διαπίστωσή του για τους εθνικούς πόθους των Κυπρίων σε συνάρτηση με το προηγούμενο των Επτανήσων και είχε πεισθεί ότι έπρεπε με κάθε τρόπο να τους κάνει να πάψουν να ελπίζουν ότι αυτό θα επαναλαμβανόταν και στην περίπτωση της Κύπρου (πρβλ. J.H. Lehmann, μν. έ., σ. 239. Ο συγγραφέας βασίζεται στην ιδιωτική αλληλογραφία του Wolseley και σε πολλές άλλες πηγές). Τόσο στη Λάρνακα όσο και στη Λεμεσό κατοικούσαν πολλοί μορφωμένοι Κύπριοι και άλλοι Έλληνες από τα Επτάνησα ή Κύπριοι που μετά τις σφαγές του 1821 είχαν καταφύγει στα Επτάνησα και αργότερα επανήλθαν σαν Άγγλοι υπήκοοι. Σ’ αυτές τις πόλεις υπήρχε πάντοτε περισσότερη διάδοση των νέων ιδεών και κατά καιρούς αναπτυσσόταν συγκεκαλυμμένη εθνική δραστηριότητα. Αλλά και ο Κυπριανός εμφορείτο από ανάλογες ιδέες και η εκ μέρους του αναφορά στο προηγούμενο των Επτανήσων, όπως μαρτυρείται και από τον ανταποκριτή των Times, δεν φαίνεται ότι αφίσταται της πραγματικότητας.
Με την ιστορική του εκείνη προσφώνηση ο Κυπριανός εγκαινίασε το ενωτικό κίνημα επί Αγγλοκρατίας, άρχισε δε ο ίδιος να αναδεικνύεται σε ηγετική φυσιογνωμία ανάμεσα στο λαό του, αλλά ταυτόχρονα να επισύρει εναντίον του την επιφυλακτική αρχικά και περισσότερο απροκάλυπτη αργότερα αντίδραση της νέας διοίκησης.