Το ενωτικό αίτημα των Ελλήνων της Κύπρου άρχισε να τίθεται όλο και πιο έντονα και επιτακτικά, μετά την κατάληψη της Κύπρου από τους Άγγλους (από το 1878 και εξής). Πήρε διάφορες μορφές αγώνα και πέρασε από διάφορες φάσεις καθ' όλη τη διάρκεια της αγγλικής κατοχής του νησιού, με αποκορύφωμα την ένοπλη επανάσταση του 1955-59.
Βλέπε λήμμα: Αγγλοκρατία και ΕΟΚΑ
Κατά την περίοδο της Αγγλοκρατίας ετέθη θέμα αμέσου ενώσεως της Κύπρου με την Ελλάδα το 1912-13, με διάφορους χειρισμούς του Ελευθερίου Βενιζέλου. Ο Βενιζέλος είχε τότε διαπραγματευθεί με την αγγλική κυβέρνηση το θέμα παραχώρησης της Κύπρου στην Ελλάδα, με αντάλλαγμα την παροχή, εκ μέρους της Ελλάδος, λιμενικών διευκολύνσεων προς τον αγγλικό στόλο στο Αργοστόλι της Κεφαλληνίας. Για το ζήτημα αυτό και τους γενικότερους χειρισμούς του Κυπριακού ζητήματος πριν και μετά τον πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο εκ μέρους της Ελλάδος.
Βλέπε λήμμα: Ελευθέριος Βενιζέλος
Νέα όσο και γενναία συνεισφορά στους αγώνες της Ελλάδος είχε αποστείλει η Κύπρος, τόσο σε έμψυχο όσο και σε άψυχο υλικό, κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων. Πολλοί Κύπριοι είχαν πάλι μεταβεί τότε στην αγωνιζόμενη Ελλάδα και είχαν πολεμήσει ως εθελοντές στις τάξεις του ελληνικού στρατού. Αρκετοί απ' αυτούς είτε έπεσαν στο πεδίο της μάχης, είτε επέστρεψαν τραυματισμένοι. Ακόμη, Κύπριοι εθελοντές ή και ευέλπιδες είχαν πάρει μέρος και στη Μικρασιατική εκστρατεία.
Βλέπε λήμμα: Βαλκανικοί πόλεμοι
Αλλά και κατά τη διάρκεια του πρώτου και του δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου, και πάλι πολλοί Έλληνες Κύπριοι κατετάγησαν και αγωνίστηκαν στις τάξεις του ελληνικού στρατού, σε διάφορα μέτωπα, και αρκετοί θυσιάστηκαν. Ιδιαίτερα κατά τον δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο αρκετές χιλιάδες Ελλήνων Κυπρίων πολέμησαν σε διάφορα μέτωπα και από τις τάξεις του αγγλικού στρατού, στον οποίο κατετάγησαν δίνοντας πίστη στις αγγλικές εξαγγελίες που διαλαλούσαν: Κύπριοι, κατατασσόμενοι στον αγγλικό στρατό, πολεμάτε για την Ελλάδα και την ελευθερία.
Βλέπε λήμμα: Παγκόσμιοι Πόλεμοι
Καθ' όλη την περίοδο της Αγγλοκρατίας, σημαντική εξέλιξη και άνοδος σημειώθηκε και στις πνευματικές και πολιτιστικές σχέσεις της Κύπρου με την Ελλάδα. Όλο και περισσότεροι Κύπριοι αποκτούσαν πλέον τη δυνατότητα μετάβασης στην Ελλάδα για ανώτερες και ανώτατες σπουδές, ενώ παράλληλα η ελληνική εκπαίδευση στην Κύπρο, που ήταν κυρίως κάτω από την επίβλεψη της Κυπριακής Εκκλησίας, ακολουθούσε την εκπαίδευση της Ελλάδος τόσο στα αναλυτικά προγράμματα διδασκαλίας όσο και στα χρησιμοποιούμενα βιβλία. Επιπλέον, πολλοί Ελλαδίτες καθηγητές καλούνταν και έρχονταν στην Κύπρο, όπου και εργάζονταν. Η όλη συμβολή τους στον αγώνα διατήρησης της ελληνικότητας στο χαρακτήρα της κυπριακής εκπαίδευσης, ήταν τεράστια. Παράλληλα, πνευματικές και άλλες σχέσεις της Κύπρου είχαν αναπτυχθεί και με ισχυρές παροικίες της Ελλάδος, όπως εκείνη της Αιγύπτου και, αργότερα, των ΗΠΑ, της Αυστραλίας κ.α.
Το ενωτικό αίτημα των Ελλήνων Κυπρίων είχε, κατά τον 20ό αιώνα, και ιδιαίτερα μετά την εκστρατεία συστράτευσης του ελληνικού λαού που διενήργησε από το 1950 ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος Γ', πλατιά απήχηση σ' ολόκληρο τον Ελληνισμό. Οι διάφορες φάσεις από τις οποίες πέρασε το ζήτημα της ενώσεως της Κύπρου με την Ελλάδα, περιελάμβαναν και κορυφαίες στιγμές όπως το κίνημα του Οκτωβρίου 1931, το ενωτικό δημοψήφισμα της 15 Ιανουαρίου 1950, οι προσφυγές της Ελλάδος στα Ηνωμένα Έθνη και, τέλος, ο ένοπλος απελευθερωτικός αγώνας. Τα γεγονότα αυτά στάθηκαν καθοριστικά στην σύσφιγξη κάθε είδους δεσμών μεταξύ Κύπρου και Ελλάδος. Εξάλλου ελληνικές κυβερνήσεις ήταν που χειρίστηκαν σε διεθνή επίπεδα και με διάφορους τρόπους το πολιτικό αυτό ζήτημα. Και η ελληνική κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή ήταν εκείνη που έδωσε τη λύση του 1959, με απ' ευθείας συνομιλίες και συμφωνία με την Τουρκία στη Ζυρίχη και με διάφορες παρασκηνιακές ενέργειες σε διάφορα (δυτικά) πλαίσια. Η συμφωνία της Ζυρίχης μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας προσυπεγράφη λίγες μόνο μέρες αργότερα στο Λονδίνο και από την αγγλική κυβέρνηση καθώς και από τους εκπροσώπους των Ελλήνων και των Τούρκων της Κύπρου. Με βάση τη συμφωνία αυτή, η Κύπρος κατέστη ανεξάρτητο κράτος, την ανεξαρτησία του οποίου εγγυήθηκαν η Ελλάδα, η Τουρκία και η Αγγλία.
Βλέπε λήμμα: Συμφωνίες Ζυρίχης- Λονδίνου
Μετά την ανακήρυξη της Κύπρου σε ανεξάρτητη Δημοκρατία, οι σχέσεις της με την Ελλάδα συνεχίστηκαν αλλά κι αναπτύχθηκαν σε όλους τους τομείς. Παρά το ότι επρόκειτο τώρα για δυο διαφορετικά κράτη, οι σχέσεις τους ήσαν κάτι πολύ περισσότερο από διακρατικές. Σχέσεις πολιτικές και στρατιωτικές, πολιτιστικές και πνευματικές, εμπορικές και οικονομικές, προστέθηκαν στις υφιστάμενες αδελφικές.
Η Ελλάς βοήθησε όσο καλύτερα μπορούσε την Κύπρο να συσταθεί και να λειτουργήσει ως ανεξάρτητο κράτος. Αλλά και διεθνώς, σ' όλα τα βήματα, υπήρχαν τώρα (όπως χαρακτηριστικά ελέχθη) δυο επίσημες ελληνικές παρουσίες αντί μιας.
Το Κυπριακό ζήτημα, που ήταν για πάνω από ένα αιώνα θέμα ενώσεως της Κύπρου με την Ελλάδα, δεν βρήκε την οριστική του λύση το 1959/1960 με τις συμφωνίες Ζυρίχης και Λονδίνου (που δεν ικανοποίησαν τους Έλληνες της Κύπρου) και την ανακήρυξη του νησιού σε ανεξάρτητη Δημοκρατία. Αντίθετα, ζήτημα ενώσεως εξακολουθούσε να τίθεται - με τη μια ή την άλλη μορφή- και αργότερα.
Εξαιτίας του παρατεταμένου Κυπριακού προβλήματος, η Ελλάς αναμείχθηκε ενεργά και με διάφορους τρόπους σ' αυτό και μετά τη λύση που δόθηκε τον Φεβρουάριο του 1959 στη Ζυρίχη και που επικυρώθηκε λίγες μέρες αργότερα στο Λονδίνο. Ακριβώς το Κυπριακό ήταν εκείνο που διαδραμάτισε - κι ακόμη διαδραματίζει - πρωταρχικό ρόλο στον καθορισμό της εξωτερικής πολιτικής των εκάστοτε ελληνικών κυβερνήσεων.
Βλέπε λήμμα: Το κυπριακό πρόβλημα- ζήτημα
Η κυπριακή κυβέρνηση του αρχιεπισκόπου Μακαρίου είχε καθορίσει και είχε ακολουθήσει πολιτική στενότατης συνεργασίας με τις οποιεσδήποτε κυβερνήσεις της Ελλάδος, γιατί (όπως πολλές φορές δηλώθηκε επίσημα και δημόσια) η Ελλάς αποτελούσε τον φυσικό και τον κύριο συμπαραστάτη του αγώνα των Ελλήνων της Κύπρου. Είναι γεγονός ότι η στενότατη αυτή συνεργασία μεταξύ των κυβερνήσεων Ελλάδος και Κύπρου, πέρασε και από στάδια δοκιμασίας και έντασης λόγω διαφορετικών απόψεων ως προς την τακτική στο Κυπριακό. Αλλά η διαφορά απόψεων, όπως και διάφορες πρωτοβουλίες που κατά καιρούς εκδηλώνονταν είτε από την ελληνική είτε από την κυπριακή ηγεσία χωρίς τη σύμφωνη γνώμη και των δυο, δεν έπληξαν τις στενές τους σχέσεις. Οι σχέσεις αυτές επιδεινώθηκαν και σχεδόν διακόπηκαν κατά το 1974, εξαιτίας των προσπαθειών της ελληνικής στρατιωτικής χούντας (που επεβλήθη στην Ελλάδα από την 21.4.1967) να υπονομεύσει και εξουδετερώσει τον Κύπριο πρόεδρο αρχιεπίσκοπο Μακάριο.
Βλέπε λήμμα: Χούντα
Το στρατιωτικό πραξικόπημα κατά του προέδρου Μακαρίου (15.7.1974) υποκινήθηκε, σχεδιάστηκε και διετάχθη από το στρατιωτικό καθεστώς των Αθηνών και στάθηκε η απαρχή της μεγαλύτερης τραγωδίας που γνώρισε η Κύπρος στη νεότερη ιστορία της. Κατά τη διάρκεια της τουρκικής στρατιωτικής εισβολής που ακολούθησε το πραξικόπημα, Ελλαδίτες στρατιωτικοί που βρίσκονταν στην Κύπρο πολέμησαν και έπεσαν. Όμως η ίδια η Ελλάς δεν ήταν σε θέση να βοηθήσει αποτελεσματικά την καιόμενη Κύπρο. Εξαιτίας των εξελίξεων αυτών στον κυπριακό χώρο, το δικτατορικό καθεστώς των Αθηνών κατέρρευσε και η δημοκρατία αποκαταστάθηκε στη χώρα.
Η τεράστια συμφορά που έπληξε την Κύπρο το καλοκαίρι του 1974, έπληξε πρόσκαιρα και τις σχέσεις μεταξύ Ελλάδος και Κύπρου, όμως ούτε κι αυτή ήταν αρκετή για να τις εξουδετερώσει. Οι δημοκρατικές κυβερνήσεις της Ελλάδος, που διαδέχθηκαν το στρατιωτικό καθεστώς της χώρας, αναγνώρισαν τη μεγάλη ευθύνη των Ελλήνων δικτατόρων στην κυπριακή τραγωδία του 1974 και πρόσφεραν στην Κύπρο κάθε δυνατή βοήθεια.
Βλέπε λήμμα: Αττίλας επιχείρηση
Η κυπριακή τραγωδία συνήγειρε και τον διασκορπισμένο σ' όλα τα μήκη και πλάτη της γης Ελληνισμό, που πρόσφερε τη βοήθειά του όπως και όσο μπορούσε. Η πλήρης και καθολική συμπαράσταση της Ελλάδος στον αγώνα του κυπριακού Ελληνισμού εκφράστηκε ιδιαίτερα έντονα και υπογραμμίστηκε με την επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου στην Κύπρο στις 27 Φεβρουαρίου μέχρι την 1η Μαρτίου 1982. Ήταν η πρώτη επίσκεψη Έλληνα πρωθυπουργού που πραγματοποιήθηκε στο νησί.
Σήμερα, οι κυβερνήσεις Ελλάδος και Κύπρου εξακολουθούν να συνεργάζονται στενότατα. Ταυτόχρονα, οι σχέσεις μεταξύ των δυο χωρών σε όλους τους άλλους τομείς πέρα από τον πολιτικό, συνεχίζονται αρμονικότατα.
Υπολογίζεται ότι σήμερα (2008) ζουν και εργάζονται στην Ελλάδα 35.000 περίπου Κύπριοι, πολλοί από τους οποίους είναι πρόσφυγες που αναζήτησαν εκεί απασχόληση στις δύσκολες ώρες που ακολούθησαν την τουρκική εισβολή του 1974. Η μεγάλη πλειοψηφία των Κυπρίων που διαμένουν στην Ελλάδα είναι συγκεντρωμένη στο λεκανοπέδιο Αττικής. Η Ελληνική Πολιτεία παρέχει στους Κυπρίους ιδιαίτερες διευκολύνσεις.
Στην Ελλάδα φοιτούν επίσης γύρω στις 10.000 Κύπριοι. Ο αριθμός αυτός περιλαμβάνει όσους φοιτούν σε ανώτατες και ανώτερες σχολές, καθώς και όσους είναι εγγεγραμμένοι σε διάφορες ιδιωτικές σχολές.
Οι Κύπριοι της Ελλάδος είναι συγκροτημένοι σε διάφορες οργανώσεις, με κυριότερη την Ένωση Κυπρίων Ελλάδος, η οποία έχει αναπτύξει αξιόλογη εθνική και άλλη δράση. Άλλες οργανώσεις των Κυπρίων είναι προσφυγικές, όπως η Ένωση Κυπρίων Προσφύγων Ελλάδας «Κύπρος 74», τοπικές (Ένωση Κυπρίων Βορείου Ελλάδος, Ένωση Κυπρίων Αχαΐας κ.α.), επαγγελματικές (Επιστημονικός Σύνδεσμος Κυπρίων Ιατρών Ελλάδος). Υφίστανται, εξάλλου, οι κυπριακές φοιτητικές οργανώσεις.
Πολλοί Κύπριοι επιστήμονες, λόγιοι, συγγραφείς, καλλιτέχνες κ.α. έχουν σταδιοδρομήσει ή σταδιοδρομούν στην Ελλάδα, με αξιολογότατη προσφορά στους τομείς τους.
Στην Κύπρο διαμένουν σήμερα (2008) περίπου 30.000 άτομα με ελληνική υπηκοότητα. Οι Ελλαδίτες της Κύπρου είναι οργανωμένοι στον Παγκύπριο Πολιτιστικό Σύλλογο Ελλαδιτών.
Α. ΠΑΥΛΙΔΗΣ