Κερύνεια πόλη

Εκπαίδευση

Image

Συγκεκριμένες πληροφορίες για την ελληνική εκπαίδευση στην Κερύνεια έχουμε από τα μέσα του 19ου αιώνα και εξής.

 

Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, υπό τις από κάθε άποψη άθλιες συνθήκες στις οποίες είχε περιέλθει η Κύπρος ολόκληρη, η πενιχρή βασική εκπαίδευση προσφερόταν όσο ήταν δυνατό, από την Εκκλησία κυρίως, και μόνο σε μερικά αστικά κέντρα, σε μοναστήρια και σε λίγα χωριά, όπου κάποια γράμματα δίδασκαν ημιμαθείς κληρικοί. Η κατάσταση βελτιώθηκε κάπως κατά την τελευταία περίοδο της Τουρκοκρατίας.

 

Από τους κώδικες της Αρχιεπισκοπής φαίνεται ότι είχε αποφασισθεί από το 1839 η ίδρυση αλληλοδιδακτικού σχολείου στην Κερύνεια, όμως η απόφαση (όπως παρόμοια απόφαση και για την Πάφο) δεν πραγματοποιήθηκε. Κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα αναφέρεται ως δάσκαλος ο παπά Χαράλαμπος Οικονόμος, κτηματίας και ιερέας, ηγετική φυσιογνωμία της πόλης, που πέθανε σε προχωρημένη ηλικία στα 1875. Δίδασκε στο σπίτι του που βρισκόταν στο δρόμο προς τη Λάπηθο.

 

Μετά τον ιερέα αυτόν, αναφέρεται ότι δίδαξε σε σχολείο που λειτουργούσε στο σπίτι του, κάποιος Θεοδωρής. Μεταξύ του 1867 και του 1870 μαθήματα παραδίδονταν στην εκκλησία του Αρχαγγέλου Μιχαήλ από τον Δημήτριο Μιχαηλίδη, Ελλαδίτη καταγόμενο από το νησί της Λέσβου, ο οποίος συνέχισε να διδάσκει και μετά το 1870, όμως τώρα σε δημοτικό σχολείο που είχε ανεγερθεί.

 

Τα πιο πάνω στοιχεία είναι από τον Λοϊζο Φιλίππου (Τά Ἑλληνικά Γράμματα εν Κύπρ, Λευκωσία, 1930, σ. 333), που σημειώνει ότι τα πήρε από πληροφορίες του.Ι.Κ. Περιστιάνη και του Κ. Σταυρινίδη. Σύμφωνα και με πληροφορίες του Γεωργίου Ι. Γεωργίου, κατά την ίδια περίοδο φαίνεται να δίδαξαν κατά σειράν στην Κερύνεια: Ο παπά Χαράλαμπος Οικονόμος, πριν από το 1845, ένας αρχιμανδρίτης Νεόφυτος, από το 1845 μέχρι το 1853, ο Γιάννης Γεωργιάδης (Καρμιώτης) μεταξύ 1853 και 1855, ο Θεόδωρος Κανταρτζής μεταξύ του 1855 και του 1856, ο Γεώργιος Χ. Διάκος μεταξύ του 1856 και του 1858 και ο Δημήτριος Μιχαηλίδης από τη Λέσβο μεταξύ του 1858 και του 1870.

 

Ταυτόχρονα, αναφέρεται ότι δίδαξαν τα γράμματα στην Κερύνεια και ο Σοφοκλής Γιαννοσόφοκλος μεταξύ του 1865 και του 1867, κι ο Σοφοκλής Παυλίδης κατά τα επόμενα δυο χρόνια. Από το 1869 μέχρι το 1872 δίδαξε επίσης στην Κερύνεια ένας ιερωμένος από τη Λευκωσία, ο διάκος Μακάριος Σκλαβούνης.

 

Το 1870 λειτούργησε το πρώτο δημοτικό (=δημόσιο) σχολείο στοιχειώδους εκπαιδεύσεως στην πόλη, στο οποίο δίδαξε για λίγο ο Λέσβιος Δημήτριος Μιχαηλίδης που αναφέρθηκε πιο πάνω κι ο οποίος, κατά τον Λοΐζο Φιλίππου (ό.π.π., σ. 333) ἦτο περιωρισμένης μορφώσεως καί βραδύτερον ἐγένετο δημοπράτης καί ἀπέθανε μετά τήν ἀγγλικήν κατοχήν ἐκ πτώσεως ἐκ τοῦ  ἐξώστου τῆς οἰκίας του.

 

Από το 1872 μέχρι το 1874 δίδαξε ο Χρύσανθος Ποέρος και κατά το 1874 - 1875 ο ΑντώνιοςΝικόλαος) Λυσανδρίδης από τη Λευκωσία. Το 1876 ανέλαβε τη διεύθυνση του δημοτικού σχολείου της Κερύνειας ο Γεώργιος Λοϊζίδης, πρώην δόκιμος του μοναστηριού της Αχειροποιήτου και απόφοιτος του Σχολαρχείου Λευκωσίας. Ήταν γνώστης των αρχαίων ελληνικών τα οποία και αποτελούσαν βασικό μάθημα της διδασκαλίας του. Ο Λοΐζίδης σπούδασε αργότερα στο Αιξ (Γαλλία) νομικά (μεταξύ του 1889 και του 1895) και στη συνέχεια άσκησε στην Κερύνεια το δικηγορικό επάγγελμα. Το σχολείο στο οποίο δίδασκε ήταν κοινό, αρρένων και θηλέων. Τέτοιο το βρήκε, στα 1880, ο πρώτος Άγγλος επιθεωρητής Σπένσερ (Spencer) που γράφει στην έκθεσή του ημερομηνίας 16.7.1880, ότι στο σχολείο φοιτούσαν 54 παιδιά εκ των οποίων 44 αγόρια και 10 κορίτσια. Ο Σπένσερ προσθέτει ότι ένα από τα παιδιά ήταν Τουρκάκι «και ισχυρίστηκε ότι εστέλλετο στο ελληνικό σχολείο επειδή στα τουρκικά σχολεία της πόλης δεν εδιδάσκοντο τίποτε».

 

Δάσκαλος τότε, τον οποίο αναφέρει ο Σπένσερ, ήταν ο Νεοκλής Καλλονάς (22 χρόνων το 1880) που ο Άγγλος επιθεωρητής χαρακτήρισε στην έκθεσή του ως «φιλόπονο και πρόθυμο», ως «νέο καλού χαρακτήρος» που «επιθυμούσε να μορφωθεί», με μισθό 4.500 γρόσια, αλλά «ανίκανο να κρατήσει την τάξη και να προκαλέσει την απαιτούμενη προσοχή».

 

Ο Σπένσερ περιγράφει ως εξής το σχολείο και τη λειτουργία του: ...Τα 54 αυτά παιδιά βρίσκονταν σε ένα δωμάτιο (στον περίβολο της εκκλησίας) που δεν είναι καθόλου ευρύχωρο και δεν έχει επαρκή έπιπλα ...ούτε τηρείται καθαρό, ούτε αερίζεται καλά ...Υπάρχουν 12 τάξεις από τις οποίες οι 7 συνίστανται από εκείνους που είναι σε θέση να διαβάζουν από βιβλία, ενώ οι άλλες 5 από [μαθητές] ασκούμενους στην ανάγνωση από έντυπους πίνακες στοιχειωδών μαθημάτων ανηρτημένους στους τοίχους. Οι κατώτερες 5 τάξεις στέκονται σε ημικύκλια επί ώρες μπροστά στους πίνακες, διδασκόμενες από μαθητές των ανωτέρων τάξεων που κρατούν δείκτες και δείχνουν τα γράμματα, τις συλλαβές κλπ, που οι μαθητές επαναλαμβάνουν αδιάκοπα...μέχρι να τις μάθουν. Από τις 7 ανώτερες τάξεις ανά μία προσέρχεται και στέκεται γύρω από την έδρα του δασκάλου. Οι μαθητές των υπολοίπων 6, εάν δεν τρέχουν εδώ κι εκεί, μελετούν τόσο μεγαλόφωνα και με τόσο θόρυβο ώστε ...μόλις μπορούσε ν' ακουστεί η φωνή του δασκάλου. Επανειλημμένα του ζήτησα να διατάξει σιωπήν, αλλά τα παιδιά είχαν συνηθίσει τη μέθοδο αυτή της μελέτης ώστε δεν ήταν δυνατό να εργαστούν διαφορετικά...

 

Βέβαια ένας μόνος δάσκαλος δεν μπορούσε να επιτύχει καλύτερα αποτελέσματα όταν ήταν υποχρεωμένος να εργάζεται ταυτόχρονα με 12 τάξεις μαθητών, σε ένα μικρό δωμάτιο. Πάντως, κατά τον Σπένσερ, οι μαθητές είναι τόσο νοήμονες και με αντίληψη, ώστε είναι λυπηρό γιατί οι διάνοιές τους αμβλύνονται από τη μηχανική και συνεχή επανάληψη που συνεπάγεται η χρησιμοποιούμενη μέθοδος διδασκαλίας. Στην κατώτατη τάξη... μερικοί από τους μαθητές δεν ήταν παρά βρέφη. Δεν ήταν δυνατό παρά να αισθανθεί κανείς οίκτο προς τα μικρά πλάσματα που στέκονταν για τόσες ώρες μπροστά από τον πίνακα των γραμμάτων...

 

Ένα άλλο ενδιαφέρον στοιχείο που περιλαμβάνει στην έκθεση του ο Σπένσερ, είναι ότι τα κορίτσια που πήγαιναν σε σχολεία - σε όλη την Κύπρο - ήταν πολύ μικρά· τα μεγαλύτερα δεν στέλλονταν σε σχολεία επειδή οι γονείς τους δεν εμπιστεύονταν τους δασκάλους. Το ίδιο συνέβαινε και στην Κερύνεια, όπου τότε οι κάτοικοι εξέφραζαν την επιθυμία για ίδρυση παρθεναγωγείου.

 

Το σχολείο λειτουργούσε και τα πρωινά (οπότε διδασκόταν κυρίως η ανάγνωση) και τα απογεύματα (οπότε διδάσκονταν αριθμητική και άλλα μαθήματα).

 

Από νωρίς, παράλληλα προς το ελληνικό, λειτουργούσε στην Κερύνεια και τουρκικό σχολείο, του οποίου η κατάσταση δεν ήταν καλύτερη. Το 1879, σύμφωνα προς την έκθεση του Φρανκ Ντέρβελ Νιούχαμ (Frank Dervell Newham), του ιδρυτή, αργότερα, της Αγγλικής Σχολής στη Λευκωσία, υφίσταντο και λειτουργούσαν σ' ολόκληρη την επαρχία της Κερύνειας 8 ελληνικά και 5 μουσουλμανικά σχολεία.

 

Το 1912 λειτούργησε το πρώτο κανονικό κτίριο δημοτικού σχολείου στην Κερύνεια, που μόλις τότε είχε οικοδομηθεί, με δωρεά του Δημοσθένη Σεβέρη, γι’ αυτό κι ονομάστηκε «Σεβέρειον». Άρχισε τη λειτουργία του με δυο καλούς δασκάλους, τον Γ. Καραγιάννη από το Δίκωμο και τον Γ. Σταυρίδη

 

Έξι χρόνια αργότερα, το 1918, λειτούργησαν οι δυο πρώτες τάξεις δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, της Ανώτερης Ελληνικής Σχολής, που εξελίχθηκε στο Ελληνικό Γυμνάσιο Κερύνειας το οποίο αναπτύχθηκε και βοηθήθηκε κυρίως εξαιτίας της προς αυτό φροντίδας του επισκόπου Κερύνειας Μακαρίου Μυριανθέως. Λίγο αργότερα λειτούργησε και αγγλική σχολή στην πόλη με δάσκαλο κάποιον Ντάλζιελ (Dalziel). Το 1934 ιδρύθηκε από τη Νιόβη Δημητριάδου Φράγκου το Kyrenia English School (Ανωτέρα Αγγλική Σχολή Κυρηνείας) που αναγνωρίστηκε από το βρετανικό γραφείο παιδείας ως σχολή μέσης παιδείας στις 18 Αυγούστου 1936. Το 1954 μετονομάστηκε σε Ανωτέρα

Εμπορική Σχολή Κυρηνείας και όταν αναγνωρίστηκε ως δημόσιο σχολείο το 1962 πήρε την ονομασία Δημόσια Εμπορική Σχολή Κυρηνείας και στεγάστηκε στο κτήριο του «Σεβερείου»

Παράλληλα ιδρύθηκε και λειτούργησε στην πόλη και τουρκικό γυμνάσιο.

 

Σεβέρειος Δημοτική Εξοχή

Κτίστηκε το 1953 με δωρεά του Δημοσθένη Σεβέρη η Σεβέρειος Δημοτική Εξοχή. Βρίσκεται στο ύψωμα που δεσπόζει στο δρόμο προς το ξωκκλήσι της Παναγίας της Γλυκιώτισσας, στα δυτικά, σε μικρή απόσταση από την πόλη. Πριν την τουρκική εισβολή φιλοξενούσε τους θερινούς μήνες πολλά παιδιά από όλες τις πόλεις.

Φώτο Γκάλερι

Image
Image
Image