Από διάφορες πηγές γνωρίζουμε και άλλους οικισμούς της Καρπασίας που άκμασαν κατά καιρούς, από την Αρχαιότητα και εξής. Κατά την Αρχαιότητα, εκτός από τις γνωστές πόλεις και την πολίχνη Φιλεούς, ο Στέφανος Βυζάντιος αναφέρει και πολίχνη με την ονομασία Κορώνεια, που θεωρείται ότι ίσως υφίστατο σε περιοχή κοντά στο φρούριο της Καντάρας, όπου υπάρχει το τοπωνύμιο Κορωνειά. Αλλά το τοπωνύμιο μάλλον σημαίνει περιοχή όπου φωλιάζουν κόρωνοι (κοράκια), ενώ η αρχαία Κορώνεια, κατά εισήγηση του Ἀντρου Παυλίδη, μάλλον βρισκόταν στην περιοχή της σημερινής Κορόβιας (οπότε θα πρέπει να γράφεται Κορώβεια). Εκτενής αρχαιολογικός χώρος που εντοπίστηκε σε παραλιακή τοποθεσία βορειοανατολικά του χωριού Γαληνόπωρνη ίσως ήταν ο χώρος της πολίχνης Φιλεούς ή της Κορώνειας. Στον χώρο αυτό υπάρχουν πεσμένοι αρχαίοι κίονες και λαξευτοί τάφοι ενώ η όλη περιοχή είναι κατάσπαρτη από θραύσματα αγγείων. Η εκεί πόλη ή πολίχνη φαίνεται ότι είχε καταστραφεί και εγκαταλειφθεί την εποχή των πρώτων αραβικών επιδρομών (μέσα 7ου αιώνα). Λόγω των επιδρομών, οι κάτοικοι θα πρέπει να μετακινήθηκαν σε ασφαλέστερη τοποθεσία, οπότε η Κορώνεια «μεταφέρθηκε» στη σημερινή Κορόβια.
Στην ευρύτερη αυτή περιοχή υπάρχουν και άλλοι αρχαιολογικοί χώροι και κατάσπαρτοι λαξευτοί κυρίως τάφοι, με σημαντικότερο, μεγαλύτερο και μοναδικό στο είδος του τον τεράστιο τριθάλαμο λαξευτό τάφο στην πλαγιά βραχώδους λόφου μεταξύ των χωριών Κορόβια και Άγιος Συμεών (δες λήμμα Κορόβιας αρχαίος τάφος). Μεγάλων διαστάσεων λαξευτός τάφος με κεντρικό και άλλους 6 θαλάμους υπάρχει στο ανατολικό άκρο του χωριού Γαληνόπωρνη. Οι δύο αυτοί τάφοι είναι τόσο μεγάλα έργα, ώστε δημιουργούν πλείστες θεωρίες ως προς το ποιοι και γιατί είχαν ταφεί εκεί. Και τούτο, αφού τέτοιοι τάφοι θα πρέπει να ήσαν τάφοι ηγεμόνων, ενώ δεν μαρτυρείται κατά την Αρχαιότητα κανένας βασιλιάς στην Καρπασία.
Βορειότερα, υπήρχε αξιόλογος, όπως φαίνεται, βυζαντινός οικισμός, η Συκάδα. Ο οικισμός σημειώνεται σε παλαιούς χάρτες ως Sicada (λ.χ. στον χάρτη του Abraham Ortelius, 1573). Κατάλοιπα του οικισμού αυτού είναι οι ερειπωμένες εκκλησίες της Παναγίας Συκάς* και του Αγίου Γεωργίου. Δυτικότερα υπήρχε ο οικισμός Έλυση , κοντά στο σημερινό χωριό Άγιος Συμεών, που σε παλαιούς χάρτες σημειώνεται ως Elisi. Αρχαίος οικισμός, που θα πρέπει να επιβίωσε μέχρι και τα Βυζαντινά χρόνια, υπήρχε και σε λόφο νοτιοανατολικά του Ριζοκαρπάσου, όπου υπάρχει και η ερειπωμένη εκκλησία της Παναγίας Δαφνώντα και όπου υπάρχουν ορατά αρχαία ερείπια καθώς και λαξευτοί τάφοι.
Στην αντίθετη, βόρεια ακτή, υπήρξαν επίσης διάφοροι οικισμοί. Στη σημερινή τοποθεσία Μασιαιρώνας, στην ευρύτερη έκταση όπου και ο ναός του Αγίου Θέρισσου, υπήρχε ο μεσαιωνικός οικισμός Μαχαιρώνας, που σε παλαιούς χάρτες (χάρτης Abraham Ortelius, 1573) σημειώνεται ως Machirona. Ανατολικότερα βρισκόταν ο οικισμός Αναχίδα (Anacnida στον ίδιο χάρτη, η σημερινή τοποθεσία Ανασσία). Στον ίδιο χάρτη σημειώνεται στα ενδότερα της αυτής περιοχής και οικισμός με την ονομασία Stalia, ανατολικότερα αυτού άλλος οικισμός που γράφεται ως Pavoni και λίγο μακρύτερα, στην ανατολική ακτή της ίδιας περιοχής, σημειώνεται και ο οικισμός S. Nicola (Άγιος Νικόλαος).
Ανατολικότερα της εκκλησίας του Αγίου Θέρισσου υπήρχε άλλος μεσαιωνικός οικισμός με την ονομασία Σελενιά, προφανώς στη θέση αρχαίου οικισμού, όπως μαρτυρούν, μεταξύ άλλων, και λαξευτοί τάφοι στους βράχους της ακτής. Ψηλότερα, στην τοποθεσία Πύργοι, υπήρχε άλλος οικισμός από τον οποίο σώζονται διάφορα κατάλοιπα, μεταξύ των οποίων μία πέτρινη αψίδα, στα βορειοδυτικά του ναού της Αγίας Μαρίνας. Περί τα 350 μέτρα νοτιοδυτικά του ίδιου ναού απαντώνται απλωμένα στο έδαφος δύο ατελείωτα μεγάλων διαστάσεων αγάλματα, τα οποία το 1918 ο George Jeffery υπολόγισε ότι είναι της Ρωμαϊκής περιόδου. Διάφορες κατά καιρούς θεωρίες διατυπώθηκαν για τα ατελείωτα αυτά πέτρινα αγάλματα. Δική μας γνώμη είναι ότι μάλλον αποτελούν απομεινάρια αρχαίου εργαστηρίου γλυπτών.
Ψηλά, σε φυσικά οχυρή θέση, ανατολικά του Ριζοκαρπάσου, υπήρχε άλλος οικισμός, τα Αγρίδια, από τον οποίο σώζονται διάφορα ερείπια αλλά και ο ναός του Αγίου Φίλωνος* των Αγριδίων.
Τα χωριά Αναχίδα, Σελενιά, Καρπάσιν και Αγρίδια ήταν, τον 15ο αιώνα, φέουδα ενός ευγενούς, του Jean Cascalo, από τον οποίο αφαιρέθηκαν και, μετά το 1473, δόθηκαν από τη βασίλισσα Αικατερίνη Κορνάρο στον ξάδελφό της Γεώργιο Κορνάρο. Ο Φλώριος Βουστρώνιος αναφέρει την Αναχίδα, γράφοντας στον πληθυντικό, Anichides, δίνοντας την πληροφορία ότι νωρίτερα, όταν ο βασιλιάς της Κύπρου Ιάκωβος Β΄ προέβη σε αναδιανομή των φέουδων, μετά την άνοδό του στο θρόνο το 1460, το χωριό αυτό έδωσε στον αξιωματούχο Ιωάννη Πέρες Φαμπρέγκ. Ο ίδιος αξιωματούχος είχε πάρει τότε και άλλα 7 χωριά, εκ των οποίων το ένα αναφέρεται από τον Φλώριο ως Selegno, που ίσως να ήταν η Σελενιά. Ο Φλώριος μνημονεύει και το Αγρίδιν της Καρπασίας (Agridin al Carpasso) που στην ίδια περίπτωση είχε δοθεί από τον Ιάκωβο Β΄ στον αξιωματούχο Ιωάννη Φιλισπιέρο.
Στην περιοχή της αρχαίας Ουρανίας υπάρχουν επίσης λαξευτοί τάφοι και άλλα κατάλοιπα, καθώς και οι τρεις γειτονικές εκκλησίες στην τοποθεσία Αφέντρικα*. Ανατολικότερα της μιας των τριών εκκλησιών, της βασιλικής των Ασωμάτων, υπάρχει εκτενής αρχαιολογικός χώρος γνωστός στους κατοίκους της περιοχής ως «Φυλακές», επειδή θεωρήθηκε ότι επρόκειτο για υπόγειες φυλακές της πόλης Ουρανίας. Φαίνεται ότι επρόκειτο μάλλον για αρχαίο λατομείο με πολλές υπόγειες στοές. Οι κατολισθήσεις βράχων δεν επιτρέπουν την περαιτέρω διερέυνηση του χώρου όπως είναι σήμερα. Αλλά και δυτικά του Αγίου Θέρισσου είναι πολύ ορατοί μερικοί αρχαίοι τάφοι, λαξευτοί στους βράχους της ακτής. Στην αυτή περιοχή, στην πλευρά των λόφων, υπάρχουν βυζαντινοί ναοί, κατάλοιπα και αυτοί των παλαιών οικισμών, με κυριότερους τους ναούς του Αγίου Γεωργίου Σακκά, της Αγίας Μαρίνας, του Αγίου Φωτίου, ενώ ακόμη ανατολικότερα, μεταξύ Γιαλούσας και Ριζοκαρπάσου, σώζεται ο ναός του μικρού μοναστηριού της Παναγίας Ελεούσας. Στα βόρεια – βορειοδυτικά του Ριζοκαρπάσου, στη διοικητική του έκταση, σώζονται οι μικρές βυζαντινές εκκλησίες της Αγίας Μαύρης και της Αγίας Μαρίνας, ενώ προς τα ανατολικά του οικισμού, χαμένη σε ένα θαυμάσιο φυσικό περιβάλλον, βρίσκεται η μικρή βυζαντινή εκκλησία της Αγίας Αθανασίας.
Η όλη έκταση της Καρπασίας είναι κατάσπαρτη και από άλλες εκκλησίες, βυζαντινές και μεταβυζαντινές, καθώς και από άλλα αρχαία κατάλοιπα, από τη Νεολιθική εποχή και εξής. Θα πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, στους περισσότερους αρχαιολογικούς χώρους δεν έγιναν κανονικές ανασκαφές και έτσι δεν υπάρχουν λεπτομερή και υπεύθυνα πορίσματα. Ωστόσο τα περισσότερα των χριστιανικών μνημείων της χερσονήσου είχαν υποστεί έρευνα και συντήρηση από το Τμήμα Αρχαιοτήτων πριν από το 1974. Έκτοτε σχεδόν όλα αυτά τα μνημεία αφέθηκαν σε εγκατάλειψη και υπέστησαν σημαντικές φθορές.