Ελλάδα και Κύπρος

Βυζαντινοί χρόνοι (330 - 1453 μ.Χ.)

Image

Η μεταφορά της έδρας της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας από τη Ρώμη στο Βυζάντιο, έγινε από τον Μέγα Κωνσταντίνο ο οποίος, μέχρι ν' ανέλθει στον θρόνο, είχε διεξαγάγει σκληρούς αγώνες με πιο καθοριστικό τον πόλεμο κατά του αντιπάλου του Λικινίου (τον τελευταίο είχαν ενισχύσει και οι Κύπριοι με 30 πλοία). Η νέα πρωτεύουσα, που άρχισε να κτίζεται από το 324 μ.Χ., εγκαινιάστηκε στις 11 Μαϊου 330 μ.Χ. και ονομάστηκε Κωνσταντινούπολις. Τα εγκαίνιά της το 330, θεωρούνται ως όριο που καθορίζει το τέλος της Αρχαιότητας και την έναρξη των Μεσαιωνικών χρόνων.

 

Τόσο η Ελλάς όσο και η Κύπρος, που αποτελούσαν μέχρι τότε τμήματα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, εντάχθηκαν στο Ανατολικό Ρωμαϊκό κράτος, το κατόπιν Ελληνικό, που στα νεότερα χρόνια αποκαλείται Βυζαντινό. Διοικητικά η Κύπρος υπήχθη στη διοίκηση της Ανατολής.

 

Κατά την εποχή αυτή ακριβώς, η Κύπρος υπέφερε από πλήγματα καταστρεπτικών σεισμών (332/3 μ.Χ.), ο δε Μέγας Κωνσταντίνος διόρισε ως κυβερνήτη του νησιού τον Καλόκαιρο για να συμβάλει στην οικονομική του ανόρθωση. Ο τελευταίος όμως αυτοανακηρύχθηκε ανεξάρτητος ηγεμόνας του νησιού, κι εναντίον του εστάλη στρατιωτική δύναμη υπό τον ανεψιό του αυτοκράτορα Δαλμάτιο, που κατέστειλε το κίνημα.

 

Βλέπε λήμμα: Σεισμοί

 

Νέοι καταστρεπτικοί σεισμοί έπληξαν την Κύπρο δέκα χρόνια αργότερα. Μεταξύ των πόλεων που καταστράφηκαν ήταν και η Σαλαμίς, η οποία ανοικοδομήθηκε με τη βοήθεια και τη συνδρομή του Κωνσταντίου, γιου και   διαδόχου του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Στη νέα πόλη εδόθη, γι’ αυτό, η ονομασία Κωνσταντία.

 

Βλέπε λήμμα: Κωνσταντία

 

Με τις καταστροφές αυτές, η μετέπειτα εκκλησιαστική παράδοση συνέδεσε το όνομα της μητέρας του Μεγάλου Κωνσταντίνου, της αγίας Ελένης, της οποίας οι δυο αναφερόμενες επισκέψεις στην Κύπρο (καθ' οδόν προς τους Αγίους Τόπους γι' ανεύρεση του Τιμίου Σταυρού και κατά την επιστροφή της στην Κωνσταντινούπολη) απετέλεσαν ολόκληρο κεφάλαιο στη χριστιανική ιστορία του νησιού. Η παρουσία της αγίας Ελένης στην Κύπρο συνδέθηκε με αποθεραπεία του νησιού από τις καταστροφές και τις θεομηνίες, καθώς και με την οικοδόμηση ναών και συνέβαλε σημαντικά στην πάρα πέρα εδραίωση της Χριστιανικής θρησκείας.

 

Βλέπε λήμμα: Ελένη αγία και Κύπρος

 

Η Εκκλησία της Κύπρου ήταν ήδη οργανωμένη και στελεχωμένη (14 ή 15 επισκοπικές έδρες) και αντιπροσωπεύθηκε στην Α' Οικουμενική Σύνοδο της Νικαίας (325 μ.Χ.), όπως και σε άλλες που ακολούθησαν. Το αυτοκέφαλον της Κυπριακής Εκκλησίας, αν και αναγνωρίστηκε από την Γ' Οικουμενική Σύνοδο στην Έφεσο (431 μ.Χ.), βρισκόταν υπό αμφισβήτηση κυρίως εξαιτίας των διεκδικήσεων της Εκκλησίας Αντιοχείας, μέχρι την τελική του αναγνώριση από τον αυτοκράτορα Ζήνωνα. Ωστόσο η Κυπριακή Εκκλησία δεν παρέμεινε αμέτοχη στις ποικίλες εκκλησιαστικές έριδες που ακολούθησαν (αιρέσεις, σχίσματα, εικονομαχία κλπ.) αφού οι επ’ αυτής επιδράσεις των γεγονότων που διαδραματίζονταν στην ίδια την Κωνσταντινούπολη και σε άλλα μέρη της αυτοκρατορίας, ήσαν άμεσες.

 

Βλέπε λήμμα: Εκκλησία Κύπρου και Ανθέμιος Αρχιεπίσκοπος

 

Αραβικές επιδρομές: Εποχή μεγάλης δοκιμασίας για την Κύπρο ήταν η εποχή των αραβικών επιδρομών (649 - 963/4 μ.Χ.). Οι επιδρομές των Αράβων δεν επέφεραν μόνο μεγάλα δεινά και καταστροφές στην Κύπρο, αλλά για κάποιο διάστημα διαχώρισαν κιόλας το νησί από τον κορμό της αυτοκρατορίας, με την επιβολή σ' αυτό καθεστώτος κάποιου είδους ουδετερότητας και συγκυριαρχίας Βυζαντινών και Αράβων. Κατά την περίοδο των αραβικών επιδρομών ανεγέρθησαν τα τρία σωζόμενα φρούρια του Πενταδάκτυλου, ενώ αντίθετα λαμπρές πόλεις όπως η Κωνσταντία ερημώθηκαν. Πολλοί άλλοι οικισμοί κτισμένοι στα παράλια, εγκαταλείφθηκαν και οι κάτοικοί τους μετακινήθηκαν προς τα ενδότερα. Ακόμη, μέρος του πληθυσμού της Κύπρου, μ' επικεφαλής τον αρχιεπίσκοπο Ιωάννη, μετανάστευσε με απόφαση του αυτοκράτορα Ιουστινιανού Β' στην Ιουστινιανούπολη, επί των ακτών του Ελλησπόντου. Η ενέργεια εκρίθη ως ασύνετη και λίγο αργότερα οι μετανάστες επέστρεψαν στην Κύπρο και πάλι. Σ' ανάμνηση της μετακίνησης αυτής (από το 692 μέχρι το 698 μ.Χ.) οι αρχιεπίσκοποι της Κύπρου φέρουν και τον τίτλο του αρχιεπισκόπου Νέας Ιουστινιανής.

 

Βλέπε λήμμα: Αραβικές επιδρομές

 

Κατά τη διάρκεια της περιόδου στην οποία η Κύπρος παρέμεινε «ουδέτερη», οι δεσμοί της με τον Βυζαντινό Ελληνισμό δεν διακόπηκαν. Αντίθετα, η παρουσία Βυζαντινών αξιωματούχων στο νησί μαρτυρείται συνεχώς, αλλά και οι διά της Εκκλησίας σχέσεις με την Κωνσταντινούπολη συνεχίζονταν χωρίς διακοπή.

 

Η οριστική απαλλαγή της Κύπρου από τους Άραβες συνέβη επί ημερών του αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά ο οποίος, το 965, απέστειλε στο νησί τον στρατηγό Νικήτα Χαλκούτζη που κατόρθωσε να εκδιώξει τους επιδρομείς. Ο ίδιος Βυζαντινός στρατηγός είχε ελευθερώσει από τους Άραβες και την Κρήτη, το 960.

 

Η μεγάλη διαμάχη για τις εικόνες, που μαινόταν στην Κωνσταντινούπολη κατά την εποχή των αραβικών επιδρομών στην Κύπρο, είχε και επί της τελευταίας σημαντικές επιδράσεις.

 

Βλέπε λήμμα: Εικονολατρία και Εικονομαχία

 

Η Λευκωσία πολιτική πρωτεύουσα: Από το 965, οπότε τερματίστηκε το καθεστώς ουδετερότητας της Κύπρου και συγκυριαρχίας επ’ αυτής Βυζαντινών και Αράβων, το νησί απετέλεσε ξανά τμήμα της αυτοκρατορίας. Από τα μέσα του 11ου αιώνα η Λευκωσία αντικατέστησε την Κωνσταντία ως πολιτική πρωτεύουσα του νησιού, όμως η Κωνσταντία παρέμεινε έδρα των αρχιεπισκόπων μέχρι και το τέλος της βυζαντινής κυριαρχίας (1191). Κατά τον ίδιο αιώνα συνέβησαν δυο τουλάχιστον αποσχιστικά κινήματα που μας είναι γνωστά, εκείνο του κατεπάνω (=διοικητή) Θεόφιλου Ερωτικού και εκείνο του δούκα Ραψομάτη. Το κίνημα του πρώτου συνέβη το 1042 και του δευτέρου το 1092. Του δευτέρου μάλιστα έγινε παράλληλα προς άλλο κίνημα στην Κρήτη, υπό τον Καρύκη. Και τα δυο κινήματα κατεστάλησαν, το δεύτερο από τον στρατηγό Μανουήλ Βουτουμίτη  που θεωρείται και ο ιδρυτής του μοναστηριού Κύκκου.

 

Βλέπε λήμμα: Παναγία Κύκκου

 

Η διείσδυση Δυτικών στην Κύπρο άρχισε από τα μέσα του 12ου αιώνα. Ήδη από το 1148 ο αυτοκράτορας Μανουήλ Κομνηνός αναγνώρισε στους Βενετούς εμπορικά προνόμια στην Κύπρο, στα παράλια της οποίας ο βενετικός στόλος είχε επιτεθεί το 1122 σ' αντίποινα προς την τότε άρνηση της αυτοκρατορίας να ανανεώσει τα βενετικά εμπορικά προνόμια στο έδαφός της.

 

Παρά τα αυστηρά μέτρα άμυνας της Κύπρου που εφάρμοσε η Κωνσταντινούπολη, το 1156 το νησί υπέστη καταστροφική επιδρομή του σταυροφόρου Ρεϋνάλδου ντε Σιατιγιόν και του Θορός Β' της Αρμενίας. Στα 1158 επιτέθηκε στο νησί ο αιγυπτιακός στόλος. Στα 1161 επέδραμε στην Κύπρο ο Ραϋμόνδος Γ' της Τριπόλεως. Οι καταστροφές από τις συνεχείς αυτές εισβολές ήταν τεράστιες.

 

Κατά τον 12ο αιώνα ιδρύθηκαν στο νησί αρκετά μοναστήρια (Μαχαιρά, Αγίου Νεοφύτου, Χρυσορροϊάτισσας).

 

Η αποσχιστική πολιτική του Ισαάκιου Κομνηνού: Τελευταίος Βυζαντινός κυβερνήτης του νησιού ήταν ο Ισαάκιος Κομνηνός, ανεψιός του αυτοκράτορα Μανουήλ Κομνηνού. Η αποσχιστική από την αυτοκρατορία πολιτική του Ισαακίου τον κατέστησε εντελώς ευάλωτο στην εισβολή του βασιλιά της Αγγλίας Ριχάρδου του Λεοντόκαρδου.

 

Βλέπε λήμμα: Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος

 

Ο τελευταίος, εκμεταλλευόμενος απρεπή συμπεριφορά του Ισαακίου προς την αρραβωνιαστικιά και την αδελφή του που είχαν έλθει στην Κύπρο καθ' οδόν προς τους Αγίους Τόπους, εισέβαλε στο νησί και το κατέλαβε ενώ βρισκόταν σε εξέλιξη η τρίτη Σταυροφορία στην οποία συμμετείχε. Με την κατάληψη της Κύπρου από τον Ριχάρδο, τερματίστηκε το 1191 η περίοδος κατά την οποία η Κύπρος αποτελούσε τμήμα της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Ο Άγγλος βασιλιάς πούλησε λίγο αργότερα το νησί, αρχικά στους Ναΐτες ιππότες και στη συνέχεια στον Γκυ (Γουϊδο) Λουζινιανό, ο οποίος ήταν και ο ιδρυτής της δυναστείας των Λουζινιανών που βασίλεψαν στην Κύπρο κατά τους επόμενους τρεις αιώνες.

 

Υπό τους Λουζινιανούς, η Κύπρος οργανώθηκε ως βασίλειο, σύμφωνα προς τα δυτικά πρότυπα. Οι σχέσεις της ωστόσο με τον Βυζαντινό Ελληνισμό συνεχίστηκαν στον εκκλησιαστικό, τον πνευματικό και τον πολιτιστικό τομέα, μέχρι και της αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως από τους Τούρκους το 1453. Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά την εποχή της αλώσεως της πρωτεύουσας της αυτοκρατορίας, βασίλισσα της Κύπρου ήταν η Ελένη Παλαιολογίνα, όχι μόνο Ελληνίδα αλλά και ανεψιά του τελευταίου αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Παλαιολόγου.

 

Βλέπε λήμμα: Ελένη Παλαιολογίνα

 

Ο Ελληνισμός όπως διαμορφώθηκε κατά την περίοδο ακμής της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, είχε ποικίλες άμεσες και σημαντικές επιδράσεις επί της Κύπρου. Εκφράσεις των επιδράσεων αυτών αποτελούν το πλήθος των βυζαντινών ναών που είχαν οικοδομηθεί στο νησί και είχαν διακοσμηθεί με αξιόλογα εκκλησιαστικά έργα τέχνης.

 

Βλέπε λήμματα: Αγιογραφία, Εικονογραφία, Αρχιτεκτονική

 

Ακόμη η δημοτική κυπριακή ποίηση, και ιδιαίτερα η ακριτική ποίηση, οι θρύλοι και οι παραδόσεις, τα τοπωνύμια, η γλώσσα, τα ήθη και έθιμα, αποδεικνύουν ότι κατά την περίοδο αυτή η πορεία της Κύπρου μέσα στον χρόνο ήταν παράλληλη και αλληλένδετη με την πορεία της υπόλοιπης Ελλάδος. Κατά την περίοδο αυτή η Κύπρος ανέδειξε σημαντικές, εκκλησιαστικές κυρίως, προσωπικότητες, μεταξύ δε αυτών και μερικούς πατριάρχες.

 

 

Ελλάς και Κύπρος (Βυζαντινοί χρόνοι)

Πρωτοβυζαντινοί χρόνοι (330 - 10ος αι.)  

Πρώτη περίοδος

330 - 649 μ.Χ.

Ένταξη της Κύπρου στο Ανατολικό Ρωμαϊκό κράτος-Καταστρεπτικοί σεισμοί (332/3) - Κίνημα του Καλόκαιρου και ήττα του από τον Δαλμάτιο - Νέοι σεισμοί (342) - Οικοδόμηση Κωνσταντίας - Επισκέψεις της αγίας Ελένης στην Κύπρο - Συμμετοχή της Κυπριακής Εκκλησίας στην Α' Οικουμενική Σύνοδο (325) - Άγιος Σπυρίδων - Συμμετοχή της Κυπριακής Εκκλησίας στις συνόδους Σαρδικής (343) και Κωνσταντινουπόλεως (381) - Μέγας Επιφάνιος(τέλη 4ου αι.) - Συμμετοχή στη Γ' Οικουμενική Σύνοδο Εφέσου (431) και αυτοκέφαλον Κυπριακής Εκκλησίας - Επικύρωση αυτοκεφάλου από τον Ζήνωνα (488).  

 

Δεύτερη περίοδος

649 - 963/4 μ.Χ.

 

Περίοδος καταστροφικών αραβικών επιδρομών: Επιδρομή του Μωαβία (647) και του Αβούλ Αβάρ (653/4) - Καταστροφή Κωνσταντίας - Νέες επιδρομές Αράβων (743, 747, 773, 790 και 806). Η Κύπρος υπό καθεστώς «ουδέτερης συγκυριαρχίας» Βυζαντινών και Αράβων - Οικοδόμηση φρουρίων στον Πενταδάκτυλο- Μετανάστευση κυπριακού πληθυσμού στην Ιουστινιανούπολη (692 - 698) - Εικονομαχία - Εκστρατεία στρατηγού Νικήτα Χαλκούτζη στην Κύπρο και απαλλαγή του νησιού από τους   Άραβες (965).  

Μεσοβυζαντινοί χρόνοι

10ος - τέλη 12ου αι.

Επανένταξη της Κύπρου στη Βυζαντινή αυτοκρατορία (965) -Η Λευκωσία πρωτεύουσα - Αποσχιστικό κίνημα Θεόφιλου Ερωτικού (1042) - Αποσχιστικό κίνημα Ραψομάτη (1092) - Ο στρατηγός Μανουήλ Βουτουμίτης στην Κύπρο - Ίδρυση μονής Κύκκου- Επιδρομή βενετικού στόλου στην Κύπρο (1122) -Εμπορικά προνόμια Βενετών στην Κύπρο (1148) - Διείσδυση Δυτικών -Καταστροφικές επιδρομές του Ρεϋνάλδου Σιατιγιόν (1156), των Αιγυπτίων (1158) και του Ραϋμόνδου Τριπόλεως (1161) στην Κύπρο, πλήττουν καίρια το νησί - Ίδρυση μονών Μαχαιρά, Αγ. Νεοφύτου, Χρυσορροϊάτισσας - Άγιος Νεόφυτος ο Έγκλειστος - Αποσχιστικό κίνημα Ισαακίου Κομνηνού (1185) -Εισβολή Ριχάρδου Λεοντόκαρδου (1191) και κατάληψη της Κύπρου - Πώληση του νησιού στους Ναΐτες και στους Λουζινιανούς (1192) - Τέλος της Βυζαντινής κυριαρχίας στην Κύπρο.

Υστεροβυζαντινοί χρόνοι

τέλη 12ου αι. - 1453

Η Κύπρος βασίλειο των Λουζινιανών - Σχέσεις Κύπρου - Βυζαντίου στον εκκλησιαστικό, πνευματικό και πολιτιστικό τομέα - Η Ελένη Παλαιολογίνα βασίλισσα της Κύπρου (1441 - 1458) -Πτώση της Κωνσταντινουπόλεως και τέλος των Βυζαντινών χρόνων (1453).

 

Φώτο Γκάλερι

Image
Image
Image
Image