Ευρωπαϊκή Ένωση και Κύπρος

Η ένταξη βασικό στοιχείο της λύσης

Image

Το θετικό κλίμα που διαμορφώθηκε στις Κάννες αλλοιώθηκε στις αρχές Ιουλίου, κατά τον απολογισμό της γαλλικής προεδρίας ενώπιον του Ευρωκοινοβουλίου από τον πρόεδρο Σιράκ. Μέσα σε ένα κλίμα έντονων αποδοκιμασιών για τις γαλλικές πυρηνικές δοκιμές στον νότιο Ειρηνικό, ο Γάλλος πρόεδρος υποστήριξε ότι η Κύπρος δεν μπορεί να ενταχθεί στην ΕΕ, χωρίς την επίλυση του Κυπριακού. Καμιά απόφαση της ΕΕ δεν θέτει την λύση του Κυπριακού ως προϋπόθεση για ένταξη, αλλά οι βασικότεροι διεθνείς παράγοντες που επιδρούν στο Κυπριακό, όπως τα Ηνωμένα Έθνη, οι ΗΠΑ και ισχυρά κράτη της ΕΕ, θεωρούν ότι επείγει η επίλυση του Κυπριακού, προτού αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις ένταξης. Στο Κυπριακό, σε σχέση με τον παράγοντα ένταξη, εστιάσθηκαν όλες οι διπλωματικές κινήσεις το καλοκαίρι του 1995, οι οποίες αναπτύχθηκαν κυρίως από Αμερικανούς και Βρεττανούς διπλωμάτες, εντός και εκτός Κύπρου.

 

Οι ΗΠΑ, που συγκροτούν τον κυρίαρχο παράγοντα επιρροής στο Κυπριακό, δεν επεδίωξαν ωστόσο μια συγκροτημένη πρωτοβουλία, εν αναμονή της επικύρωσης της Τελωνειακής Ένωσης της Τουρκίας. Η εισβολή στο βόρειο Ιράκ όμως και η εξαιρετικά βραδεία διαδικασία προώθησης μεταρρυθμίσεων με στόχο τον εκδημοκρατισμό στην Τουρκία, μετέθεσαν τον χρόνο συζήτησης της Τ. Ε. στις αρχές Δεκεμβρίου. Το διπλωματικό επιτελείο στο υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ, που συγκροτούσαν ο υφυπουργός Εξωτερικών Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ και οι πρέσβεις Τζιμ Ουίλλιαμς, ειδικός συντονιστής, και Ρίτσαρντ Μπάουτσερ, πρεσβευτής στην Λευκωσία, αντιμετώπισαν τη συμφωνία Τ.Ε. ως την στέρεα πολιτική βάση για προσέγγιση της Ελλάδας με την Τουρκία, στο πλαίσιο του ευρύτερου μετασχηματισμού της ΕΕ και της αναδόμησης του NATO. Κατά αντίστοιχο τρόπο θεωρούσαν επίσης την προοπτική ένταξης της Κύπρου ως καταλύτη για τη λύση του Κυπριακού, σε περίπτωση που η ικανοποίηση του αιτήματος των Ελληνοκυπρίων για ένταξη αντισταθμιζόταν από την προσέγγιση της αξίωσης των Τουρκοκυπρίων για «περισσότερη κυριαρχία». Οι άτυπες συνομιλίες στην οικία Φεϊσέλ τον Οκτώβριο του 1994 έδωσαν, κατά τους Αμερικανούς, ικανοποιητικές ενδείξεις ότι θα μπορούσε να επέλθει συμβιβασμός σε αυτό το πλαίσιο. Αλλά η επιτυχία ενός τέτοιου προτύπου απαιτούσε διασφάλιση του ευρύτερου στρατηγικού πλαισίου, που εσήμαινε σταθερότητα και συμφιλίωση, κάτι που μπορούσε να επιτευχθεί με ισχυρές εγγυήσεις του NATO και της ΕΕ.

 

Στις αρχές του φθινοπώρου, μια περίοδο κατά την οποία άρχισαν να καταλαγιάζουν οι διεθνείς αντιδράσεις για την τουρκική επέμβαση στο Ιράκ, ο πρεσβευτής Ρίτσαρντ Μπάουτσερ πήρε την εντολή για συντήρηση της κινητικότητας και της αμερικανικής ανάμιξης, με την υποβολή ενός ερωτηματολογίου προς τις δύο πλευρές. Στόχος της Ουάσιγκτον είναι ο καταρτισμός της ημερήσιας διάταξης μιας νέας απ' ευθείας συνάντησης Κληρίδη - Ντενκτάς, όταν ωριμάσει ο καιρός για την πραγματοποίησή της. Ο πρόεδρος Κληρίδης είχε θέσει ως προϋπόθεση για την πραγματοποίηση οποιασδήποτε νέας απ' ευθείας συνάντησης τη διαμόρφωση κοινού εδάφους, στο πλαίσιο του ψηφίσματος 939 του Συμβουλίου Ασφαλείας. Το ψήφισμα είχε εγκριθεί από τις 29 Ιουλίου 1994 και έθετε τις γενικές αρχές για ομοσπονδιακή λύση και μία κρατική οντότητα, κυριαρχία, ιθαγένεια και διεθνή προσωπικότητα. Το ερωτηματολόγιο Μπάουτσερ, εκτός από τις γνωστές πτυχές του Κυπριακού, που ευρίσκονται πάντα στο διαπραγματευτικό τραπέζι και τα ΜΟΕ, έθετε επίσης ένα νέο βασικό στοιχείο της λύσης, αυτό της ένταξης στην ΕΕ. Οι Αμερικανοί έθεσαν για το «ερώτημα» αυτό τους εξής άξονες (45):

 

  1. προώθηση της ένταξης στο πλαίσιο της λύσης
  2. διασφάλιση της συμβατότητας των βασικών στοιχείων της λύσης με την ένταξη και
  3. αναγνώριση των τομέων, που είναι δυνατόν να χρειασθούν παρεκκλίσεις, ώστε να αποτραπούν παρεμβολές στους όρους της λύσης.

 

Η διατύπωση στο ερωτηματολόγιο επιχειρεί να θέσει την τελική προσχώρηση της Κύπρου ταυτόχρονα με τη λύση του Κυπριακού, αγγίζοντας το μέγιστο σημείο προβληματισμού για την παρούσα και ίσως τελική φάση του προβλήματος. Η «ένταξη στο πλαίσιο της λύσης» συνιστά πίεση και προς τις δύο πλευρές, να μην «παρερμηνεύσουν» την ένταξη, ούτε οι Ελληνοκύπριοι να ανατρέψουν τις ισορροπίες που διαμορφώθηκαν την τελευταία εικοσαετία, αλλά ούτε και οι Τουρκοκύπριοι εδραιώνοντας το «απαράδεκτο στάτους κβό» της εισβολής ή υλοποιώντας την απειλή της προσάρτησης. Όμως, η λογική αυτή θέτει όρους στο νόμιμο δικαίωμα της Κυπριακής Δημοκρατίας να διαπραγματεύεται την ένταξή της, αφού οι Τουρκοκύπριοι θα αποκτήσουν δικαίωμα λόγου, μέσω των διακοινοτικών συνομιλιών. Πρόκειται για μια σαφώς βελτιωμένη εκδοχή της ρήτρας περί χωριστών δημοψηφισμάτων για την ένταξη, αφού οι Αμερικανοί δεν μπορούν να αγνοούν την απόφαση της 6ης Μαρτίου και το γεγονός ότι η απάντηση στην ένταξη θα πρέπει να είναι κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες καταφατική.

 

Η προσέγγιση «περί μη παρερμηνείας του θέματος της ένταξης» από τις δύο κοινότητες αντικατοπτρίζεται και στην «διγλωσσία» που υιοθέτησαν τόσο οι ΗΠΑ όσο και άλλες ισχυρές χώρες της ΕΕ κατά τις διαβουλεύσεις τους με την κάθε πλευρά. Ειδικότερα, προς την ελληνοκυπριακή πλευρά φρόντιζαν να επισημάνουν ότι είναι δύσκολη έως ανέφικτη η ένταξη χωρίς προηγούμενη λύση του Κυπριακού, ενώ προς την τουρκοκυπριακή πλευρά προειδοποιούσαν ότι θα τεθεί σε πλήρη απομόνωση, εάν δεν αποδεχθεί μια συμβιβαστική διαδικασία, αφού οι Ελληνοκύπριοι θα προχωρήσουν μόνοι για την ένταξη. Την διγλωσσία που ακολουθούσαν Αμερικανοί και Ευρωπαίοι αποκάλυψε αργότερα και ο ίδιος ο πρόεδρος Κληρίδης.

 

Άλλο σημαντικό νέο στοιχείο που εισήγαγε το αμερικανικό ερωτηματολόγιο είναι η έννοια της «συμβατότητας των βασικών στοιχείων της λύσης με την ένταξη». Το ζήτημα είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό για την ελληνοκυπριακή πλευρά, δεδομένου ότι αποδυναμώνει την προοπτική σταδιακής και μέσα από σαφή χρονοδιαγράμματα, προσαρμογής της λύσης στο κοινοτικό κεκτημένο, ιδιαίτερα δε σε πτυχές που σχετίζονται με τις βασικές ελευθερίες (εγκατάστασης, διακίνησης και περιουσίας) που συνιστούν ταυτόχρονα συστατικά της ελεύθερης αγοράς. Το ζήτημα αυτό είναι πολύ πιο σημαντικό από την αναφορά περί παρεκκλίσεων από το κοινοτικό κεκτημένο, γιατί η έννοια των παρεκκλίσεων (ή ακόμη και των εξαιρέσεων) στην ΕΕ είναι επαρκώς προσδιορισμένη (46).

 

Το κεφάλαιο «ένταξη», ακόμη και με τον τρόπο που περιελήφθη στο ερωτηματολόγιο, αποτελεί πλέον για τον ηγέτη της τουρκοκυπριακής κοινότητας Ραούφ Ντενκτάς το πιο δύσκολο σημείο διαπραγμάτευσης. Βασική επιχειρηματολογία του Ρ. Ντενκτάς στο ενδεχόμενο ένταξης χωρίς να προηγηθεί η λύση, είναι ότι καταργείται ο διπεριφερειακός και δικοινοτικός χαρακτήρας του μελλοντικού ομοσπονδιακού κράτους. Οι Ελληνοκύπριοι εξ άλλου, κατά τον Ραούφ Ντενκτάς, επιδιώκουν με την ένταξη στην ΕΕ να υλοποιήσουν τα σχέδια τους «για μετατροπή της Κύ- πρου σε ελληνικό νησί» και να διεκδικήσουν τις περιουσίες τους στα κατεχόμενα. Υποστηρίζει επίσης ότι η ένταξη καταργεί τις συνθήκες εγγυήσεως και εξουδετερώνει τα επεμβατικά δικαιώματα της Τουρκίας.

 

Στο θέμα των εγγυήσεων και το συνυφασμένο ζήτημα της αποστρατικοποίησης, οι θέσεις της ελληνοκυπριακής πλευράς απέκτησαν προβάδισμα έναντι των θέσεων Ντενκτάς περί διατήρησης των εγγυήσεων της Ζυρίχης και μη απόσυρσης των κατοχικών δυνάμεων. Με την προοπτική μάλιστα της ένταξης και της προσέγγισης της Κύπρου με την ΔΕΕ, την συνολική αναδιάταξη του NATO στη Γηραιά Ήπειρο και τη διεύρυνσή του προς ανατολάς, τόσο οι ΗΠΑ όσο και οι συνιστάμενες απόψεις στην ΕΕ ευνοούν μια νέα ρύθμιση που θα εντάσσει την Ελλάδα, την Τουρκία και την Κύπρο στο ευρύτερο σύστημα ασφάλειας και σταθερότητας.

 

Δεν είναι όμως καθόλου βέβαιο ότι τις άκαμπτες θέσεις Ντενκτάς συμμεριζόταν και η κυβέρνηση της Τουρκίας, επί πρωθυπουργίας Τανσού Τσιλέρ. Τον Σεπτέμβριο του 1995 ο βοηθός μόνιμος υφυπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας Ινάλ Μπατού πήγε στα κατεχόμενα, όπου είχε μακρές συνομιλίες με τον Ραούφ Ντενκτάς, υπό το πρίσμα των έντονων επικρίσεων τις οποίες διετύπωσαν οι πολιτικοί κύκλοι που πρόσκεινται στον Τουρκοκύπριο ηγέτη, ότι η Τουρκία προέβη σε παραχωρήσεις στο Κυπριακό προκειμένου να εξασφαλίσει τη συμφωνία της 6ης Μαρτίου για την Τ.Ε. Δύο άρθρα της συμφωνίας Τ. Ε. σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με την Κύπρο. Το άρθρο 16 υποχρεώνει την Τουρκία να συμβληθεί με την Κυπριακή Δημοκρατία μέσα στην επόμενη πενταετία, εφαρμόζοντας το προτιμησιακό εμπορικό καθεστώς που ισχύει με την ΕΕ. Το άρθρο 64 διαλαμβάνει ότι η Τουρκία θα πρέπει να συμμορφωθεί με τις αποφάσεις του Ευρωδικαστηρίου, περιλαμβανομένης και της γνωστής απόφασης που αφορά την απαγόρευση εισαγωγών από το κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου στην ενιαία αγορά της ΕΕ (στην οποία θα συμμετέχει στο εγγύς μέλλον και η Τουρκία). Σε δηλώσεις μετά την ολοκλήρωση των επαφών του (47), ο Ινάλ Μπατού δεν απέκλεισε την προοπτική ένταξης της Κύπρου, σε συνδυασμό με την περαιτέρω ενσωμάτωση της Τουρκίας στην ΕΕ. Εκφράζοντας το γραφειοκρατικό κατεστημένο του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών, ο Ινάλ Μπατού προσήγγισε θετικά το θέμα, υπαινισσόμενος προς τους Τουρκοκυπρίους συνομιλητές του ότι θα μπορούσαν να διεκδικήσουν «τα δικαιώματά τους» μέσα από την διαδικασία ένταξης. Αναφορικά με το θέμα των επίμαχων άρθρων της Τ.Ε., ο Ινάλ Μπατού προσπάθησε να καθησυχάσει τις ανησυχίες των ομοεθνών του στην Κύπρο, αν και στις Βρυξέλλες αποτελεί πλέον πεποίθηση ότι η τουρκική επιχειρηματολογία περί μη δέσμευσης της Άγκυρας στα θέματα που αφορούν το ψευδοκράτος στερείται κάθε νομικής βάσης. Το Συμβούλιο Υπουργών επί ισπανικής προεδρίας εξέδωσε στο ίδιο διάστημα σαφείς τοποθετήσεις επί του θέματος, τονίζοντας ότι οι δεσμεύσεις που απορρέουν από την Τ. Ε. δεν πρόκειται να τεθούν εκ νέου υπό διαπραγμάτευση και ότι η Τουρκία οφείλει να συμμορφωθεί πλήρως.

 

Οι απόψεις των Τουρκοκυπρίων πολιτικών ηγετών συγκλίνουν σε μεγάλο βαθμό στο ότι θα πρέπει να προηγηθεί λύση του Κυπριακού και στη συνέχεια να γίνει η προσχώρηση στην ΕΕ (48). Ωστόσο, αξιοσημείωτες είναι οι διαφοροποιήσεις τους, ιδιαίτερα σε περιόδους έντασης στις σχέσεις μεταξύ αυτών που στηρίζουν την ηγεμονία Ντενκτάς και των υπολοίπων που τον αμφισβητούν. Ειδικότερα, ο ηγέτης του Ρεπουμπλικανικού Τουρκικού Κόμματος Οζγκέρ Οζγκιούρ, όπως και ο ηγέτης του Κόμματος «Νέα Κύπρος» Αλπάι Ντουρτουράν, κατηγόρησαν ευθέως τον Ραούφ Ντενκτάς ότι υποσκάπτει όχι μόνο την ευρωπαϊκή προοπτική της Κύπρου αλλά και την προσέγγιση της Τουρκίας με την ΕΕ. Συνοπτικά οι θέσεις των Τουρκοκυπρίων ηγετών συνοψίζονται εκείνη την περίοδο ως εξής:

 

Ραούφ Ντενκτάς:

 

  1. απορρίπτει την ένταξη της Κύπρου χωρίς λύση του Κυπριακού και προηγούμενη ένταξη ή ταυτόχρονη ένταξη και της Τουρκίας
  2. χαρακτηρίζει μονομερή την υποβολή αίτησης ένταξης και ζητεί να κατατεθεί από την μελλοντική Ομοσπονδιακή Κύπρο νέα αίτηση
  3. αξιώνει χωριστά δημοψηφίσματα μεταξύ των πληθυσμών των δύο κοινοτήτων για επικύρωση της ένταξης
  4. αξιώνει υπό τις πιο πάνω προϋποθέσεις, η ένταξη να μη διασαλεύει την δικοινοτικότητα και την διζωνικότητα του κράτους, την πολιτική ισότητα και να μην αλλοιώνει τις εγγυήσεις της Τουρκίας.

 

Χακκί Ατούν, ψευδοπρωθυπουργός, ηγέτης του ντενκτασικού Δημοκρατικού Κόμματος και Ντερβίς Ερογλου, ηγέτης του δεξιού Κόμματος Εθνικής Ενότητας: υιοθετούν πλήρως τις θέσεις Ντενκτάς. Μόνο ο Χακκί Ατούν υποστηρίζει την αόριστη θέση ότι το μέλλον της Κύπρου ευρίσκεται στην Ευρώπη.

 

Οζγκέρ Οζγκιούρ, ηγέτης Ρεπουμπλικανικού Τουρκικού Κόμματος:

 

  1. αναγνωρίζει την ευρωπαϊκή προοπτική της Κύπρου, θεωρεί όμως ότι θα πρέπει να προηγηθεί η λύση του Κυπριακού. Υιοθετεί τις θέσεις περί πολιτικής ισότητας, διπεριφερειακής και δικοινοτικής ομοσπονδίας με την καθιέρωση «παρεκκλίσεων» από το κοινοτικό κεκτημένο
  2. παρακάμπτει τον ντενκτασικό όρο ότι μέλος της Ε Ε θα πρέπει να είναι και η Τουρκία
  3. ως αντιπρόεδρος της ψευδοκυβέρνησης, ο Οζγκιούρ αντιτάχθηκε στην αλλαγή της συνθήκης εγγυήσεως της Ζυρίχης, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις υποστήριξε ότι η ΕΕ μπορεί να προσφέρει το πλαίσιο ασφάλειας και εγγυήσεων.

 

Μουσταφά Ακκιντζί, ηγέτης Κόμματος Κοινοτικής Απελευθέρωσης:

 

  1. υποστηρίζει πρώτα λύση και μετά ένταξη
  2. πρώτος έθεσε θέμα συμμετοχής των Τουρκοκυπρίων στη διαδικασία ένταξης για να «μην περιέλθουν σε πλήρη απομόνωση και να μη χάσουν το τρένο του μέλλοντος», θέση την οποία εξέφρασε μετά την έκδοση της γνωμοδότησης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

 

Αλπάι Ντουρτουράν, ηγέτης του Κόμματος «Νέα Κύπρος»:

 

  1. ένθερμος υποστηρικτής της προοπτικής ένταξης της Κύπρου
  2. θεωρεί ότι είναι προτιμότερο να βρεθεί πρώτα η λύση στη βάση της Ομοσπονδίας
  3. υποστηρίζει ότι η πλήρης εφαρμογή του «κοινοτικού κεκτημένου» θα οικοδομήσει το πλαίσιο της οριστικής συμφιλίωσης και επαναπροσέγγισης των δύο κοινοτήτων. Μαζί με το ελληνοκυπριακό κόμμα ΑΔΗΣΟΚ είχε συγκροτήσει την δικοινοτική επιτροπή για προώθηση της ένταξης. Οι θέσεις του έχουν απήχηση μόνο στο 2% του τουρκοκυπριακού πληθυσμού.

 

ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΠΙΕΡΙΔΗΣ

ΑΝΤΡΟΣ ΠΑΥΛΙΔΗΣ