Το Μουσείο της Μονής βρίσκεται στην Ιερά Μονή Κύκκου και εγκαινιάστηκε στις 17 Μαϊου του 1998.
Αποτελεί μέρος των οικοδομημάτων που περιβάλλουν τον ναό και είναι εναρμονισμένο αρχιτεκτονικά με τα υπόλοιπα κτίρια. Διευθυντής του Μουσείου είναι ο βυζαντινολόγος Στυλιανός Περδίκης.
Έχει όλες τις προδιαγραφές των σύγχρονων μουσείων, αλλά ουσιαστικά διαφέρει ριζικά από αυτά. Δεν είναι ένα μουσείο, αποκομμένο από τον λειτουργικό χώρο των έργων, που παρουσιάζει, ούτε ένα μουσείο, που εκθέτει έργα μόνο για την καλλιτεχνική τους αξία, όπως είναι τα μουσεία για την αρχαία Ελληνική τέχνη. Είναι ένα μουσείο στον χώρο της ίδιας της Μονής, αποτελεί μέρος της, όπως το σκευοφυλάκιο, και παρουσιάζει τα αντικείμενά του, εικόνες, ιερά σκεύη, ξυλόγλυπτα, άμφια, κεντήματα, χειρόγραφα και άλλα, ως μέρος της ζωντανής λατρείας και της Ιστορίας της Μονής.
Κειμήλια
Στο Μουσείο της Ιεράς Μονής Κύκκου εκτίθενται ανεκτίμητα εκκλησιαστικά κειμήλια, τα οποία αποθησαύρισε ο ζήλος και η φιλοτιμία των μοναχών, έργα που υπερνίκησαν τη φθορά, την αποσύνθεση και τον αφανισμό, έργα με σημασία, με παρελθόν, με ιστορία.
Σ’ αυτό εκτίθενται εκκλησιαστικά είδη, παλαιοί χάρτες, γκραβούρες, αρχαία αντικείμενα και πολλά άλλα εκθέματα της πολιτιστικής παράδοσης του τόπου.
Τα περισσότερα από τα εκκλησιαστικά είδη, όπως άμφια, εικόνες, βιβλία και χειρόγραφα υπήρχαν στη Μονή, ενώ μερικά από τα υπόλοιπα συλήθηκαν κατά το παρελθόν από διάφορα μέρη της Κύπρου και διοχετεύτηκαν στο εξωτερικό, από όπου αγοράστηκαν σε πλειστηριασμούς και επαναπατρίστηκαν που κατά καιρούς κλάπηκαν από διάφορους αρχαιοκάπηλους ή που συλήθηκαν από τους Τούρκους το 1974.
Τμήμα του Μουσείου είναι το Εργαστήριο Συντήρησης χειρογράφων, εικόνων και μοναστηριακών κειμηλίων, όπου γίνεται συντήρηση και διατήρηση της πλούσιας συλλογής, που διαθέτει η Μονή.
Αρχείο Συλλογών Μουσείου
Πέραν των εκθεμάτων που βρίσκονται στον μουσειακό χώρο, το Μουσείο διαθέτει μία ιδιαίτερα πλούσια συλλογή αντικειμένων, τα οποία καταγράφονται, φωτογραφίζονται και συντηρούνται, όπου υπάρχει ανάγκη, από το εξειδικευμένο προσωπικό των εργαστηρίων συντήρησης και φυλλάσσονται σε ειδικά διαμορφωμένες αποθήκες. Τα αντικείμενα αυτά, είναι διαχωρισμένα σε κατηγορίες υπό τη μορφή συλλογών. Το Μουσείο, μέσα στα πλαίσια ψηφιοποίησης ολόκληρου του υλικού που βρίσκεται στην κατοχή του, έχει σχεδιάσει και διαχειρίζεται πρόγραμμα στο οποίο περιλαμβάνεται κάθε ένα αντικείμενο ξεχωριστά, με όλες τις πληροφορίες και φωτογραφικό υλικό που το περιγράφουν.
Στη βάση, καταγράφονται όλα τα αντικείμενα και επεμβάσεις που έγινα ανά τα χρόνια τόσο σε συλλογές του μουσείου, όσο και σε αντικείμενα εξωτερικών-άλλων συλλογών (άλλων Μητροπόλεων, εκκλησιαστικών επιτροπών, ιδιωτών κ.λπ.).
Οι συλλογές του Μουσείου είναι οι ακόλουθες:
Αρχαία Συλλογή
Συλλογή Εικόνων
Συλλογή Εγγράφων, Βιβλίων, Παλαιτύπων κ.λπ.
Συλλογή Χαρτών
Συλλογή Υφασμάτων
Συλλογή Χαρακτικών
Συλλογή Πινάκων
Συλλογή Νομισμάτων
Συλλογή Μολυβδόβουλων
Συλλογή Φωτογραφιών
Συλλογή αντικειμένων Λαϊκής Τέχνης
Συλλογή Σκευών
Το Αρχείο Συλλογών του Μουσείου, μετά από συνεννόηση με τη διεύθυνση, μπορεί να τεθεί στη διάθεση ερευνητών προς μελέτη συγκεκριμένου υλικού.
Αξιόλογα αντικείμενα
Από τα αξιόλογα αντικείμενα της συλλογής των εκκλησιαστικών αργυρών είναι ο μεγάλος αργυρός σταυρός της Μονής, έργο του 18αιώνα, ο οποίος, πέραν της θρησκευτικής θεματολογίας, απεικονίζει σκηνές από την ιστορία της Μονής του Κύκκου.
Στην ίδια κατηγορία εντάσσεται και ο αργυρεπίχρυσος σταυρός λιτανείας, έργο του χρυσοχού Χριστοφή Αργυρού και αφιέρωμα του ηγούμενου της Μονής Νικηφόρου στα 1636. Από τον ίδιο τεχνίτη προέρχεται και η βάση λεκάνης αγιασμού του 1639, πάλι αφιέρωμα του ηγουμένου Νικηφόρου, όπου στα στηθάρια της βάσης εκτός από τη Παναγία, τον Χριστό, τον Πρόδρομο και τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο, έχουμε και την πρωσοπογραφία του ηγουμένου.
Από τα αρτοφόρια, χώρος όπου φυλάσσεται αποξηράμμενος άρτος για τη Θεία Μετάληψη των μελλοθανάτων, αναφέρεται το αργυροεπίχρυσο ναόσχημο αρτοφόριο του 1807. Αντικείμενο με έντονα τεχνοτροπικά στοιχεία μπαρόκ και νεοκλασσικισμού, εμπλουτισμένο με κοράλια και μαργαριτάρια. Στις πλευρές της περιφέρειας εικονίζονται η Παναγία του Κύκκου, ο Χριστός στο τραπέζι του Μυστικού Δείπνου και ανα δύο οι αποστόλοι να κατευθύνονται προς αυτόν.
Από τα είδη της μικρογλυπτικής ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ένας ξύλινος σταυρός με βάση του 1545, διακοσμημένος με μικρογλυπτικές, σε αρκετές περιπτώσεις ολόγλυφες και διάτρητες, παραστάσεις από τη Παλαιά και Καινή Διαθήκη. Ο σταυρός είναι από τα σημαντικότερα έργα του είδους του, που μας διασώζονται, και αποδίδεται στο γνωστό ξυλογλύπτη Γεώργιο Λάσκαρη.
Σπάνιο στο είδος του αντικείμενο είναι το ξύλινο αντιμίνσιο της Μονής του Κύκκου, έργο του 1653 και αφιέρωμα του αρχιεπισκόπου Νικηφόρου (1641-1674). Πέραν των εγχάρακτων συμβόλων του Πάθους και των λειψάνων, που φέρει στερεωμένα, σημαντικό είναι και ένα ελαφαντοστένιο πλακίδιο με απεικόνιση του Αποστόλου Πέτρου του 6ου αιώνα και ένας κυκλικός ερυθρός καμέος με τον Άγιο Δημήτριο.
Από τα είδη της μικρογλυπτικής ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ένας ξύλινος σταυρός με βάση του 1545, διακοσμημένος με μικρογλυπτικές, σε αρκετές περιπτώσεις ολόγλυφες και διάτρητες, παραστάσεις από τη Παλαιά και Καινή Διαθήκη. Ο σταυρός είναι από τα σημαντικότερα έργα του είδους του, που μας διασώζονται, και αποδίδεται στο γνωστό ξυλογλύπτη Γεώργιο Λάσκαρη.
Επιβλητητικότερος ως προς τις διαστάσεις και τη διακόσμηση είναι ο σταυρός αγιασμού του 1710, γνωστός και ώς “Σταυρός της Μαύρης”. Φέρει ξυλόγλυπτο πυρήνα διακοσμημένο με παραστάσεις από τη ζωή του Χριστού. Είναι δεμένος με αργυρό πλαίσιο, εμπλουτισμένο με συρματερά κοκκιδωτά και χυτά κοσμήματα, σμάλτα, μαργαριτάρια, κοράλλια, τυρκουάζ και πέτρες από υαλόμαζα σε οθωμανικού χαρακτήρα διάκοσμο.Κατασκευάστηκε με ενέργειες του ηγούμενου Ιωαννίκιου και δαπάνη των αυθεντών Κοντεων, Μαμονέων, Μπαλάση, Χρύσανθου, Μπενιζέλου, Θεοχάρη, Ιωάννη, Γεωργάκη, Παλαιολόγου, Δημητράκη.
Σύμφωνα με τη παράδοση, επί τουρκοκρατίας αφαιρέθη από το μοναστήρι, επεστράφη όμως από αλλόθρησκη μελαμψή γυναίκα, και έκτοτε επεκράτησε να αναφέρεται ως “Σταυρός Μαύρης”.
Εκκλησιαστικά υφάσματα
Το μοναστήρι του Κύκκου παρά τις τέσσερις καταστροφές, που υπέστη από πυρκαγιά, εξακολουθεί να διασώζει στα αμφιοφυλάκια του πολυάριθμα εκκλησιαστικά υφάσματα της μεταβυζαντινής περιόδου. Από τα ωραιότερα χρυσοκέντητα είναι ένας επιτάφιος του 1703, έργο της καταξιωμένης Κωνσταντινοπολίτισσας Δεσποινέτας. Ολόκληρη η σύνθεση του Επιτάφιου Θρήνου είναι κεντημένη πάνω σε ερυθρό μεταξωτό βάθος με χρυσά και αργυρά σύρματα και νήματα, ενώ τα γυμνά μέρη των μορφών αποδίδονται με λεπτές σιτόχρωμες κλωστές. Στο κέντρο μπροστά από το κουβούκλιο εικονίζεται η εναπόθεση του σώματος του Χριστού σε λάρνακα από τη Θεοτόκο, τον Ιωάννη και τον Ιωσήφ. Στο βάθος τρεις μυροφόρες περιστοιχίζουν την Παναγία, συμμετέχοντας στον Θρήνο. Στο δεξιό άκρο, όρθιος ο Νικόδημος, κρατεί στα χέρια του το δοχείο με τη σμύρνα. Στις άκρες δύο ολόσωμοι άγγελοι με ιερατικά άμφια σεβίζουν, ενώ δύο εξαπτέρυγα περιστοιχίζουν το κουβούκλιο.
Δύο μεγάλες προθήκες, προς το τέλος της αίθουσας 2, παρουσιάζουν την τελετουργική ενδυματολογία των διαφόρων βαθμίδων του ορθόδοξου ιερατείου (διάκονος, ιερέας, επίσκοπος).
Σε ξεχωριστό χώρο εκτίθενται νομίσματα της Βυζαντινής και οθωμανικής αυτοκρατορίας, καθώς και βυζαντινά και μεταβυζαντινά κοσμήματα.
Έκθεση εικόνων
Η έκθεση των εικόνων συνεχίζεται στην επόμενη αίθουσα, στην οποία οδηγεί μικρός διάδρομος στο τέρμα του δυτικού τοίχου της αίθουσας.
Πρόκειται για οκταγωνικό οικοδόμημα, με θόλο στο μέσο της οροφής, ο οποίος εσωτερικά αγιογραφείται με τον Χριστό Παντοκράτορα, έργο του ζωγράφου Σώζου Γιαννούδη. Το γρανιτένιο πάτωμα, στο μέσο, κοσμείται με απεικόνιση παγωνιού, σύμβολο του Ουράνιου Παραδείσου, κατασκευασμένου από πολύχρωμα τεμάχια μαρμάρων, έργο του καλλιτέχνη Γεωργίου Γκρέισερ.
Στην αίθουσα αυτή, πέρα των εικόνων, παρουσιάζονται βυζαντινές τοιχογραφίες, ξυλόγλυπτα και εκκλησιαστικά έπιπλα. Από τη σειρά των εικόνων εντυπωσιάζουν τα παλαιότερα έργα, τα οποία ανάγονται στον 13ον αιώνα, όπως οι εικόνες του Χριστού, της Βρεφοκρατούσας Θεοτόκου, του ολόσωμου αγίου Ιωάννη Προδρόμου (γύρω στα 1280) με τον δωρητή της εικόνας Ιωάννη Μουτουλλά, και η εικόνα του Αγίου Βασιλείου.
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια