Κρασί

Παραγωγή κρασιού και κουμανταρίας

Image

Η συνολική παραγωγή κρασιού της Κύπρου της τελευταίας δεκαετίας του 18ου αιώνα κυμαινόταν ανάμεσα σε 320 - 365.000 κούζες των 16 οκάδων. Το κρασί αυτό εξαγόταν κυρίως στη Βενετία, αλλά σημαντικές ποσότητες αυτού του προϊόντος εξάγονταν επίσης στη Γαλλία, την Ολλανδία, την Τοσκάνη, την Αγγλία, τη Ραγούζα και σε διάφορες άλλες χώρες.

 

Πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία για την παραγωγή των κρασιών στην Κύπρο περιλαμβάνονται στην έκθεση που ο τότε Γάλλος πρόξενος στην Κύπρο Μ. Fourcade έστειλε στη γαλλική κυβέρνηση το 1844. Απ' αυτήν πληροφορούμαστε πως τα αμπέλια στην Κύπρο κάλυπταν τότε έκταση 8.000 εκταρίων (το 21,3% της καλλιεργήσιμης έκτασης του νησιού) και πως η ετήσια παραγωγή κρασιών ανερχόταν στα 3.000.000 γαλόνια.

 

Όμως λίγα μόλις χρόνια αργότερα και για μια ολόκληρη δεκαετία, μεταξύ 1850-61 λόγω νέων φορολογικών επιβαρύνσεων που επιβλήθηκαν στην παραγωγή κρασιού, επιπρόσθετα της δεκάτης* και του εξαγωγικού δασμού, η αμπελοκαλλιέργεια δέχτηκε σοβαρό πλήγμα με αποτέλεσμα η παραγωγή κρασιού να μειωθεί στη μισή. Ο Έλληνας πρόξενος στην Κύπρο Γ.Σ. Μενάρδος στην έκθεσή του που συνέταξε στο νησί στις 25 Μαρτίου 1869, περιγράφει με τα εξής μελανά χρώματα τη μεγάλη ταλαιπωρία και στυγνή εκμετάλλευση στην οποία υποβάλλονταν οι παραγωγοί κρασιού: Ἀπό τῆς καλλιεργείας τῆς ἀμπέλου (ἥτις πληρώνει μυρί), τῆς ἐκκοπῆς τῆς σταφυλῆς (ἥτις ὑφίσταται διπλῆν δεκατείαν), μέχρι τῆς ἐξαγωγῆς (ἥτις πληρώνει τόν ζιντζεριέ) ἤ τῆς καταναλώσεώς του (ὃτε πληρώνει 15% ἐπί τοῦ  ἐνοικίου τοῦ μαγαζίου εἰς ὅ πωλεῖται), ὑπάρχει σειρά φορολόγων, οἵτινες, ἐκτός τοῦ  ὅτι φορολογοῦννίοτε δίς τό αὐτό πρᾶγμα, καί τρεῖς ἐπέρχονται, ὁ εἶς τόν ἄλλον, ἐκτιμηταί πρός κατάταξιν τοῦ οἲνου, διαμφισβητῶν ὁ τελευταῖος τήν άκρίβειαννίοτε δέ καί τήν ἁρμοδιότητα τῶν προηγουμένων, βιάζουσιν εἰς πᾶσαν ἐπίσκεψίν των τούς χωρικούς νά μεταγγίζωσιν ἀπό ἀγγείου εἰς ἀγγεῖον τούς οἲνους, διά νά καταμετρηθῇ τό ποσόν αὐτῶν...

 

Εξαιτίας αυτής της μεγάλης ταλαιπωρίας — προσθέτει στην έκθεσή του ο πρόξενος — πολλοί χωρικοί όταν έβλεπαν τους τελωνοφύλακες να έρχονται από μακριά προτιμούσαν να χύσουν το κρασί διότι διαφορετικά οι ταλαιπωρίες και τα έξοδα στα οποία θα υποβάλλονταν θα υπερέβαιναν τα οφέλη που θα είχαν από τους κόπους και την εργασία τους. Οι φορολογικές επιβαρύνσεις που επιβλήθηκαν πάνω στην παραγωγή των κρασιών και των οινοπνευματωδών στην Κύπρο από την τουρκική διοίκηση κατά την περίοδο 1868-1872 ανήλθαν στο υπέρογκο ποσό των 28.300 αγγλικών λιρών. Σύμφωνα με αναφορές άλλων προξένων η φορολογία επί του κρασιού κατά την ίδια περίοδο κυμαινόταν από 20 έως 37%!

 

ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΡΑΣΙΩΝ ΚΑΙ ΚΟΥΜΑΝΤΑΡΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΙΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥΣ ΤΗΣ ΒΕΝΕΤΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ

(σε γαλόνια)

 

Έτος Κρασιά Κουμανταρία

τέλη 15ου αιώνα

3.600.000

 

γύρω στο 1540

7.200.000

 

1745

2.131.131

 

1790

442.000

390.000

μέσος όρος 1802-15

178.000

169.000

1844

3.080.000

 

1855

1.043.724

110.000

1877

550.000

130.000

μέσος όρος 1877-91

2.743.064

88.085

μέσος όρος 1919-23

2.077.100

 

μέσος όρος 1935-39

3.543.485

67.614

μέσος όρος 1949-53

2.926.000

69.353

μέσος όρος 1955-59

2.937.624

322.552

μέσος όρος 1960-63

5.503.100

161.375

1966

7.500.000

196.000

1980

8.249.868

165.648

1985

8.264.784

252.323

 

Τα αμπέλια στην Κύπρο κάλυπταν συνολική έκταση 280.000 περίπου σκαλών. Τα 2/3 της έκτασης αυτής βρίσκονταν στην επαρχία Λεμεσού. Στις επόμενες δεκαετίες η αμπελοκαλλιέργεια άρχισε να ξαπλώνεται με γοργό ρυθμό και σε άλλες περιοχές. Σ' αυτό συνέβαλε κυρίως η αυξημένη ζήτηση σταφυλιών που προερχόταν από πέντε νέες οινοβιομηχανίες, οι οποίες ιδρύθηκαν μετά το 1910 στην επαρχία (Πέρα Πεδί και Μαλιά) και την πόλη της Λεμεσού.

 

Στην ίδρυση των οινοβιομηχανιών αυτών συνέβαλε σημαντικά η απότομη αύξηση που παρατηρήθηκε στη ζήτηση κυπριακών κρασιών από το εξωτερικό. Και τούτο γιατί τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα τα αμπέλια στην Ευρώπη προσβλήθηκαν και καταστράφηκαν από τη φυλλοξήρα. Η μόνη εμπορεύσιμη ποικιλία που ήταν διαθέσιμη για περαιτέρω εξάπλωση ήταν το μαύρο ντόπιο και έτσι οι νέοι αμπελώνες φυτεύτηκαν μ΄ αυτό το είδος.

 

Παραπέρα επέκταση των αμπελώνων στην Κύπρο σημειώθηκε κατά τη διάρκεια των δυο Παγκοσμίων πολέμων, γιατί οποιαδήποτε ποσότητα κρασιών ή άλλων οινοπνευματωδών ποτών μπορούσε να εμφιαλωθεί κατά τα χρόνια της διάρκειάς τους, πουλιόταν χωρίς καμιά δυσκολία και σε υψηλές τιμές. Όμως, μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου πολέμου, οι ευρωπαϊκές οινοπαραγωγικές χώρες απέκτησαν πάλι τις αγορές τους στο εξωτερικό, ακριβώς τη στιγμή που τα νέα αμπέλια της Κύπρου άρχιζαν ν' αποδίδουν καρπό. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να παρουσιαστούν αρκετά προβλήματα, που έγινα ν ακόμη πιο έντονα και δυσεπίλυτα περί το 1949, πράγμα που τελικά οδήγησε στην ίδρυση του Σχεδίου Αμπελουργικών Προϊόντων.

 

Περί τα τέλη της Αγγλοκρατίας, στην Κύπρο υπήρχαν γύρω στις 110.000 σκάλες αμπέλια ηλικίας πέραν των 50 ετών. Τα αμπέλια αυτά ήσαν μη παραγωγικά και το ακαθάριστο εισόδημα τους κατά μέσον όρο ήταν λιγότερο από £3,50 κατά σκάλα. Εκτός απ' αυτά υπήρχαν και αρκετές εκτάσεις αμπελιών που ήσαν νέα στην ηλικία, αλλά δεν ήσαν παραγωγικά γιατί είχαν φυτευτεί σε ακατάλληλα εδάφη ή σε εδάφη που είχαν χάσει τη γονιμότητα τους από τη διάβρωση. Τα προβλήματα αυτά και η δυσκολία χρησιμοποίησης μηχανικών μέσων στην καλλιέργεια και η αναγκαστική χρησιμοποίηση παλαιών μεθόδων καλλιέργειας, παρεμπόδιζαν σε μεγάλο βαθμό την ανάπτυξη της κυπριακής αμπελουργίας και κατά συνέπεια της παραγωγής κρασιών.

 

Στο πλαίσιο ειδικού σχεδίου που είχε ως στόχο την ανάπτυξη της αμπελουργίας, το υπουργείο Γεωργίας και Φυσικών Πόρων το 1960 εισήγαγε από διάφορες αμπελουργικές χώρες της Ευρώπης (Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία) 75 οινοποιήσιμες ποικιλίες με σκοπό την αντικατάσταση μέρους των ποικιλιών που καλλιεργούνταν ως τότε στην Κύπρο. Τελικά, απ' αυτές, ύστερα από σχετικές μελέτες, επελέγησαν οι πιο κατάλληλες για την Κύπρο όσον αφορά την απόδοσή τους, ποσοτική και ποιοτική, την αντοχή τους στη ξηρασία, τους παγετούς, το ανθρακικό ασβέστιο, τις ασθένειες κλπ.

 

Η χρησιμοποίηση των νέων αυτών ποικιλιών στα πλαίσια του Σχεδίου Αναμπέλωσης που εφαρμόστηκε, απέδωσε θετικά αποτελέσματα, έτσι που η συνολική παραγωγή σταφυλιών κατά την περίοδο μετά την ανεξαρτησία σημείωσε αισθητή αύξηση. Η ετήσια παραγωγή σταφυλιών, που κατά την περίοδο 1960 - 63 ήταν κατά μέσον όρο 104.063 τόνοι, το 1966 αυξήθηκε σε 140.000 τόνους και το 1983 σε 210.000 τόνους. Το 1983, για την παραγωγή κρασιών από τις οινοβιομηχανίες χρησιμοποιήθηκαν 140.400 τόνοι σταφύλια ή το 66,9% της συνολικής παραγωγής σταφυλιών, ενώ το 1984 χρησιμοποιήθηκαν 139.100 τόνοι ή το 70,1% της συνολικής παραγωγής σταφυλιών.

 

ΕΞΑΓΩΓΕΣ ΚΡΑΣΙΩΝ ΚΑΙ ΚΟΥΜΑΝΤΑΡΙΑΣ (σε γαλόνια)

 

Έτος   Κρασιά Κουμανταρία

 

1745

973.333

 

 

1863

606.500

101.300

 

1869

530.000

13.000

μέσος όρος

1945-49

1.024.319

27.399

μέσος όρος

1955-59

2.682.992

117.132

μέσος όρος

1960-63

2.067.736

107.646

 

1966

4.019.131

83.377

 

1981

8.490.056

141.454

 

1982

9.363.657

113.788

 

1983

8.652.484

126.232

 

1984

8.329.687

144.231

 

Απ' ό,τι βλέπουμε από τον πιο πάνω πίνακα, ο μέσος όρος των ετήσιων εξαγωγών κρασιών κατά την περίοδο 1981-84 ήταν 8.708.971 γαλόνια σε σύγκριση με 2.067.736 γαλόνια κατά την περίοδο 1960 - 63 και 4.019.131 γαλόνια κατά το 1966. Αυτό σημαίνει ότι ποσοτικά οι ετήσιες εξαγωγές της περιόδου 1981-84 ήσαν υπερδιπλάσιες απ' εκείνες του 1966 και υπερτετραπλάσιες απ' εκείνες της περιόδου 1960-63. Οι κυριότερες χώρες στις οποίες εξάγονταν τα κυπριακά κρασιά, το 1984 ήσαν: για την κουμανταρία σε φιάλες η Νορβηγία, η τότε Σοβιετική Ένωση, οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και η Αυστραλία, για τα εμφιαλωμένα κρασιά το Ηνωμένο Βασίλειο και η Σοβιετική  Ένωση και για το γλεύκος (μούστος) το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ουγγαρία, το Ιράκ, η Ιαπωνία και άλλες χώρες. Τα συνολικά έσοδα από τις εξαγωγές γλεύκους, κρασιών και κουμανταρίας το 1984 ήσαν £5.935.248. Τα μεγαλύτερα έσοδα προέρχονταν από τις εξαγωγές γλεύκους £3.196.754 και ακολουθούσαν τα έσοδα από τις εξαγωγές κρασιών που ανέρχονταν σε £2.226.425. Τα έσοδα από τις εξαγωγές κουμανταρίας το ίδιο έτος ήσαν £512.069.

 

Πηγή

Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια

Φώτο Γκάλερι

Image
Image